Δεν είναι μόνο ότι προηγήθηκε των γιορτών που καθιστά έκτακτο και περίεργο τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης απ’ τον Πρωθυπουργό Έντι Ράμα. Έχει κι άλλα χαρακτηριστικά που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο απ’ τη μια εκδηλώνουν ότι ο ανασχηματισμός έγινε υπό συνθήκες πανικού αλλά και ότι ενέχει κινδύνους για το πόσο θα μπορέσει να αποτελέσει μέσο διαχείρισης της πολιτικής κατάστασης που θα οξύνεται στο άμεσο διάστημα.
2018: Η χρονιά-σταθμός για το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα.
Όταν το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ανακάλυψε πρόσφατα το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, κανένας αρμόδιος ή μη του υπουργείου δεν μπορούσε να φανταστεί την πολυπλοκότητα του θέματος με πολλές νομικές και εθνικές προεκτάσεις. Ο φάκελος «Βορειοηπειρωτικό» παρέμεινε επί χρόνια ξεχασμένος στα υπόγεια του υπουργείου είτε από άγνοια είτε για ιδεολογικούς λόγους, και όσοι ελάχιστοι τολμούσαν να το αναφέρουν εισέπρατταν την απαξίωση και την περιφρόνηση των «αρμοδίων».
Η πρόσφατη ομόφωνη απόφαση κατά της δημεύσεως της πατρικής χειμαρριώτικης γης, από το Δημοτικό Συμβούλιο της Χειμάρρας, έρχεται ως άλλος κεραυνός εν αιθρία στα σχέδια καταπάτησης της ξακουστής ηρωικής πατρίδας του Σπυρομήλιου. Αποτελεί το εγγύτερο ιστορικό παράδειγμα ενότητας στον τόπο μας, μετά από τη σύσσωμη δημοκρατική – επαναστατική ανταπόκριση των Βορειοηπειρωτών λίγο πριν και λίγο μετά την πτώση της χοτζικής δικτατορίας στον τόπο.
Ο Στρατηγός Ζιαζιάς αναλύει: Τα Πρωτόκολλα και οι Συμφωνίες που καθορίζουν τα Ελληνοαλβανικά Σύνορα!
Διαβάζουμε και ακούμε το τελευταίο χρονικό διάστημα, δημόσιες δηλώσεις του πρόσφατα παραιτηθέντος Υπουργού Εξωτερικών, για εθνικά θέματα που άπτονται της ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ της χώρας. Θέματα τα οποία πρέπει να συζητούνται ΜΟΝΟ στα δημοκρατικά θεσμοθετημένα όργανα της Πολιτείας και όχι δημόσια,δηλώνοντας:
Η τραγελαφική κατάσταση που επικρατεί εδώ και λίγο καιρό στη Βόρειο Ήπειρο, τείνει να γίνει μονιμότητα για όλους τους γηγενείς Έλληνες . Είναι απίστευτη η μανία με την οποία το αλβανικό (επίσημο και ανεπίσημο) κράτος πάει να εξορίσει μια και καλή όλους όσοι επιμένουν παρά τις αντίξοες συνθήκες, να ζούνε στις πατρογονικές τους εστίες.