Ουδέποτε έχασε την επωνυμία της και την ταυτότητά της!
Παραμένει τμήμα της ιστορικής Ηπείρου, ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ, από τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. , με κατοίκους τα ελληνικά φύλλα, Θεσπρωτούς, Χάονες και Μολοσσούς. Απετέλεσε, αργότερα, τμήμα ''πολιτικής οντότητας'' υπό τον βασιλέα της δυναστείας των Αιακιδών, Αλκέτα, των Μολοσσών, με πρωτεύουσα την Πασσαρώνα, έξω από τα Γιάννενα. Και αργότερα, τμήμα του αβασίλευτου ''Κοινού των Ηπειρωτών'', με πρωτεύουσα τη Φοινίκη, πλησίον των Αγίων Σαράντα, με σύμβολο τον ταύρο στεφανωμένον με κλάδο ελαίας. Το Κοινό των Ηπειρωτών παρέμεινε ως ενιαίο κράτος μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση, το 167 π.Χ.
Βόρειος Ἤπειρος ὀνομάζεται τό βόρειο τμῆμα τῆς Ἠπείρου πού τελεῖ ἀκόμη καί σήμερα ὑπό ἀλβανική κατοχή, παρόλο πού τήν πρώτη πεντηκονταετία τοῦ 20οῦ αἰώνα ἀπελευθερώθηκε τρεῖς φορές.
Μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21 Φεβρουαρίου 1913) από τον τουρκικό ζυγό, ο Ελληνικός στρατός συνεχίζει ελευθερώνοντας μία μία και τις πόλεις της Βορείου Ηπείρου μέχρι έξω από τον Αυλώνα. Μερικές μάλιστα πόλεις της Βορείου Ηπείρου ανέκτησαν νωρίτερα την ελευθερία τους (π.χ. Χειμάρρα με τον Σπ. Σπυρομήλιο 5/10/1912 , Κορυτσά με τον Παν. Δαγκλή 7/12/1912).
Τα Αυτονομιακά τμήματα αφού πλησίασαν κατά τη νύκτα προς τις 23 Ιουνίου 1914 τις εχθρικές θέσεις, τη χαραυγή μετά από ορμητική έφοδο ανέτρεψαν τους Αλβανούς από τις οργανωμένες θέσεις τους στα Υψώματα Καζάνι. Στη συνέχεια μετά την κατάληψη των αντικειμενικών σκοπών και τη σύντομη ανασυγκρότηση των τμημάτων, οι φάλαγγες συνέχισαν τις επιθετικές τους ενέργειες σύμφωνα με την προσωπική εκτίμηση της καταστάσεως από τους διοικητές τους και μέσα στο ευρύ περιθώριο πρωτοβουλίας που τους έδινε η διαταγή επιθέσεως του Αρχηγού Γεώργιου Τσόντου – Βάρδα.
Διαπραγματεύσεις στην Κέρκυρα που κατέληξαν στην υπογραφή του «Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας», στο μέσο ο Πρόεδρος της Βορείου Ηπείρου Γ. Χ. Ζωγράφος
«Εκείνο πάντως το οποίο οφείλουν όλαι αι Ελληνικαί Κυβερνήσεις να γνωρίζουν, είναι ότι το θέμα (της Βορείου Ηπείρου) υφίσταται. Και εκείνον το οποίον απαγορεύεται εις τον αιώνα, είναι δι΄ οιονδήποτε λόγον η απάρνησις του ιερού αιτήματος….. Καθ΄ όσον αφορά την Βόρειο Ήπειρο... η διεκδίκησις είναι ιερά και απαράγραπτος»
Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1914, ὁ ἑλληνικός στρατός ἔκανε γιά δεύτερη φορά τήν εἴσοδό του στή Βόρειο Ἤπειρο. Πέρασαν ἑκατό χρόνια ἀπό τότε. Τόν καιρό ἐκεῖνο, τό ἑλληνικό κράτος ἀσχέτως κυβερνήσεων καί ὁ ἑλληνικός λαός καθολικά, ἤθελαν, ἤλπιζαν, ἐπιδίωκαν νά συμπεριλάβουν στά σύνορα τῆς χώρας ὅλα τά ἐθνολογικά καί ἱστορικά ἑλληνικά ἐδάφη.
«Όταν η διεθνής Επιτροπή χαράξεως των συνόρων έφθασε στην Κορυτσά, με σκοπό να σχηματίσει προσωπική αντίληψη τής καταστάσεως, την επεσκέφθη ο Μητροπολίτης Γερμανός για να αναπτύξει τα δίκαια αιτήματα των Βορειοηπειρωτών και την επιθυμία τους να ενωθούν με την Ελλάδα.