Οι νομικές πτυχές της σύλληψης και κράτησης του Φρέντη Μπελέρη

Οι νομικές πτυχές της σύλληψης και κράτησης του Φρέντη Μπελέρη

Την Πέμπτη 11 Μαΐου τα μεσάνυχτα προς Παρασκευή 12 – δύο μόλις ημέρες από την Κυριακή των εκλογών - γίναμε μάρτυρες σε ένα γεγονός πρωτόγνωρο, ακόμα και για τα δεδομένα της νηπιακής αλβανικής Δημοκρατίας. Αν και δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, καθώς ο Πρωθυπουργός της χώρας Ε. Ράμα, επί μία εβδομάδα, σε όποια προεκλογική συγκέντρωση ή προεκλογική τηλεοπτική εκπομπή και εάν βρισκόταν – στην δε Χιμάρα έκανε την έναρξη της αισχρολογικής και πεζοδρομιακής ρητορικής – αφιέρωνε σημαντικό προεκλογικό χρόνο για να επιτεθεί στον υποψήφιο Δήμαρχο Χιμάρας.

του Αντώνη Φ. Νέτσου*

Μπροστά σε ένα κατάστημα στην παραλία Σπήλια της Χιμάρας, είδαμε σε βίντεο, να ορμούν επάνω σε τρία άτομα άνδρες της αλβανικής αστυνομίας, άλλοι με στολές άλλοι με πολιτική ενδυμασία και να αρπάζουν εν είδει «απαγωγής από συμμορία». Τα τρία αυτά άτομα ήταν ο υποψήφιος (και πλέον εκλεγμένος σε μία όμορφη, δημοκρατική και συγκινησιακά φορτισμένη εκλογική διαδικασία) δήμαρχος Διονύσης Φρέντης Μπελέρης και δύο συνεργάτες του, ο ένας δε εξ αυτών σύζυγος υποψήφιας στον Συνδυασμό του Μπελέρη για το Δημοτικό Συμβούλιο.

Οδηγήθηκαν στο Αστυνομικό Τμήμα Χιμάρας, όπου συγκεντρώθηκε κόσμος διαμαρτυρόμενος αλλά και για να μάθει τι έχει συμβεί, μεταξύ αυτών και ο Παντελής Κοκαβέσης , συνεργάτης στενός και αυτός του υποψήφιου Φρέντη Μπελέρη, ο οποίος και συνελήφθη όταν δήλωσε το όνομα του.

Εν συνεχεία οδηγήθηκαν στα κρατητήρια του Αυλώνα και την επομένη εμφανίστηκαν ενώπιον της Δικαστού του Μονομελούς Δικαστηρίου του Αυλώνα, όπου και τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για παράβαση του άρθρου 328 του αλβανικού Ποινικού Κώδικα (μεταφρ. «ενεργητική διαφθορά κατά την [προ]εκλογική διαδικασία»).

Για τους "παροικούντες την Ιερουσαλήμ" η αρπαγή/σύλληψη του υποψηφίου δημάρχου Χιμάρας Φρέντη Μπελέρη καθόλου δεν είχε να κάνει με κάποια παράβαση του εκλογικού νόμου της Αλβανικής Δημοκρατίας, ούτε και έγινε από υπερβάλλοντα δημοκρατικό ζήλο των διωκτικών αρχών για πάταξη της διαφθοράς. Ηταν εντεταλμένη και είχε συγκεκριμένο σκοπό, που όμως δεν επετεύχθη και τον ακύρωσε δημοκρατικά και ατρόμητα ο χιμαριώτικος λαός με την ψήφο του!

Η Δικογραφία και οι δικονομικές διαδικασίες:

Η Εισαγγελία Αυλώνα, που είχε προβεί σε προετοιμασία της υπόθεσης – εγγραφή της ποινικής υπόθεσης και έναρξη αυτής ήδη από τις 8 /5/2023 μετά από αναφορά της Τοπικής Διεύθυνσης Αστυνομίας Αυλώνα την ίδια μέρα και ο Εισαγγελέας αναθέτει με απόφαση του την στην «ανακριτική ομάδα» δηλαδή στους αστυνομικούς, την διενέργεια πράξεων παρακολούθησης με τεχνικά μέσα. Στις 10.05.2023 ο Εισαγγελέας ( όργανο δίωξης) αποφασίζει την χρήση τεχνικών μέσων για πρακολούθηση με ήχο και εικόνα, συνακρόαση τηλεφωνημάτων ή χρήση «κοριών»!

Οι μέθοδοι αυτές είναι γνωστές και εφαρμόζονται σε όλα σχεδόν τα κράτη από τις διωκτικές αρχές. Με την διαφορά όμως ότι στα άλλα κράτη πριν την έναρξη παρακολουθήσεων υπάρχει ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ απόφαση (ή από Δικαστικό Συμβούλιο) που εγκρίνει την μέθοδο αυτή.

Στην περίπτωση Μπελέρη κλπ. δεν έχουμε δικαστική απόφαση που να εγκρίνει την μέθοδο παρακολούθησης που εξουσιοδότησε η Εισαγγελία και θα έπρεπε η Εισαγγελία να ζητήσει την έγκριση των μέσων αυτών ΕΝΤΩΣ 24 ΩΡΏΝ από το Δικαστήριο. Τουναντίον, το Δικαστήριο (όπως διαβάζουμε στην Απόφαση του Δικαστηρίου Αυλώνα, που επικυρώνει την σύλληψη και επιβάλλει την προφυλάκιση) μόλις στις 12/05/2023 ΕΠΙΚΥΡΩΣΕ για την παρακολούθηση με τεχνικά μέσα. Έδωσε δηλαδή το Δικαστήριο παράνομα Έγκριση δηλαδή όχι πριν την εφαρμογή της μεθόδου παρακολούθησης αλλά εκ των υστέρων και αφού είχε ήδη γίνει η παρακολούθηση κατά παράβαση όμως του Νόμου. Μάλιστα η παρακολούθηση που εγκρίθηκε, ουσιαστικά ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΣΤΗΚΕ αφού την στιγμή της έγκρισης από το Δικαστήριο ο Μπελέρης ήταν ήδη υπό το καθεστώς κράτησης και το τηλέφωνο του στα χέρια των Αρχών! Ήταν δηλαδή κενή νοήματος και φυσικά ερχόταν να θεραπεύσει μία παράνομη διαδικασία.

Τούτο όμως προκαλεί (απόλυτη) ακυρότητα, κάνει άκυρη δηλαδή την διαδικασία και συνακόλουθα και το αποκτηθέν «αποδεικτικό υλικό».

Ζητήματα υπάρχουν και για το ποιόν του «αυτόβουλου και εθελοντή συνεργάτη της Αστυνομίας» που έχει καταδικαστεί το 2020 για απάτη! Αλλά και από το υλικό που αυτός «πρόσφερε» στην Αστυνοιμία και τον Εισαγγελέα, πουθενά δεν υπάρχει σύνδεση ή κουβέντα του Μπελέρη που να είναι τέτοια ώστε να πληρούται η παράβαση του Νόμου. Δεν υπάρχει δηλαδή κανένα οπτικοακουστικό υλικό ούτε μαρτυρία «εξαγορασμένου ψηφοφόρου» που να λέει ότι «ο υποψήφιος Μπελέρης μου έδωσε Χ' χρήματα για να τον ψηφίσω!)

Κενό νομικό και άρα ακυρότητα υπάρχει και με τους «βοηθούς» που χρησιμοποιεί η αλβανική αστυνομία, που θα έπρεπε να έχουν μία πράξη εξουσιοδότησης. Και ναι μεν ο ιχθυοπώλης Α.Ρ. έχει στρατολογηθεί , έστω και χωρίς έγκριση του Δικαστηρίου, αλλά στην υπόθεση φαίνεται να αναφέρεται και ο αδελφός του – και αυτός με τα αρχικά Α.Ρ. – ο οποίος όμως δεν διαθέτει την σχετική εξουσιοδοτική πράξη από τις διωκτικές αρχές, ούτε βέβαια και την δικαστική έγκριση διαθέτει και αυτός για την διενέργεια πράξεων παρακολούθησης.

Βλέπουμε δηλαδή να έχουμε μία διαδικασία που πάσχει από ακυρότητες, αν όχι από κατάφορη παράβαση του Νόμου, όσον αφορά την «συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού». Και αυτές οι ακυρότητες καθιστούν άκυρες και τις διαδικασίες καθ' αυτές και το αποδεικτικό υλικό, που θα εισφερθεί στο δικαστήριο της ουσίας για να θεμελιωθεί η απόδειξη για την ενοχή (κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του!).

Αυτόφωρη διαδικασία «ως ύποπτος»:

Η Σύλληψη μάλιστα του Φρέντη Μπελέρη και του Παντελή Κοκαβέση, αναφέρεται ρητά στην δικαστική απόφαση, ότι έγινε στα πλαίσια του αυτοφώρου (αλβ. ne flagrance). Ο Ποινικός Κώδικας της Αλβανίας όμως είναι απολύτως ξεκάθαρος για το τι είναι αυτόφωρο αδίκημα και προβλέπεται στο άρθρο 252 του αλβανικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. «τελεί σε κατάσταση αυτόφωρου αυτός ο οποίος συλλαμβάνεται κατά την τέλεση αξιόποινης πράξης ή αμέσως μετά την τέλεση της και καταδιώκεται από την αστυνομία …. ή που έχει συλληφθεί με αποδείξεις και αντικείμενα από τα οποία αποδεικνύεται ότι τέλεσε το αδίκημα». Διαβάζοντας το Νόμο και βλέποντας το βίντεοληπτικό υλικό από την ώρα της σύλληψης – αρπαγής του Μπελέρη διαπιστώνουμε ότι δεν βρίσκει κανένα σημείο εφαρμογής η αυτόφωρη διαδικασία, καθώς: ο Μπελέρης αρπάχτηκε από την Αστυνομία την ώρα που συζητούσε με δύο συνεργάτες του, και θα ήταν τρελό να υποστηρίξει κανείς ότι τους «αγόραζε την ψήφο τους»!Ο δε Παντελής Κοκαβέσης δεν συνελήφθη καν «στην σκηνή του εγκλήματος» αλλά στο Αστυνομικό Τμήμα της Χιμάρας, όπου πήγε να δει γιατί κρατούνταν ο συνεργάτης του Μπελέρης!

Νομικά αβάσιμος εάν όχι παράλογος είναι και ο χαρακτηρισμός «ύποπτος» στο ίδιο χαρτί, στο ίδιο κείμενο της δικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου Αυλώνος. Δεν χρειάζεται να γνωρίζει νομικά κάποιος για να καταλάβει πως ο ύποπτος δεν μπορεί να είναι και δράστης επ' αυτοφώρω. Είτε θα είναι ύποπτος κάποιος, οπότε και οι διωκτικές αρχές συγκεντρώνουν αποδεικτικό υλικό και τον οδηγούν στον Εισαγγελέα και από εκεί στο Δικαστήριο, είτε θα έχει μόλις διαπράξει το έγκλημα και η αστυνομία τον συλλαμβάνει επ' αυτοφώρω.

Συνεπώς η κράτηση του Φρέντη Μπελέρη με την αυτόφωρη διαδικασία είναι παράνομη και άνευ νομικής και πραγματικής βάσης.

Agent Provocateur

Ο Agent Provocateur είναι κάποιος που, μόνος του ή συνήθως στρατολογημένος από την Αστυνομία, ενεργεί κατά τρόπο ώστε να προκαλέσει σε κάποιον άλλον την διάπραξη μίας αξιόποινης πράξης, π.χ. πείθω εγώ κάποιον να κάνει ένα έγκλημα και μετά έρχεται η αστυνομία, με την οποία εγώ συνεργάζομαι και συλλαμβάνει αυτόν τον δράστη.

Στον Δυτικό νομικό πολιτισμό ο ρόλος του Agent Provocateur απαγορεύεται.

Δεν απαγορευόταν όμως στις πρακτικές της Σιγκουρίμι του Χότζα, τουναντίον μάλιστα ήταν η αποκλειστική μέθοδος κίνησης της ποινικής δίωξης. Φαίνεται ότι για την Αλβανία ο ρόλος του Agent Provocateur είναι μία κακιά συνήθεια του παρελθόντος που δεν μπορεί να ξεχαστεί, παρόλο που απαγορεύεται από τον αλβανικό ποινικό νόμο (άρθρο 294α Κώδικα Ποινικής Δικονομίας «δεν πρέπει να προκαλείται η τέλεση μίας αξιόποινης πράξης, ωθώντας κάποιον να τελέσει ένα έγκλημα, το οποίο δεν θα τελούσε εάν δεν υπήρχε η παρέμβαση της αστυνομίας. Όταν βεβαιώνεται η πρόκληση (προβοκάτσια), το αποτέλεσμα (της προβοκάτσιας) δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί»)!

Τον ρόλο του προβοκάτορα - Agent Provocateur τον ανέλαβε ο ιχθυοπώλης Α.Ρ., στις προβοκατόρικες τηλεφωνικέ κλήσεις του οποίου ο υποψήφιος κατά τον κρίσιμο χρόνο Φρ. Μπελέρης του απαντάει «δεν ασχολούμαι με τέτοιες δουλειές εγώ»! Τον προβοκάτορα – στρατολογημένο η Αστυνομία γνώριζε από το ποινικό του παρελθόν, την σκηνοθεσία και παραγγελία του την έδωσε η Αστυνομία και ο Εισαγγελέας για να ικανοποιήσουν ποιόν άραγε; Πάντως όχι τον Νόμο!

Το Δικαστήριο του Αυλώνα λοιπόν βλέπουμε να ενεργεί βεβιασμένα, και «επικυρώνοντας» τις παρανομίες και τις κατασκευασμένες αποδείξεις εγκλήματος της Εισαγγελίας και της Αστυνομίας Αυλώνα έρχεται και ικανοποιεί τον απώτατο σκοπό και διαταγή: Να βγει από την προεκλογική διαδικασία ο υποψήφιος δήμαρχος Φρέντης Μπελέρης, να προκληθεί κλίμα πανικού και αποχή από τις κάλπες των ψηφοφόρων. Δεν κρίνει άμεσα περί της αναρμοδιότητας του, αν και γνωρίζει πολύ ότι δεν είναι αρμόδιο! Δεν αξιολογεί ορθά το φερόμενο ως αποδεικτικό υλικό in concreto, αλλά προβαίνει σε γενικές διαπιστώσεις και δεν κρίνει επί της ύπαρξης βάσιμων ενδείξεων, που είναι καθοριστικής σημασίας στοιχείο για να σταθεί μία κατηγορία. Δεν αξιολογεί αντικειμενικά, νομικά και επί των πραγματικών περιστατικών τους όρους και τις προϋποθέσεις της επιβολής του μέτρου της προσωρινής κράτησης (επικινδυνότητα διαφυγής, φόβος τέλεσης του ίδιου ή άλλου εγκλήματος, άγνωστη διεύθυνση δράστη κλπ.), παρά αποφασίζει για την προσωρινή κράτηση βασίζοντας την κρίση Του σε γενικότητες και αοριστίες, ενώ ταυτόχρονα παραπέμπει την υπόθεση για να εξεταστεί στην ουσία της από το SPAK (Δικαστήριο κατά της Διαφθοράς και του Οργανωμένου Εγκλήματος) στα Τίρανα. Ο σκοπός όμως έχει επιτευχθεί, ο Μπελέρης είναι και θα παραμείνει για μέρες μακριά από τον εκλογικό αγώνα!

Γειτονικά του αρθρου 328 του αλβανικού Ποινικού Κώδικα:

Εκτός από την διάταξη του άρθρου 328 (ενεργητική διαφθορά κατά την εκλογική διαδικασία) για παράβαση της οποίας κατηγορείται ο δημοκρατικά εκλεγμένος Δήμαρχος Χιμάρας Διονύσιος Φρέντης Μπελέρης, ο αλβανικός ποινικός Νόμος έχει και το άρθρο 328/α (Χρήση δημοσίου λειτουργήματος και πόρων για πολιτικους ή εκλογικούς σκοπούς. Για τους γνωρίζοντες την κατάσταση μόνο γέλιο θα προκαλούσε ο ισχυρισμός ότι ο Εισαγγελέας Αυλώνα και η Αστυνομία θα διενεργούσε έστω και έλεγχο για τυχόν παράβαση του νόμου αυτού!

Εκείνο όμως που είναι απορίας άξιο, είναι η παράλειψη των διωκτικών αρχών να διαβάσουν λίγο παρακάτω στον αλβανικό Ποινικό Κώδικα, δηλαδή στο άρθρο 328/β, που προβλέπεται η τιμωρία όσων ζητούν ή αποδέχονται χρήματα ή οποιουδήποτε είδους ανταλλάγματα για να δώσουν την ψήφο τους. Δεν έχει ακουστεί μέχρι σήμερα να έχει ενεργήσει με τον ίδιο ζήλο η Αστυνομία και η Εισαγγελία Αυλώνα για να συλάβει, όπως προβλέπει ο νόμος, αυτούς που υποτίθεται ότι έλαβαν χρήματα από τον υποψήφιο Φρ. Μπελέρη. Ούτε ότι τους έχουν καλέσει να καταθέσουν έστω ως μάρτυρες. Υπάρχουν άραγε αυτοί οι «πωλητές» της ψήφου ή είναι υπό διαδικασία κατασκευής; Αν η Εισαγγελία και η Αστυνομία του Αυλώνα έχει, όπως υποστηρίζεται και στην απόφαση του Δικαστηρίου του Αυλώνα, αυτό το αποδεικτικό υλικό, επάνω στο οποίο υποτίθεται ότι βασίστηκε το Δικαστήριο για να διατάξει την προσωρινή κράτηση ενός υποψηφίου δημάρχου, γιατί δεν αποτελούν μέρος της δικογραφίας οι καταθέσεις τους; Και εννοούμε έγκυρες καταθέσεις, που να στηρίζεται βάσιμα η κατηγορία, όχι κατασκευασμένες δηλώσεις και αόριστες αναφορές.

Με βάση την παραπάνω αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων και των δικονομικών διαδικασιών που ακολουθήθηκαν, το φερόμενο ως αποδεικτικό υλικό, τις προσπάθειες κάλυψης νομικών κενών και βεβιασμένων διαδικαστικών πράξεων, προκύπτει σαφέστατα ότι οι κατηγορίες εναντίον του Φρέντη Μπελέρη και του Παντελή Κοκαβέση δεν θα μπορούσαν να σταθούν σε κανένα σοβαρό, αμερόληπτο και ανεξάρτητο Δικαστήριο, που θα κληθεί να κρίνει στην ουσία της την υπόθεση.

Η αυτόφωρη διαδικασία υπήρξε εξ αρχής έωλη και στερούμενη νομικής και πραγματικής βάσης.

Οι προανακριτικές πράξεις υπήρξαν εν τη γενέσει τους παράνομες και καταχρηστικές

Η προσωρινή κράτηση δεν είχε κανένα πραγματικό ή νομικό θεμέλιο και προκύπτει αβίαστα ότι όλη η υπόθεση κατασκευάστηκε για να εξυπηρετήσει άλλους σκοπούς και όχι για να θωρακίσει με νομιμότητα την εκλογική διαδικασία.

*Δικηγόρος Αθηνών

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου