2018: Η χρονιά-σταθμός για το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα.
Όταν το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ανακάλυψε πρόσφατα το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, κανένας αρμόδιος ή μη του υπουργείου δεν μπορούσε να φανταστεί την πολυπλοκότητα του θέματος με πολλές νομικές και εθνικές προεκτάσεις. Ο φάκελος «Βορειοηπειρωτικό» παρέμεινε επί χρόνια ξεχασμένος στα υπόγεια του υπουργείου είτε από άγνοια είτε για ιδεολογικούς λόγους, και όσοι ελάχιστοι τολμούσαν να το αναφέρουν εισέπρατταν την απαξίωση και την περιφρόνηση των «αρμοδίων».
Με την Εθνεγερσία του 1821, η Ήπειρος απεκλείσθη από το (νέο) Ελληνικό κράτος. Ακολούθησαν πολλές επαναστάσεις με σκοπό την απελευθέρωση της Ηπείρου. Το Ηπειρωτικό ζήτημα αρχίζει από το 1828 πριν σταθεροποιηθούν τα όρια του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, τα οποία ο Καποδίστριας από την πλευρά της Ηπείρου τα τοποθετούσε στον ποταμό Γενούσο ή Σκούμπι.
Η εθνολογική σύνθεση της Ηπείρου - Η στάση των Συμμάχων - Το Μ.Α.Β.Η., ο Ε.Δ.Ε.Σ. και το Ε.Α.Μ. - Ο Χότζα και η ίδρυση του κομμουνιστικού αλβανικού κράτους
Μετά την πρόσφατη συμφωνία της χώρας μας με τη FYROM για το όνομα, την εθνικότητα και τη γλώσσα των κατοίκων του γειτονικού κράτους, φαίνεται ότι παίρνουν σειρά και άλλα εθνικά θέματα. Ένα από αυτά είναι το ζήτημα των ελληνοαλβανικών σχέσεων.
Του Σταύρου Ντάγιου*
Αν οι συγκυρίες θα ήταν διαφορετικές η Βόρεια Ήπειρος θα ήταν αναπόσπαστο μέρος της Ελλάδος. Δεν θα γράφονταν μια ιστορία κομμουνιστικών τερτιπιών, φυλακίσεων, εξοριών και θανατώσεων, αλλά μια ιστορία ελεύθερων πολιτών μιας ελεύθερης, δημοκρατικής χώρας, ενός κορμού με όλους τους κλάδους του. Ούτε Βορειοηπειρωτικό θέμα θα υπήρχε.
Η 12η Δεκεμβρίου είναι μία ημερομηνία με διπλή εθνική και ιστορική σημασία για τους Έλληνες της κατεχόμενης Ηπείρου. Σαν σήμερα πριν από 24 χρόνια (12-12-1990) οι κάτοικοι των ελληνόψυχων χωριών των Αγίων Σαράντα, με αφορμή την δολοφονία τεσσάρων παλικαριών από το Αλύκο και τη Γέρμα κατά την προσπάθεια τους να δραπετεύσουν από τον αλβανικό "σοσιαλιστικό παράδεισο" προς την Ελευθερία και την Μητέρα Ελλάδα, πραγματοποίησαν την πρώτη μαζική εξέγερση κατά του αιμοσταγούς κομουνιστικού καθεστώτος που εγκαθίδρυσε στην Αλβανία ο δικτάτορας Ενβέρ Χότζα.
Το βασικό πρόβλημα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις υπήρξε η διεκδίκηση της περιοχής, την οποία οι Αλβανοί ονομάζουν Νότια Αλβανία και οι Έλληνες, όπως είναι και το ορθό, Βόρειο Ήπειρο.
Οι ελληνικές θέσεις σ’ αυτή τη διεκδίκηση στηρίζονταν σε ιστορικά γεγονότα και σε φυλετικές και θρησκευτικές διακρίσεις. Οι Αλβανοί διεκδικούσαν τμήμα του Ηπειρωτικού χώρου με το αιτιολογικό ότι στο τμήμα αυτό κατοικούσαν αλβανόφωνοι ορθόδοξοι και μουσουλμάνοι. Ένα πρόβλημα που κληροδοτήθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι συνήθιζαν στις απογραφές να κατατάσσουν τους πληθυσμούς της Αυτοκρατορίας ανάλογα με το θρήσκευμα που ακολουθούσαν. Αυτή η συνήθεια των Τούρκων να θεωρούν τη θρησκεία και όχι την εθνική συνείδηση ως κριτήριο καθορισμού της εθνικότητας, υπήρξε η αιτία της διαμάχης μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών.
Οι μουσουλμάνοι Αλβανοί που ασκούσαν στην Ήπειρο την τουρκική εξουσία, δημιουργούσαν σύγχυση των ορίων Ηπείρου και Αλβανίας. Έτσι ιστορικά οι Έλληνες τοποθετούσαν τα όρια της Ηπείρου, όπως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο, στο Γενούσο (Σκούμπι) ποταμό, ενώ οι μουσουλμάνοι Αλβανοί επεξέτειναν τα όρια της Αλβανίας μέχρι τον Αμβρακικό κόλπο. Η διαμάχη αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 1912, χρονιά που οι Αλβανοί κατόρθωσαν να διασφαλίσουν σημαντικές παραχωρήσεις από τους Νεότουρκους, με κυριότερη την εδαφική καταγραφή της Αλβανίας, αφού μέχρι τότε ήταν απλά μια γεωγραφική έκταση χωρίς όρια.
Με το εθνικό θέμα της κατεχόμενης Βορείου Ηπείρου ασχολείται στο τελευταίο φύλλο της η εφημερίδα "Χρυσή Αυγή". Κύριο θέμα στο εν λόγο κείμενο είναι κάποιες αναφορές - δηλώσεις του Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος μέσο μιας απόρρητης έκθεσής του αντιδρούσε «στο φλογερόν, αλλά και τυφλόν αίσθημα» σ’ ό,τι αφορά το θέμα της αλύτρωτης Βορείου Ηπείρου. Μάλιστα στην έκθεσή του κάνει λόγω για «Ελληνόφωνες της Αλβανίας» οι οποίοι κατά την άποψή του αποτελούν «μια μικρή διεσπαρμένη μειοψηφία, μια αναλογία μικρά, αποκλείουσα την εθνολογική βάση των διεκδικήσεων της Ελλάδας». Ενώ υποστηρίζει πως «υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, που με φανατισμό μάλιστα, υποστήριζαν ότι μόνο η γλώσσα τους είναι Ελληνική, ενώ οι ίδιοι αισθάνονται σαν γνήσιοι Αλβανοί. Το Ελληνόφωνο στοιχείο της Αλβανίας, όχι απλώς δεν καταπιέζεται αλλά ουδόλως επιθυμεί την ένωση με την Ελλάδα». Όπως τονίζει ο αρθρογράφος η απόρρητη αυτή έκθεση πρωτοδημοσιεύθηκε στο αριστερό περιοδικό ΑΝΤΙ και αργότερα στην εφημερίδα «ΣΤΟΧΟΣ».