Όταν το όνομα «Έλλην» ήταν όρος θρησκευτικός

Όταν το όνομα «Έλλην» ήταν όρος θρησκευτικός

Το όνομα «Έλληνας» από τον 4ο μΧ αιώνα άρχισε να λαμβάνει θρησκευτική σημασία και να σημαίνει τον Εθνικό - ειδωλολάτρη.

Αυτό έχει γίνει η αιτία, ώστε διάφοροι κύκλοι νεο - εθνικών να εξαπολύουν μύδρους κατά της Εκκλησίας ισχυριζόμενοι ότι αυτή έδωσε τέτοια σημασία σε αυτό το όνομα με απώτερο σκοπό την δίωξη του Ελληνισμού και κάθε τι Ελληνικού. Είναι όμως αλήθεια αυτό;

Σύμφωνα με τον Αμερικανό ιστορικό G. W. Bowersock:

1. Οι Εθνικοί ήταν αυτοί οι οποίοι πρώτοι χρησιμοποίησαν το όνομα «Έλληνες» για να αυτοπροσδιοριστούν θρησκευτικά, ενώ οι Χριστιανοί, οι οποίοι έως τότε αποκαλούσαν τους πρώτους, Εθνικούς, απλά το υιοθέτησαν.

2. Ο Ιουλιανός επίσης χρησιμοποίησε αυτό το όνομα για να προσδιορίσει τους «ομοθρήσκους» του με δόλιο σκοπό. Όπως αναφέρει ο εν λόγω ιστορικός: «ο Ιουλιανός, ουσιαστικά, προσπάθησε να αναγκάσει τους Χριστιανούς να παραδεχτούν ότι, αν απέρριπταν τον Ελληνισμό με την έννοια του «ειδωλολατρισμού», έπρεπε ταυτόχρονα να τον αποκηρύξουν με την έννοια του ελληνικού πολιτισμού».

Μάλιστα το γεγονός ότι απαγόρευσε με νόμο στους Χριστιανούς να διδάσκουν Ελληνική φιλοσοφία, δείχνει ότι οι Χριστιανοί όχι μόνο δεν ήταν ενάντιοι στην Ελληνική φιλοσοφία, τουναντίον, την δίδασκαν κιόλας.

Η απαγόρευση αυτή έγινε η αιτία ώστε ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και λάτρης της Ελληνικής φιλοσοφίας, να αντιδράσει στην απαγόρευση του Ιουλιανού, διατρανώνοντας ότι η ελληνική γλώσσα είναι «μέσο δοξολογίας του Θεού» ενώ «η λογοτεχνία, η ρητορική και η φιλοσοφία των Ελλήνων ήταν αναπόσπαστο μέρος της σκέψης και της δομής του χριστιανικού λόγου». Η πραγματική διάκριση που έπρεπε να κάνουν οι Χριστιανοί στις μορφές του ελληνισμού «ήταν αυτή μεταξύ της λογοτεχνίας και του πνευματικού στοχασμού, και της μυθολογίας με τις συνακόλουθες λατρείες της».

«Η χρήση του Έλληνας ή Ελληνικός με την έννοια του «ειδωλολάτρη» φαίνεται να συμπίπτει με τις αρχές της ύστερης αρχαιότητας, αν καταλάβουμε ότι πρόκειται για την εποχή του Κωνσταντίνου. Είναι προφανώς μια απάντηση στην αυξανόμενη ορατότητα και δύναμη των Χριστιανών, και φαίνεται σαν ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΑΝ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΜΕ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΝΝΟΙΑ ΗΤΑΝ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ. Οι αρχαιότερες σαφείς περιπτώσεις προέρχονται από επιστολές που απευθύνονται στον νεοπλατωνικό φιλόσοφο Ιάμβλιχο στις αρχές του τέταρτου αιώνα... Αλλά η λέξη και τα συγγενή της εμφανίζονται γρήγορα με τη νέα έννοια μεταξύ των χριστιανών συγγραφέων. Εμφανίζεται ήδη στον Βίο του Κωνσταντίνου του Ευσέβιου: Ελληνίζειν σήμαινε - και σε ορισμένους συγγραφείς, όπως ο Λιβάνιος, συνέχισε να σημαίνει- «να ζεις ως Έλληνας», «να είσαι πολιτισμένος με τον ελληνικό τρόπο» ή απλώς «να μιλάς Ελληνικά», αλλά ο Ευσέβιος το χρησιμοποιεί διαφανώς με την έννοια «να ασκείς ειδωλολατρία». Ο Αθανάσιος στιγματίζει επιδέξια τους Αρειανούς χαρακτηρίζοντάς τους «Έλληνες», σαφώς και πάλι με την έννοια «ειδωλολάτρες».

Ταυτόχρονα, ο Ευνάπιος στους Βίους των Σοφιστών μπορεί να γράψει για έναν μαχητικό ειδωλολάτρη του 4ου αιώνα, που αγαπούσε να θυσιάζει ως εξαιρετικά Έλληνας, προφανώς με την έννοια του ειδωλολάτρη.

Και πράγματι ο Ευνάπιος αναφέρει την παρατήρησή του σχολιάζοντας ότι εκείνη την εποχή το γενικό κίνημα του θρησκευτικού συναισθήματος πήγαινε ενάντια στον παγανισμό.

Θα μπορούσε κάλλιστα να αναρωτηθεί κανείς ποια λέξη χρησιμοποιούσαν οι Χριστιανοί για τους ειδωλολάτρες πριν ο Ελληνικός γίνει ο τυπικός όρος, και αυτό σημαίνει συγκεκριμένα πώς ονομάζονταν οι ειδωλολάτρες στους χριστιανούς συγγραφείς πριν από τον τέταρτο αιώνα μ.Χ.

...η τυπική λέξη για το «ειδωλολάτρης» είναι ο εθνικός και το αντίστοιχο του ελληνισμού στην ύστερη αρχαιότητα είναι έθνος σε αυτή την προγενέστερη περίοδο.

Η αμηχανία των ελληνόφωνων χριστιανών για τη σχέση μεταξύ ειδωλολατρίας και ελληνικής κουλτούρας δεν εκφράζεται πουθενά πιο ξεκάθαρα από ό,τι στον πρώτο στηλιτευτικό λόγο εναντίον του αυτοκράτορα Ιουλιανού από τον Καππαδόκη σύγχρονό του, Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό. Η περίφημη προσπάθεια του Ιουλιανού να σταματήσει τους Χριστιανούς από το να διδάσκουν τους ειδωλολάτρες Έλληνες κλασικούς ήταν μια απόφαση διαβολικής πονηριάς, μια είδους απόφαση που μόνο ένας πρώην χριστιανός θα μπορούσε να πάρει. Ήξερε ότι οι μεγάλοι χριστιανοί διανοούμενοι της εποχής του και πριν είχαν εμποτιστεί με τον ελληνικό πολιτισμό και τον αγαπούσαν. Ο Ιουλιανός, ουσιαστικά, προσπάθησε να αναγκάσει τους Χριστιανούς να παραδεχτούν ότι, αν απέρριπταν τον Ελληνισμό με την έννοια του «ειδωλολατρισμού», έπρεπε ταυτόχρονα να τον αποκηρύξουν με την έννοια του ελληνικού πολιτισμού.

Ο Γρηγόριος διαμαρτυρήθηκε: «Ο Ιουλιανός με κακία μεταμόρφωσε την έννοια του «Έλληνας» έτσι ώστε να αντιπροσωπεύει μια θρησκεία αλλά όχι μια γλώσσα, και ως εκ τούτου, σαν κλέφτης των αγαθών κάποιου άλλου, μας έχει απογυμνώσει από την ομιλία (λογότυπο). Σαν να μας κρατούσε από όποιες τέχνες είχαν επινοήσει οι Έλληνες, νόμιζε ότι σε αυτό το θέμα της γλώσσας θα μπορούσε να το κάνει αποκλειστικά δικό του θέμα λόγω της χρήσης του ίδιου όρου.» Τότε ο Γρηγόριος διευρύνει τη δόξα της ελληνικής ως μέσο δοξολογίας του Θεού και υποδηλώνει ότι ο Ιουλιανός μπορεί ίσως να είχε στόχο να αφαιρέσει τόσο αποτελεσματικά ένα κανάλι προς το θεϊκό αυτί.

Ο Γρηγόριος αναγνώριζε ξεκάθαρα ότι ο Ιουλιανός δεν προσπαθούσε να γυρίσει το ρολόι πίσω στον παγανισμό των προηγούμενων εποχών: προσπαθούσε να δημιουργήσει κάτι εντελώς νέο και μάλλον αδύνατο, μια παγανιστική εκκλησία. Ο Γρηγόριος γνώριζε επίσης ότι η λογοτεχνία, η ρητορική και η φιλοσοφία των Ελλήνων ήταν αναπόσπαστο μέρος της σκέψης και της δομής του χριστιανικού λόγου. Η πραγματική διάκριση που έπρεπε να κάνουν ο Γρηγόριος και οι άλλοι Χριστιανοί στις μορφές του ελληνισμού ήταν αυτή μεταξύ της λογοτεχνίας και του πνευματικού στοχασμού, και της μυθολογίας με τις συνακόλουθες λατρείες της.»

Πηγή: G. W. Bowersock, «Hellenism in Late Antiquity»

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου