73 χρόνια Συμμαχία ΝΑΤΟ

73 χρόνια Συμμαχία ΝΑΤΟ

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου έφερε διαδοχικές αλλαγές πλεύσης στον τρόπο σκέψης και δράσης σε πολλές χώρες, ανατρέποντας πολλές φορές τις παραδόσεις χρόνων. Το ΝΑΤΟ, το οποίο ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε χαρακτηρίσει «εγκεφαλικά νεκρό» το 2019, απέκτησε ξανά «ζωή», αποκτώντας κεντρικό ρόλο στα τεκταινόμενα και βρίσκοντας νέο σκοπό, εκφράζοντας πλήρη υποστήριξη στην Ουκρανία και στέλνοντας στρατιωτική και οικονομική βοήθεια. Από την έναρξη του πολέμου, χώρες που συνορεύουν και κάποτε ανήκαν στη Ρωσία, όπως οι Βαλτικές, η Φινλανδία αλλά και η Σουηδία εξέφρασαν τις ανησυχίες για ενδεχόμενο επέκτασης της ρωσικής επιθετικότητας προς αυτές. Φινλανδία και Σουηδία ανακοίνωσαν από κοινού τις αποφάσεις τους για ένταξη στο ΝΑΤΟ, ενώ σε Ουκρανία και Μολδαβία δόθηκε το πράσινο φως για την ενταξιακή τους διαδικασία στην ΕΕ.

Στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, η Δυτική Ευρώπη ήταν οικονομικά εξαντλημένη και στρατιωτικά αδύναμη, νέα ισχυρά κομμουνιστικά κόμματα είχαν δημιουργηθεί στη Γαλλία και την Ιταλία, ενώ στην Ελλάδα είχε ξεσπάσει ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμο μεταξύ του κυβερνητικού στρατού και των κομμουνιστικών δυνάμεων. Αντίθετα, η Σοβιετική Ένωση είχε βγει από τον πόλεμο με τον Κόκκινο Στρατό να επικρατεί σε όλα τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και μέχρι το 1948 οι κομμουνιστές με την υποστήριξη της Μόσχας είχαν εδραιώσει τον έλεγχό τους στις κυβερνήσεις αυτών των χωρών. Επιπλέον, η συνεργασία εν καιρώ πολέμου μεταξύ των δυτικών Συμμάχων και των Σοβιετικών είχε καταρρεύσει εντελώς. Κάθε πλευρά οργάνωνε τον δικό της τομέα της κατεχόμενης Γερμανίας, με αποτέλεσμα να προκύψουν δύο γερμανικά κράτη, ένα ομοσπονδιακό στα δυτικά και μία λαϊκή δημοκρατία στα ανατολικά.

Το 1948 οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαινίασαν το Σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο διοχέτευε τεράστια ποσά οικονομικής βοήθειας στις χώρες της δυτικής και νότιας Ευρώπης, υπό τον όρο ότι θα συνεργαστούν μεταξύ τους και θα συμμετάσχουν σε κοινό σχεδιασμό για την επίσπευση της αμοιβαίας ανάκαμψης.

Όσον αφορά τη στρατιωτική συνεργασία, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Βρυξελλών του 1948, πολλές δυτικοευρωπαϊκές δημοκρατίες ενώθηκαν, συνάπτοντας μια σύμβαση συλλογικής άμυνας που ονομάζεται Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση.

Τον Μάρτιο του 1948, μετά την επικράτηση των κομμουνιστών στην Τσεχοσλοβακία τον Φεβρουάριο, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας και του Καναδά άρχισαν συζητήσεις για ένα πολυμερές σχέδιο συλλογικής άμυνας που θα ενίσχυε τη δυτική ασφάλεια και θα προωθούσε τις δημοκρατικές αξίες. Σε αυτές τις συζητήσεις εντάχθηκαν τελικά η Γαλλία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Νορβηγία, η Δανία, η Ιταλία, η Ισλανδία και η Πορτογαλία και στις 4 Απριλίου του 1949 κατέληξαν στη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού Συμφώνου. Σύμφωνα με το καταστατικό, σε όλες τις χώρες θα εγκαθίσταντο ΝΑΤΟϊκές βάσεις εξοπλισμένες με πυρομαχικά και στρατιωτικό προσωπικό.

Υποκινούμενοι από την εισβολή της Βόρειας Κορέας στη Νότια Κορέα τον Ιούνιο του 1950, οι Ηνωμένες Πολιτείες έλαβαν μέτρα για να αποδείξουν ότι θα αντισταθούν σε οποιαδήποτε σοβιετική στρατιωτική επέκταση ή πιέσεις στην Ευρώπη. Ο στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων στη Δυτική Ευρώπη στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ονομάστηκε Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής Ευρώπης (SACEUR) από το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (το κυβερνών σώμα του ΝΑΤΟ) τον Δεκέμβριο του 1950. Ενώ τη θέση του Διοικητή κατείχε πάντα ένας Αμερικανός, τη θέση του γενικού γραμματέα κατείχε πάντα ένας Ευρωπαίος.

Με το όφελος της βοήθειας και της ομπρέλας ασφαλείας, η πολιτική σταθερότητα αποκαταστάθηκε σταδιακά στη Δυτική Ευρώπη και ξεκίνησε το μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα. Νέοι Σύμμαχοι προσχώρησαν στη Συμμαχία: πρώτες η Ελλάδα και η Τουρκία το 1952 και η Δυτική Γερμανία το 1955. H ευρωπαϊκή πολιτική ολοκλήρωση έκανε τα πρώτα της διστακτικά βήματα. Οι Δυτικογερμανοί συνεισέφεραν στη συνέχεια πολλές μεραρχίες και σημαντικές αεροπορικές δυνάμεις στη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Μέχρι τη στιγμή που τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, περίπου 900.000 στρατιώτες -σχεδόν οι μισοί από αυτούς από έξι χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Βέλγιο, Καναδάς και Ολλανδία)- βρίσκονταν στη Δυτική Γερμανία.

Σε αντίδραση στην ένταξη της Δυτικής Γερμανίας στο ΝΑΤΟ, η Σοβιετική Ένωση και τα κράτη-μέλη της από την Ανατολική Ευρώπη σχημάτισαν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας το 1955. Η Ευρώπη βρισκόταν σε μια ανήσυχη αντιπαράθεση, που αντικατοπτρίζεται από την κατασκευή του Τείχους του Βερολίνου το 1961.

Καθώς η αντίθεση στον σοβιετικού τύπου κομμουνισμό έγινε καθοριστικό χαρακτηριστικό της οργάνωσης, οι αντικομμουνιστικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα, που μόλις είχε βγει από έναν εμφύλιο, και της Τουρκίας, της οποίας το νεοεκλεγέν Δημοκρατικό Κόμμα ήταν σθεναρά υπέρ των Αμερικανών, δέχτηκαν εσωτερική και εξωτερική πίεση για να ενταχθούν στη συμμαχία, κάτι που έκαναν και οι δύο τον Φεβρουάριο του 1952. Οι δύο χώρες έστειλαν στρατεύματα στον πόλεμο της Κορέας.

Το 1974, η Ελλάδα ανέστειλε την ένταξη της στο ΝΑΤΟ λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, αλλά επανεντάχθηκε το 1980 με τη θετική ψήφο της Τουρκίας. Από τότε η Ελλάδα έχει συμμετάσχει σε όλες σχεδόν τις ΝΑΤΟϊκές πολεμικές επιχειρήσεις με στρατιωτικά σώματα.

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου