Αυτοί οι γενναίοι, απίθανοι Έλληνες του 1821

Αυτοί οι γενναίοι, απίθανοι Έλληνες του 1821

Τι σου είναι αυτοί οι συνειρμοί... Γίνονται αχαλίνωτοι, φορές φορές, έτσι που σε πάνε εδώ κι εκεί από το ένα θέμα στο άλλο. Ξεφύλλιζα τις προάλλες τον "Ερωτόκριτο" του Βιτσέντζου Κορνάρου, τελευταίο δείγμα της κρητικής λογοτεχνικής ακμής στο μεταίχμιο του 16ου -17ου αιώνα.

Ακμής συνώνυμης με την Αναγέννηση η οποία έληξε το 1699 (χρονιά άλωσης της βενετοκρατούμενης απ' το 1204 Κρήτης) με κύκνειο άσμα το μακρό αφηγηματικό ποίημα του Κρητικού ποιητή της Ύστερης Βενετοκρατίας. Την ερωτική ιστορία του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας σε στίχο που παραπέμπει σε δημοτικό τραγούδι όλο θερμότητα και αμεσότητα έκφρασης, σαν προσωπική μαρτυρία.

Σχεδόν ασυναίσθητα το βλέμμα μου σκάλωσε σε δυο στίχους στην αρχή ("Τζι περαζόμενους καιρούς, που οι Έλληνες ορίζα // κιοπού δεν είχε η Πίστη ντως θεμέλιο μηδέ ρίζα") και έμεινε αιχμάλωτο των συνειρμών του μύθου που έπλαθε ο κρητικός λαός για τους "παλιούς" Έλληνες στην εποχή του Κορνάρου.

Τους Έλληνες με τους οποίους δεν τολμούσε να συγκριθεί, γιατί -- στην αντίληψή του -- ήταν φυλή χειροδύναμη, γιγαντόκορμη, αθάνατη και θα ήταν ανίερη οποιαδήποτε "τιμητική σύγκριση" των παλιών Ελλήνων με τους υπόδουλους στους Τούρκους νέους.

Σημειωτέον ότι η αντίληψη αυτή φτάνει μέχρι τον 19ο αιώνα, αν λάβουμε υπόψη μας σχετική αναφορά στην παλιά κρητική έκφραση "Αυτός στάθηκε όλο το καλοκαίρι σαν τον Έλληνα στο θέρος" (ενν. "Δούλεψε παλικαρίσια στον θερισμό σαν γενναίος" -- ταύτιση του Έλληνα με τον γενναίο), την οποία ανέφερε σε ομιλία του στη Φιλοσοφική του ΑΠΘ το 1955 ο κλασικός Φιλόλογος Ιωάννης Κακριδή:

Έκφραση δηλωτική της εξιδανικευμένης αντίληψης για το όνομα "Έλληνας" που είχαν οι Κρητικοί του 16ου-17ου και 18ου αιώνα, σε βαθμό να μη θεωρούν τους εαυτούς τους (αλλά και όλους τους άλλους ομόγλωσσους και ομόθρησκους) άξιους για το όνομα "Έλληνας" που άφησαν κληρονομιά στους απογόνους τους οι Πατέρες..

Παρόμοια εικόνα για τον "Έλληνα" είχαν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας (Αράχωβα, Κεφαλονιά, Ήπειρο κλπ) όπου εξυμνούσαν (σε επίπεδο λαϊκής παράδοσης) την μεγαλοδυναμία και ανδρεία των αθάνατων Ελλήνων, όπως αποκαλύπτει εικονοπλαστικά η δημοτική μας παράδοση (βλ. παλιό ηπειρωτικό τραγούδι "Η Αγγελική της Κούμαινας έχει άντρα παλικάρι, // σαν Έλληνας έχει τσαμπά και στήθια σαν λιοντάρι").

Αυτή η μυθική ανδρεία ωστόσο που περιέβαλλε με δέος το προσωνύμιο "Έλληνες" τοποθετώντας τους στο "βάθρο" του ιδανικού, αντανακλούσε ευεργετικά στους επαναστατημένους Έλληνες του 1821, οι οποίοι -- παρ' ό,τι ταπεινοί αγωνιστές, "ραγιάδες" απλοί και αγράμματοι στην πλειοψηφία τους -- είχαν βαθιά πίστη στο Θεό και ιστορική ενσυναίσθηση.

Ενσυναίσθηση που τους έκανε -- αντί να "αυτομαστιγώνονται" (όπως οι προηγούμενοι, ως κατώτεροι έναντι των "παλιών Ελλήνων") -- να νιώθουν συνεχιστές του μεγάλου έργου εκείνων και του υποδείγματος αρετής, παλικαριάς και αξιοσύνης που τους παρέδωσαν.

'Ετσι ο ταπεινωμένος απ' τον Τούρκο κατακτητή (στα 400/500 χρόνια σκλαβιάς) "ραγιάς" μπήκε με αυτοπεποίθηση στον Αγώνα, πεπεισμένος ότι θα βγάλει ασπροπρόσωπους τους αρχαίους προγόνους του ως συνεχιστής της αθάνατης φύτρας εκείνων.

Οι αποδείξεις πολλές γι' αυτό. Παραθέτω τρεις ενδεικτικές: 1) Τη συχνή αναφορά του Μακρυγιάννη στους Έλληνες συναγωνιστές του (βλ. Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα: "Πατρίς, να μακαρίζεις γενικώς όλους τους Έλληνες, ότι θυσιάστηκαν για σένα, να σ΄ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μια φορά ελεύθερη πατρίδα, που ήσουνε χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών"), 2) Τη συχνή αναφορά των αγωνιστών στο όνομα "Έλληνες", που έγινε σύμβολο λεβεντιάς και περηφάνιας και 3) Την προβολή του ονόματος στις ομιλίες των οπλαρχηγών και δη του Κολοκοτρώνη, πράγμα που "έκανε τους ξένους από τα πέρατα του κόσμου να μιλούν για νεκρανάσταση των Ελλήνων" (Ι. Κακριδής: "Αρχαίοι Έλληνες και Έλληνες του '21", ομιλία στο ΑΠΘ- 1955) κλπ

"Νεκρανάσταση" γιατί, μέχρι το 1821, ήταν υποτονισμένο το όνομα "Έλληνας" -- είτε λόγω του ανιστόρητου των αγραμμάτων στην πλειοψηφία τους υποδούλων (σ.σ: Ο ξακουστός Κλέφτης, λχ, Νικοτσάρας δεν γνώριζε τον Αχιλλέα και θεωρούσε "παραμύθι" τα Ομηρικά έπη) είτε λόγω του αισθήματος κατωτερότητας απέναντι στους "υπεράνθρωπους" προγόνους τους ή του αγώνα επιβίωσης που έδιναν καθημερινά και επισκίαζε κάθε αναφορά στο ιστορικό παρελθόν τους.

Οι επαναστατημένοι πρόγονοί μας μέχρι το '21, ουσιαστικά, δεν τολμούσαν να υιοθετήσουν ως προσωνύμιο το όνομα "Έλληνες" και αυτοαποκαλούνταν "Γραικοί" (Σχετική αναφορά Κακριδή -- σε ομιλία του '55 στο ΑΠΘ -- στο "Πολεμιστήριον Άσμα" του κύριου εκφραστή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού Αδαμάντιου Κοραή [1800], ο οποίος αποκαλεί τον Ρήγα Φεραίο και τους άλλος 7 Έλληνες που εκτελέστηκαν μαζί του στη Βιέννη [1798] "Γραικούς", ενώ τους αρχαίους "Γραικούς" τους ονομάζει "Έλληνες").

Φανερή η διάθεση του διαφωτιστή-φιλολόγου για διάκριση των Ελλήνων σε παλιούς "Έλληνες" και νεότερους "Γραικούς". Όλα αυτά όμως έπαψαν να υφίστανται μαγικά με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης και οι υπόδουλοι πλέον υπερασπίζονταν με αυταπάρνηση το όνομα "Έλληνας" αντιδρώντας αρνητικά σε οποιοδήποτε άλλο χαρακτηρισμό.

Ενδεικτικό παράδειγμα, άλλωστε, είναι αυτό που ιστορεί ο Πελοποννήσιος Αμβρόσιος Φραντζής -- κληρικός, πολεμιστής και διπλωμάτης, 1771-1851 -- αναφερόμενος στους κατοίκους του Νιόκαστρου της Πύλου (βλ. Νέο Ναβαρίνο, σε αντιδιαστολή με το Παλιόκαστρο ή Παλαιό Ναβαρίνο) οι οποίοι εξανίσταντο όταν οι Τούρκοι τους αποκαλούσαν "Ρωμαίους". Χαρακτηρισμός θανάσιμα προσβλητικός για εκείνους, που ακουγόταν στα αυτιά τους "ως να τους είπον: βρε σκλάβοι!." (Φραντζής, τ. 1, σελ. 398 κ).

Το ίδιο κλίμα υπεράσπισης του ονόματος "Έλληνας" απ' τους επαναστατημένους Πατέρες μας το 1821, το συναντάμε και στις ιστορικές αφηγήσεις του στρατηγού Μακρυγιάννη (ο οποίος,παρεμπιπτόντως, απέδιδε στη λέξη "αρετή" τη σημασία της αρχαιοελληνικής ηθικής την οποία έδιναν σε αυτήν οι πρόγονοί μας). Στις ιστορικές αφηγήσεις του όπου κυρίαρχες εκφράσεις είναι το "Αθάνατοι Έλληνες" και το "ήρωές μου"!..

Η πίστη στο Θεό και την πατρίδα κυριαρχούν απ' την αρχή μέχρι το τέλος: "Εσύ, Κύριε, θ' αναστήσεις τους πεθαμένους Έλληνες, τους απογόνους αυτεινών των περίφημων ανθρώπων, οπού στόλισαν την ανθρωπότη μ' αρετή. Και με τη δύναμή Σου και τη δικαιοσύνη Σου θέλεις να ξαναζωντανέψεις τους πεθαμένους...".

Το πνεύμα αυτό μάς μεταφέρει και ο Φωτάκος (αγωνιστής και ιστορικός του Αγώνα) στα δικά του "Απομνημονεύματά", όταν παραθέτει πλήθος μαρτυριών από ομιλίες του Κολοκοτρώνη στους στρατιώτες του ή συστάσεις σε απλούς πατριώτες, όπου ο Γέρος του Μοριά τους προσφωνεί ως "Έλληνες ήρωες" με αέρα λεβεντιάς και περηφάνιας, εκτός κι αν θύμωνε μαζί τους.

Γιατί υπήρχαν κι αυτές οι στιγμές, αν λάβουμε υπόψη μας το γνωστό επεισόδιο του Κολοκοτρώνη με το βοσκό στη μάχη των Δερβενακίων:

- Βρε, Έλληνα! Τι στέκεις έτσι; Πήγαινε κι εσύ να σκοτώσεις Τούρκους!., προέτρεπε έναν βοσκό ο Κολοκοτρώνης.

Και όταν εκείνος τον υπάκουσε και παρουσιάστηκε μπροστά του αρματωμένος με όπλα Τούρκων, ο Αρχιστράτηγος (1770 1843) του φώναξε περιχαρής:

- Εύγε σου, Έλληνά μου!

Για το θέμα της σύζευξης του ονόματος "Έλληνας" με τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση αναφέρονται πολλά παραδείγματα και στο έργο "Ανέκδοτοι αυτόγραφοι επιστολαί των επισημοτέρων Ελλήνων οπλαρχηγών" του Κύπριοι Νεάρχου Φυσεντζίδη (1863-1943), γόνου μιας εκ των παλαιοτέρων οικογενειών της Λευκωσίας (σχετική αναφορά Κακριδή στην ιστορική ομιλία του στο ΑΠΘ την 25η Μαρτίου του 1955).

Μια από τις επιστολές είναι αυτή του Ήβου Ρήγα προς τους στρατηγούς Βαρνακιώτη Μπακόλα και άλλους, Ο Ήβος Ρήγας, σημειωτέον, ήταν Έλληνας αγωνιστής του 1821 και πολιτικός από τα Αμπελάκια Θεσσαλίας, ο οποίος μυήθηκε το 1819 στη Φιλική Εταιρεία. Στην εν λόγω επιστολή του, λοιπόν, ο Ρήγας (προσωπικός φίλος του Δημήτριου Υψηλάντη, διορισμένος από εκείνον "πρόεδρος της Εφορίας του Μεσολογγίου") γράφει χαρακτηριστικά:

- [...] Αύριον μεθαύριον, όταν σας παρρησιασθή ένας απ' αυτούς και σας εύρη όλους άνδρας και Έλληνας...

Που πάει να πει ότι το όνομα "Έλληνας" το χρησιμοποιούσαν κατά την ελληνική επανάσταση όχι μόνο ως εθνικό χαρακτηρισμό, αλλά και ως συνώνυμο της λέξης "γενναίος". Κάτι που διαπιστώνουμε και στα (πρωιμότερα πολλών όλων) "Απομνημονεύματα" του αγωνιστή και ιστορικού του '21 Νικόλαου Κασομούλη, όπου παρουσιάζεται ο αθυρόστομος Γεώργιος Καραϊσκάκης να αρνιέται το δικαίωμα σε αυτούς που πιάστηκαν απ' τους Τούρκους να φέρουν το τιμημένο όνομα "Έλληνες". Έτσι λέει απευθυνόμενος στους πρώτους που πανηγύριζαν γιατί τους κρατούσαν αιχμαλώτους:

- Κερατάδες! Αυτουνούς που αιχμαλωτίσετε ήταν εδικοί σας, ήτον Τούρκοι, ήτον Εβραίοι, διότι "ραγιάς" αυτό θα ειπή. Ιδού οι Έλληνες!. Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα!..

Γενναίοι, απίθανοι Έλληνες του 1821, αιωνία σας η μνήμη!

Κρινιώ Καλογερίδου


Σχόλια