Η Σωκρατική αλήθεια, η αριστεία και το νωθρό άλογο της εξουσίας

Η Σωκρατική αλήθεια, η αριστεία και το νωθρό άλογο της εξουσίας

Το γνωστό για την αξία της μόρφωσης "Τῆς παιδείας αὶ μέν ῥίζαι πικραί οὶ δε καρποί γλυκεῖς " αποτελεί, ασφαλώς, πολύτιμο κληροδότημα σοφίας των αρχαίων Πατέρων μας, όπως και το "Φίλει την αλήθειαν καν πικρά εί" (μ.τ.φ: Να αγαπάς την αλήθεια και όταν ακόμα είναι πικρή).

Αν επιχειρήσουμε να "ξεκλειδώσουμε" το πάθος για μόρφωση, θα οδηγηθούμε στο θυσιαστικό πάθος για ελευθερία, για να καταλήξουμε στη βαθύτερη αλήθεια, στόχο-οδηγό για το υγιές πνευματικό κίνημα που είχε αναπτυχθεί χάρη στον Σωκράτη, 470 π.Χ./469 –399 π.Χ) και ζητούσε την δια του διαλόγου αλήθεια.

Αυτήν που υπερασπίστηκε σθεναρά και αποδεικτικά κατά την απολογία του ο μέγας Έλλην φιλόσοφος (Πλάτων: "Ἀπολογία Σωκράτους") ως απάντηση στο ανυπόστατο κατηγορητήριο (περί ασέβειας προς τους θεούς, άρνησης της επίσημης κρατικής θρησκείας για λατρεία καινούργιων, ψευδών θεών ["καινά δαιμόνια"] και για διαφθορά των νέων).

Κατηγορητήριο που εκτόξευσαν αναπόδεικτα εναντίον του στην Ηλιαία (χωρίς επιχειρήματα, μαρτυρίες και στοιχεία) οι "επίορκοι ψευδομάρτυρες" Άνυτος (πλούσιος βυρσοδέψης με πολιτική επιρροή στην Αθήνα), Μέλητος (άγνωστος ποιητής) και Λύκων (ρήτορας), για να πάρουν αποστομωτικές απαντήσεις από τον απολογούμενο επί 6 ώρες περίπου στο αρχαιότερο δικαστήριο της Αθήνας Σωκράτη (399 πΧ), ο οποίος είχε έναν και μοναδικό στόχο:

Την ανεύρεση του δικαίου και την αποκατάσταση της αλήθειας στον προκαθορισμένο χρόνο που του έδινε η κλεψύδρα (για την ροή ή διακοπή της οποίας, λόγω λειψυδρίας, ήταν υπεύθυνος ειδικός υπηρέτης καλούμενος "ο εφ ύδωρ").

Την αλήθεια την αντιμάχονταν, για ίδιον όφελος, πολλοί στην Αθηναϊκή Δημοκρατία. Από τους δημαγωγούς μέχρι και τους ίδιους τους δικαστές, που (υποτίθεται) την αναζητούσαν . Γι' αυτό και στην "Ἀπολογία Σωκράτους", 14-15 του Ξενοφώντα (που γράφτηκε μεταξύ 360-350 π Χ, πολύ αργότερα δηλαδή από το ομώνυμο Πλατωνικό έργο) οι μεν συκοφάντες κατήγοροί του βιάζονταν να εξοντώσουν τον άριστο των φιλοσόφων πριν την αποκάλυψη της αλήθειας, οι δε δικαστές τον διέκοπταν ("από φθόνο") με φωνές.

Τον διέκοπταν με φωνές εσκεμμένα (για να χάσει τον ειρμό των σκέψεών του) αναγκάζοντάς τον να τους ζητά επανειλημμένα να μη θορυβούν, αλλά να τον ακούνε (Πλάτων: "Ἀπολογία Σωκράτους" 30-31, Γ': "Μὴ θορυβεῖτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀλλ' ἐμμείνατέ μοι οἷς ἐδεήθην ὑμῶν, μὴ θορυβεῖν ἐφ' οἷς ἂν λέγω ἀλλ' ἀκούειν").

Γιατί τα αναφέρω αυτά; Για να δείξω ότι ακόμα και στη δημοκρατία-πρότυπο της πόλης-κράτους της Αθήνας ήταν δύσκολη υπόθεση ο συνδυασμός των εννοιών παιδεία-δικαιοσύνη-ελευθερία-αλήθεια, καθώς -- στο ιστορικό παρελθόν και πολύ περισσότερο τώρα -- δεν έγινε και δεν γίνεται κατανοητό το πολύ απλό που έλεγε ο Σωκράτης. Ότι, δηλαδή, όλες οι έννοιες υπάρχουν και αντιστοιχούν σε πρόσωπα και πράγματα, σε κοινωνικές καταστάσεις.

Έτσι, λόγου χάρη -- για να το προσαρμόσουμε αυτό στην πολιτική πραγματικότητα του καιρού μας με επίκεντρο την "αριστεία"-- θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι, διακομματικά και διακυβερνητικά, αγνοούμε επιδεικτικά τη συνάφεια της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αλήθειας με την αριστεία, που παραπέμπει στο Ομηρικό "αἰὲν ἀριστεύειν" (Ομήρου Ιλιάς, Ζ',στίχος 208), τη φυλετική επιθυμία των ανθρώπων της εποχής του Ομήρου για απόλυτη προσωπική διάκριση και υπεροχή (ενδεικτικό παράδειγμα ο Αχιλλέας στην Τροία κλπ).

Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην αντιμετωπίζουμε την "αριστεία" σαν έννοια κλασική και καθολική, με την αρχαία οπτική που πατούσε στην Ομηρική και ήθελε ως πρότυπο ήρωα τον άριστο άνθρωπο. Άνθρωπο κάθε κοινωνικής τάξης που ήταν ταλαντούχος, μορφωμένος, δίκαιος, φιλαλήθης, ξεχωριστός σε ήθος και πνεύμα.

Άνθρωπος που δεν είχε σκοπό απλά την επιβίωσή του ή την κοινωνική του ανέλιξη, αλλά την ανάπτυξη ικανοτήτων οι οποίες θα τον βοηθούσαν να αντιμετωπίσει όρθιος και τις τραγωδίες ακόμα. Θα τον βοηθούσαν να αναπτυχθεί εσωτερικά και να αναδείξει όλες τις ιδέες και τις αξίες οι οποίες εγκιβωτίζονται ετυμολογικά στο "άνω θρώσκω" του προσδιορισμού του.

Του ανώτερου σκοπού δημιουργίας του, δηλαδή, με προορισμό την ταύτισή του με το θείο. Γι' αυτόν τον άριστο άνθρωπο έγραψε ο Όμηρος το "Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν": Ιλιάδα Ζ '208 (μ.τ.φ: "Να είσαι πάντα πρώτος και ανώτερος από όλους και να μην ντροπιάζεις τη γενιά των προγόνων σου").

Συμβουλή που έδωσαν -- στο εν λόγω Ομηρικό έπος -- ο Πηλέας στον γιο του Αχιλλέα, όταν έφυγε για την Τροία (Ιλιάδα Λ', 784) και ο Ιππόλοχος στον γιο του Γλαύκο, αρχηγό των Λυκίων, συμμάχων των Τρώων και αντιπάλων των Αχαιών (Ιλιάδα Ζ', 128).

Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει (σαν συμβουλή προς τον "άριστο") να μην απομακρυνθεί και να μην λησμονήσει τα ιερά και τα ιδεώδη που συνοδοιπορούν με την ελευθερία και το πνεύμα ευγενούς άμιλλας στην παιδεία (για υπέρβαση της μετριότητας και της άλογης εξισορρόπησης προσώπων και καταστάσεων), ώστε να αναδειχθεί μέσω της αριστείας η αλήθεια προς το συμφέρον του κοινού καλού και της πατρίδας.

Κοινό καλό όμως δε σημαίνει "εξισορρόπηση των ταξικών διαφορών προς τα κάτω", όπως την εννοούν πολλοί Έλληνες σήμερα, όμηροι μιας στρεβλής ιδεοληψίας που προωθεί συστηματικά και λαϊκιστικά στην Εκπαίδευση την αντίληψη "υπέρ της ήσσονος προσπαθείας".

Ούτε σημαίνει, από την άλλη, επίδειξη επιστημονικών διπλωμάτων και πτυχίων γλωσσομάθειας διάσημων ξένων πανεπιστημίων από άνεργους συνήθως γόνους πλούσιων οικογενειών οι οποίοι έχουν σπουδάσει με τη βεβαιότητα ότι -- λόγω και μόνο της καταγωγής και της αριστείας τους -- θα ανέλθουν στα ύψιστα αξιώματα που καθορίζουν την μοίρα της Ελλάδας.

Ξεχνούν, προφανώς, αμφότερες οι πλευρές ότι η πατρίδα για να ορθοποδήσει χρειάζεται άξιους κυβερνήτες. εργατικούς και οραματιστές, για τους οποίους η αριστεία ξεκινά από τις ιδέες (αξίες και ιδανικά στα πρότυπα των προγόνων μας), προχωρά στη φύση και καταλήγει στον άνθρωπο.

Τον άνθρωπο-Έλληνα, εν προκειμένω, που θέλει να κυβερνιέται από πολιτικούς του "εμείς" και όχι του "εγώ", για να τους έχει για πρότυπά του. Από πολιτικούς ειλικρινείς, ανιδιοτελείς και αποφασισμένους να αλλάξουν την μοίρα της Ελλάδας χωρίς να λογαριάζουν το πολιτικό κόστος και τη δυσαρέσκεια που θα προκαλούν οι ενοχλητικές αλήθειες τους.

Αλήθειες που θα αφυπνίζουν τους Έλληνες από την εθνική αγρανάπαυση, θα κεντρίζουν τη συναισθηματική νοημοσύνη τους και θα κινητοποιούν την παραγωγή σκέψεων και κρίσεων στη θέση του ωχαδελφισμού τους.

Η Ελλάδα χρειάζεται κυβερνήτες των έργων κι όχι των λόγων. Κυβερνήτες του μέτρου σε όλα και προπάντων στην επικοινωνία και τα "θέλω" των ξένων, χάριν των οποίων δεν πρέπει να υποχωρούν σπιθαμή από τα εθνικά μας συμφέροντα ούτε να θυσιάζουν γι' αυτούς τους άρρηκτους και διαχρονικούς δεσμούς μας με την Κύπρο και τις ελληνικές μειονότητες.

Δεν πρέπει να θυσιάζουν τα συμφέροντα του Ελληνισμού, εν γένει, που προϋποθέτουν -- για την αντιμετώπισή τους -- κοινωνική συνεκτικότητα, πρόταξη των ελληνικών προτεραιοτήτων έναντι των ξένων που μας πιέζουν και σοφή αντιμετώπιση της Υπογεννητικότητας στην Ελλάδα, έτσι ώστε να μην υπονομεύεται η κοινωνική ευρυθμία και η εθνική ομοιογένεια του ελληνικού πληθυσμού.

Ο Σωκράτης στην "Απολογία" του παρομοίασε τον εαυτό του με ενοχλητική αλογόμυγα για το "νωθρό άλογο" της εξουσίας στην αρχαία Αθήνα. Δήλωσε μάλιστα ότι άκουγε μέσα του μια φωνή (το "δαιμόνιο") που του απαγόρευε να πράττει ο,τιδήποτε πήγαινε κόντρα στη συνείδησή του και τα συμφέροντα της πατρίδας του.

Αυτό το είδος ευσυνειδησίας και πατριωτισμού χρειάζεται απ' τους κυβερνήτες της η Ελλάδα. Χρειάζεται το είδος των αρίστων που με υπόβαθρο τη φιλοπατρία και την πίστη, τη γνώση και την ικανότητα, τη διορατικότητα και τη συναισθηματική νοημοσύνη, θα κυβερνούν με γνώμονα την εθνική συνείδηση, τη δικαιοσύνη, την ισότητα, την αξιοκρατία και τη σωφροσύνη.

Αν γίνουν δυνατά αυτά που προς ώρας δείχνουν αδύνατα, θα αλλάξει επίπεδο όχι μόνο η πολιτική μας ζωή, αλλά και η κοινωνική. Κι αυτό γιατί οι Έλληνες θα γνωρίσουν την πραγματική ευημερία σε καθεστώς γνήσια δημοκρατικό με εξόριστο τον νεποτισμό, τη διαφθορά, την αναξιοκρατία και το ρουσφέτι.

Το πνεύμα της αυθεντικής αριστείας της ηγεσίας θα συμπαρασύρει μιμητικά διαστρωματικά τον λαό που θα εμπιστεύεται και δεν θα αμφιβάλλει πια για τους κυβερνήτες του. Το αίσθημα της ισότητας και της δικαιοσύνης θα καταλαγιάζει τα όποια παράπονά του, όταν θα δει την πρόοδο σε όλα τα επίπεδα με πρώτα αυτά της Άμυνας, της πρωτογενούς παραγωγής, της υγείας και της παιδείας.

Όταν θα δει να μετατρέπονται τα περισσότερα "μονολιθικά" σχολεία σε πειραματικά κλασικού τύπου και να ανοίγουν παράλληλα ποικίλα άλλα διαφορετικών ειδικοτήτων (αγροτικά/γεωργικά [βλ. Αμερικανική Σχολή Θεσσαλονίκης], ναυτικά [βλ. Ναυτική Σχολή Ύδρας] κλπ), τα οποία θα μετεξελίξουν τα επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑ.Λ) και γενικότερα το τοπίο στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Όταν θα δει να μετατρέπονται τα υποβαθμισμένα σήμερα σχολεία σε πρότυπα μάθησης, πατριωτισμού, επιστημοσύνης και ανθρωπισμού, πίστης και δημοκρατικότητας μέσα σε ένα γονιμοποιό και πλουσιόδωρο γνωστικά και ηθικά εκπαιδευτικό περιβάλλον.

"Πολύ ωραία όλα αυτά", θα μου πείτε, "αλλά μας φαίνονται πολύ καλά για να γίνουν αληθινά -- υπό προϋποθέσεις -- στο μέλλον, όπως υπονοείτε. Κι αυτό γιατί, σχεδόν πάντα, οι εκάστοτε κυβερνήτες μας φροντίζουν να υπάρχει 'τυράκι' στη φάκα που θα παγιδέψει τον λαό. Μόνο που ο τελευταίος έστω και καθυστερημένα, το ανακαλύπτει...

"Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον, έχετε δίκιο. Στο ζήτημα της Παιδείας, τουλάχιστον, υπάρχει σχέδιο που κάποιοι ιθύνοντες της Παιδείας προωθούν τα τελευταία χρόνια διακυβερνητικά, αλλά αυτό προχωρά σημειωτόν λόγω "αντιστάσεων" και λοιπών εμποδίων.

Εμποδίων στο πεδίο εφαρμογής της λεγόμενης "Συμπεριληπτικής Εκπαίδευσης" μέσα στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας για σύνδεση της ποιότητας μάθησης στο σχολείο με τη βελτίωση του σχολικού κλίματος και των σχέσεων των μαθητών μεταξύ τους και με τους δασκάλους/καθηγητές τους.

Διαδικασίας που γεννήθηκε όχι μόνο από την ανάγκη εφαρμογής της ισοπολιτείας και της αποδοχής της διαφορετικότητας σε καθεστώς δημοκρατίας, αλλά και από την υπάρχουσα διαχρονικά οικονομική δυσπραγία (βλ. κονδύλια τομέα Εκπαίδευσης).

Πολύ περισσότερο όταν ο αριθμός των παιδιών της "διαφορετικότητας" (που δεν είναι μόνο ΑΜΕΑ, τα Ειδικά Σχολεία των οποίων δεν επαρκούν) αυξάνεται συν τω χρόνω λόγω και των αυξημένων ροών μετανάστευσης.

Κι αυτό απαιτεί επιπλέον αριθμό κτιριακών εγκαταστάσεων και πρόσθετους διορισμούς εκπαιδευτικών κατ' έτος, αφού στα παιδιά με ειδικές ανάγκες θα προστεθούν και όλα τα άλλα που είναι εκτός σχολικής διαδικασίας, ανεξάρτητα από τη σχολική τους επίδοση, την εθνικότητα, το φύλο, την κοινωνική τάξη και τη σεξουαλική επιλογή τους...

Κρινιώ Καλογερίδου

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου