Χρήστος Μάστορας, η πορεία του από την Βόρειο Ήπειρο μέχρι το Μαξίμου

Χρήστος Μάστορας, η πορεία του από την Βόρειο Ήπειρο μέχρι το Μαξίμου

Ποιος είναι ο frontman του νεανικού συγκροτήματος Melisses που έφτασε μέχρι το γραφείο του Μητσοτάκη, για να διορθώσει την αδικία σε βάρος των συντοπιτών του - Η διαδρομή από το Βοδίνο της Βορείου Ηπείρου έως τις ουρές στο Τμήμα Αλλοδαπών στο Ρουφ για την υπηκοότητα - Η κατάκτηση της δόξας με την πιο γνωστή ποπ μπάντα της Ελλάδας, η γενναία στάση υπέρ του εμβολίου και τα πύρινα posts στα social media, που πετυχαίνουν πάντα τον στόχο τους

Στις 17 Νοεμβρίου του 2002 ο Χρήστος Μάστορας αποφάσισε να κάνει κάτι αταίριαστο με την έμφυτη συστολή και τη σχεδόν παιδιάστικη ντροπή που τον διέκρινε από παιδί και όλοι συμφωνούν -μαζί και ο ίδιος- πως τον ακολουθεί μέχρι και σήμερα σαν πιστό σκυλί. Αποφάσισε να αφήσει αυτό που τότε θα ορίζαμε μάλλον ως βολή του (βλ. σημερινό comfort zone) και να εκθέσει το πιο ιδιωτικό και άρα το πλέον ιερό κομμάτι του εφηβικού μικρόκοσμού του στους συμμαθητές του. Με αφορμή τη σχολική γιορτή στην επέτειο του Πολυτεχνείου, ο 16χρονος Μάστορας πήρε την κιθάρα του, μάζεψε όσο απόθεμα κουράγιου μπορούσε να αντλήσει, ανέβηκε στη σκηνή και ερμήνευσε μπροστά στους έκπληκτους συμμαθητές του το τραγούδι «Imagine» του Τζον Λένον. Στην πραγματικότητα βέβαια το ξάφνιασμα ήταν όλο δικό του, αφού εν μια νυκτί κατάφερε να σβήσει μονοκοντυλιά τις δεύτερες σκέψεις, να ξεπεράσει την εσωτερική αμφιβολία και να εκθέσει σε κοινή θέα αυτό που για χρόνια συνέβαινε στο δωμάτιο που μοιραζόταν με την κατά 7 χρόνια μικρότερη αδελφή του και που οι γονείς του έστηναν αυτί έξω από την πόρτα για να ακούσουν. Δηλαδή τη μουσική.

Τρεις μέρες πριν από εκείνη την προφανώς καθοριστική για την καλλιτεχνική εξέλιξή του ημέρα, ο Μάστορας είχε γιορτάσει τα 16α γενέθλιά του. Η εμφάνισή του ίσως ήταν τελικά το μεγαλύτερο δώρο που έκανε ποτέ στον εαυτό του. Σήμερα, ο τραγουδιστής και ψυχή του συγκροτήματος Melisses, της πιο απενοχοποιημένης και αναπολογητικής εγχώριας ποπ μπάντας, συμπληρώνει 35 χρόνια ζωής. Και αν τα χρονικά ορόσημα είναι μια καλή αφορμή για ανασκοπήσεις και απολογισμούς, ο Μάστορας έχει κάθε λόγο να υποστηρίζει πως η ζωή δεν του τα έφερε καλύτερα ή χειρότερα απ' όσο τα είχε υπολογίσει, γιατί πολύ απλά τα πράγματα ήρθαν όπως ούτε ο ίδιος δεν τα είχε φανταστεί.

«Δεν μας θεωρούν Ελληνες, γιε μου»

Δε θα μπορούσε να υπάρχει πιο αδιάσειστο τεκμήριο γι' αυτό από τη συνάντηση του καλλιτέχνη με τον πρωθυπουργό το προηγούμενο Σάββατο. Ο Χρήστος Μάστορας πέρασε το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου έπειτα από πρόσκληση του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν ήταν απλώς μια εθιμοτυπική συνάντηση γνωριμίας, αλλά η ανάγλυφη απόδειξη πως οι καλλιτέχνες μπορούν να είναι στ' αλήθεια επιδραστικοί, αρκεί να διαθέτουν τη σκέψη, την ενσυναίσθηση αλλά και τη συνείδηση του κοινωνικού αντικρίσματος που μπορεί να έχει όχι μόνο η τέχνη αλλά και η φήμη τους. Τον Φεβρουάριο του 2020, λίγες εβδομάδες πριν από το ξέσπασμα του πρώτου πανδημικού κύματος ο Χρήστος Μάστορας μοιράστηκε με τους ινσταγκραμικούς followers του που αθροίζονται σήμερα σε 330.000 ένα βίντεο από το χωριό του, το Βοδίνο της Βόρειας Ηπείρου, και το συνόδευσε με μια πύρινη μακροσκελή λεζάντα. Εγραφε ανάμεσα σε άλλα: «Μου στέλνει σήμερα ο πατέρας μου ένα γεγονός που τα media έκαναν αβαβά, λέγοντας μου τη φράση "τελικά δεν μας θεωρούν Ελληνες, γιε μου".

Πρόκειται για κάτι που ο Πρωθυπουργός που τόσοι Βορειοηπειρώτες στηρίξαμε, επέλεξε να μην τηρήσει. Την αδικία που δεσμεύτηκε κι ο ίδιος, σε σχέση με τις συντάξεις των Βορειοηπειρωτών και τον απεχθή νόμο Κατρούγκαλου, ότι θα διορθώσει. Οι Βορειοηπειρώτες λοιπόν παρά το γεγονός ότι έχουν εκπληρώσει απόλυτα τις υποχρεώσεις τους προς το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας ΤΟΥΣ και ΜΑΣ, λαμβάνουν κατά πολύ μειωμένη σύνταξη σε σχέση με τους Ελλαδίτες που έχουν τα ίδια ένσημα! Κι όμως εν έτει 2020 αντιμετωπιζόμαστε ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας». Η συναισθηματικά φορτισμένη αλλά τεκμηριωμένη ανάρτηση μπορεί εύλογα να αναπαράχθηκε και να συζητήθηκε εν είδει viral, δηλαδή εφήμερης είδησης, κυρίως όμως απέδωσε καρπούς. Η συνάντηση μισής ώρας με τον πρωθυπουργό που πραγματοποιήθηκε 19 μήνες και μια πανδημία μετά απέδειξε πως ένας καλλιτέχνης μπορεί να είναι ουσιαστικά παρεμβατικός, αρκεί να μη σπαταλά την αναγνωρισιμότητά του για να τρέφει την αυτοαναφορικότητά του. Από μόνη της η εικόνα ενός ανθρώπου που εκπατρίστηκε σε ηλικία 3 χρόνων από τη Βόρεια Ηπειρο, μεγάλωσε και ανδρώθηκε στις γειτονιές της Αθήνας -συγκεκριμένα στα Πετράλωνα και στο Κουκάκι-, κέρδισε την επιτυχία με εργαλείο το ταλέντο και πρώτη ύλη τον ιδρώτα του, αλλά δεν ξέχασε και δεν αρνήθηκε ποτέ την ταυτότητά του είναι αν το καλοσκεφτεί κανείς συνταρακτική.

Με τη Ρίτα Γουίλσον, την ελληνικής καταγωγής σύζυγο του Τομ Χανκς, γνωρίστηκαν από το Instagram, διατηρούν στενή φιλική σχέση και έγραψαν το τραγούδι τους «Let me be» μέσω Zoom στη διάρκεια της καραντίνας

Η πρόσκληση του Χρήστου Μάστορα στο Μέγαρο Μαξίμου και η διά ζώσης γνωριμία του με τον πρωθυπουργό -αξίζει να υπενθυμίσουμε πως είχαν συνομιλήσει τηλεφωνικά τόσο τον Φεβρουάριο του 2020 όσο και το καλοκαίρι που μας πέρασε, όταν ο τραγουδιστής είχε μοιραστεί και πάλι μέσω κοινωνικών δικτύων την εμπειρία του εμβολιασμού του για τον κορωνοϊό- γέννησε αρκετές συνεκδοχές. Προαλείφεται ο καλλιτέχνης για βουλευτής; Ήταν το λάκτισμα για να αφήσει κατά μέρος τη μουσική και να κατέλθει στον πολιτικό στίβο; Πολλές εικασίες διατυπώθηκαν και πολλά προπετώς απαντημένα ερωτήματα τέθηκαν, αμφότερα όμως αποδεικνύονται αβάσιμα.

Σε επικοινωνία που είχαμε με τον μάνατζερ του καλλιτέχνη, Γιάννη Κουτράκη, εκείνος διέψευσε με κάθε τρόπο την οποιαδήποτε οιονεί πρόθεση του Μάστορα να ασχοληθεί με τα κοινά. Μπορεί οι αυθαίρετες υποθέσεις στις οποίες πολλοί με σπουδή κατέφυγαν να είναι ταιριαστές με τον τρόπο που είθισται πια να συμβαίνουν τα πράγματα, όμως είναι εντελώς αταίριαστες με την κοσμοθεωρία του τραγουδιστή ή αλλιώς ενός ανθρώπου που έχει μάθει να κάνει τα πράγματα όχι με αντισυμβατικό, φανφαρόνικο ή θορυβώδη τρόπο αλλά απλώς με τον δικό του. Η δημοσίευσή του στο Instagram μετά τη συνάντηση του Σαββάτου στο Μέγαρο Μαξίμου έγινε έτσι η κατακλείδα μιας ιστορίας με αρχή, μέση και -αίσιο καταπώς φαίνεται- τέλος για τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των Βορειοηπειρωτών: «Σήμερα μετά από δέσμευση του Πρωθυπουργού φαίνεται να κλείνει ο κύκλος της αδικίας και να ανοίγει αυτός της ισότητας, της δικαίωσης και της αναγνώρισης.

Σήμερα μετά από την κουβέντα που είχαμε πλέω σε πελάγη ευτυχίας και βουρκώνω από συγκίνηση γιατί οι φωνές βοώντων εν τη ερήμω, εισακούσθηκαν… Ευχαριστώ τον Πρωθυπουργό για την πρόσκληση και για την ειλικρινή συζήτηση που κάναμε. Περιμένουμε με ανυπομονησία και την τυπική δικαίωση με την ψήφιση του προϋπολογισμού του 2022». Για όσους ενδιαφέρονται για τα trivia της συνάντησης, οι δύο άνδρες συζήτησαν και για τη μουσική, με τον πρωθυπουργό να ενημερώνει τον καλλιτέχνη πως γνωρίζει τα τραγούδια του μέσω των παιδιών του.

Δεν κρύφτηκε ποτέ

Μολονότι ζούμε σε μια εποχή ψευδεπίγραφης, σχεδόν απόκοσμης τελειότητας αλλά και σε έναν κόσμο που αναζητά με λαιμαργία την όποια αχίλλειο πτέρνα του άλλου για να τη δείξει με το δάχτυλο, ο Χρήστος Μάστορας ποτέ δεν έκρυψε κάτω από το χαλί εκείνα που οι άλλοι θα μπορούσαν να εκλάβουν ως θεωρητικά τρωτά σημεία του. Δήλωνε πάντα περήφανος για την καταγωγή του από Βοδίνο της Βόρειας Ηπείρου -σε πρόσφατη συνέντευξή του δήλωσε μάλιστα μεταξύ αστείου και σοβαρού πως το χωριό του ήταν δύο χιλιόμετρα άτυχο, αφού αν και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Κακαβιά ανήκει στην επικράτεια της Αλβανίας-, αλλά και πικραμένος που κατάφερε να αποκτήσει ελληνική ταυτότητα μόλις το 2010. Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια από τη μέρα που εγκαταστάθηκε με τους γονείς του σε ένα διαμέρισμα στα Πετράλωνα ώστε να αποκτήσει τα αυτονόητα δικαιώματα του Ελληνα πολίτη. Ως τότε ήταν αναγκασμένος να περιμένει κάθε τόσο υπομονετικά στην ουρά του Τμήματος Ααλλοδαπών του Ρουφ, συντροφιά πάντα με ένα «γιατί;» που κατέκλυζε το μυαλό του. Παρότι πάντως το Ελληνικό Δημόσιο καθυστέρησε να του αποδώσει στα χαρτιά την ταυτότητά του, εκείνος την αγκάλιαζε ανέκαθεν. Και σ' αυτό έπαιξε προφανώς ρόλο η οικογένειά του, οι γονείς, οι πολυαγαπημένοι του παππούδες αλλά και τα παιδικά καλοκαίρια στο χωριό, τότε που κρυβόταν κάτω από το τραπέζι, άκουγε φίλους και συγγενείς να ερμηνεύουν πολυφωνικά τραγούδια και για κάποιον ακατανόητο τότε λόγο δάκρυζε.

Το πρώτο συγκρότημα που δημιούργησε με τους συμμαθητές του, με πολλούς από τους οποίους παραμένουν φίλοι έως σήμερα, λέγονταν True Illusion. Ηταν η εποχή όπου ο Μάστορας περνούσε τη metal φάση του και ορκιζόταν στους Deep Purple - το τελευταίο συμβαίνει ακόμα. Αργότερα η μπάντα μετεξελίχθηκε στους Crazy Lazy, ένα γκρουπ που ξεκίνησε να γράφει χιλιόμετρα στα αθηναϊκά live clubs ερμηνεύοντας διασκευές ξένων κομματιών. Οι Melisses άρχισαν να «επανδρώνονται» από ανθρώπους ανήσυχους και δημιουργικούς, τους οποίος ο Μάστορας γνώρισε στη μουσική σκηνή «Το Ονομα του Ρόδου» στην Καλλιθέα. Ηταν μια ομάδα νέων ανθρώπων που δεν ήθελαν να περάσουν τη ζωή τους ερμηνεύοντας τραγούδια άλλων. Είχαν άλλωστε να πουν τα δικά τους. Για το όνομα του σχήματος ευθύνεται ένας πλανόδιος πωλητής μελιού, τον οποίο η παρέα συνάντησε τυχαία πίνοντας ρακόμελα στο Θησείο, αλλά και μια μέλισσα που έπεσε την ίδια βραδιά το ποτήρι ενός από τους συνδαιτυμόνες. Κι οι Beatles αν το καλοσκεφτείς από το βασίλειο των εντόμων άντλησαν το όνομά τους.

Η συνάντηση μισής ώρας του Χρήστου Μάστορα με τον πρωθυπουργό που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου απέδειξε πως ένας καλλιτέχνης μπορεί να είναι ουσιαστικά παρεμβατικός, αρκεί να μη σπαταλά την αναγνωρισιμότητά του για να τρέφει την αυτοαναφορικότητά του

Επιχειρηματικό πνεύμα

Αν σε κάτι συμφωνούν όλοι όσοι γνωρίζουν τον Χρήστο Μάστορα, εκτός από το γεγονός πως πρόκειται για έναν ταλαντούχο καλλιτέχνη αλλά κι έναν σεμνό, ταπεινό, συγκροτημένο άνθρωπο, είναι πως διαθέτει επιχειρηματικό πνεύμα. Εκείνος ήταν που θα έλεγε κανείς πως έβαλε στο χαρτί το όνειρο μιας παρέας παιδιών με φιλοδοξία, διάθεση και αγάπη για τη μουσική. Νοίκιασαν ένα στούντιο, ηχογράφησαν τα πρώτα τους τραγούδια και έκαναν την πρώτη τους φωτογράφηση.

Όλα τα κάλυψαν από την τσέπη τους. Η απόσβεση όμως δεν άργησε να έρθει. Η πόρτα που είχαν το θάρρος, την πίστη αλλά και την άγνοια κινδύνου να χτυπήσουν άνοιξε και λίγους μήνες αργότερα συστήνονταν με το τραγούδι «Κρυφά» ως μια ποπ αλλά καθόλου ελαφριά μπάντα. Δεκατρία χρόνια μετά η επιτυχία τους καταμετράται σε views, σε followers και στα χιλιάδες live που έχουν δώσει - κάθε εποχή έχει τις μονάδες μέτρησής της. Κυρίως όμως αποκρυσταλλώνεται στο πρόσωπο του Χρήστου Μάστορα. Του καλλιτέχνη δηλαδή που παρότι μόλις σήμερα συμπληρώνει τα 35 χρόνια ζωής του καταφέρνει να εκφράζεται με μεστό και ουσιαστικό λόγο, να μην ακκίζεται και να μην αυτοαποθεώνεται, να χαίρει της εκτίμησης των συναδέλφων του και να είναι τελικά τόσο απροσποίητα ο εαυτός του.

Ειδικά το τελευταίο είναι που μπορεί να τον κάνει διασκεδαστικό, σχεδόν διονυσιακό κάθε φορά που ηγείται της μπάντας, συγκινητικό όταν ερμηνεύει παραδοσιακά τραγούδια της Βόρειας Ηπείρου, καθηλωτικό τις φορές που επιλέγει να καταπιαστεί με εμβληματικά τραγούδια που ποτέ δεν θα σου περνούσε από το μυαλό πώς και πόσο καλά θα μπορούσε να πει. Αλλά και ανοιχτό να συνεργάζεται με μια ευρεία γκάμα καλλιτεχνών -από τον Γιώργο Νταλάρα μέχρι τη Ρίτα Γουίλσον με την οποία γνωρίστηκαν μέσω Instagram και έγραψαν το τραγούδι τους «Let me be» μέσω Zoom στη διάρκεια της καραντίνας- αφήνοντάς τους όλους, ακριβώς όπως και τους συμμαθητές του σε εκείνη τη σχολική γιορτή στα 16 του χρόνια: έκθαμβους.


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου