Η Αλβανία τελευταία στην Ευρώπη για τον δείκτη ευημερίας το 2022, σύμφωνα με τη Eurostat

Η Αλβανία τελευταία στην Ευρώπη για τον δείκτη ευημερίας το 2022, σύμφωνα με τη Eurostat

Ενώ η Αλβανία βρίσκεται σε πυρετώδη αγώνα με την περιφέρεια των Δ. Βαλκανίων για αυξήσεις μισθών, τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι ακόμη και το 2022, αυτή η κούρσα χάθηκε. Η Αλβανία συνέχισε να είναι η τελευταία στην Ευρώπη, τόσο για το κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με την οικονομία, όσο και για το εισόδημα σε σχέση με την αγοραστική δύναμη, με την τελευταία να αποτελεί δείκτη της υλικής ευημερίας των οικογενειών.

Το κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) ήταν 34% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν και αυξήθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με πέρυσι, η Αλβανία εξακολουθεί να είναι η τελευταία στην Ευρώπη (στοιχεία για το Κοσσυφοπέδιο δεν αναφέρονται).

Το υψηλότερο επίπεδο στην περιοχή βρίσκεται στο Μαυροβούνιο, με το 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ακολουθούμενο από τη Σερβία με 44%, τη Βόρεια Μακεδονία με 42% και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη με 35%. Εκτός από τη Βοσνία, η διαφορά εισοδήματος με άλλες χώρες της περιοχής έχει βαθύνει, υποδηλώνοντας μια πιο σταθερή ανάπτυξη των γειτονικών χωρών, οι οποίες έχουν καταφέρει να βελτιώσουν την ευημερία των πολιτών τους με ταχύτερους ρυθμούς.

Ακόμη και ο άλλος δείκτης, αυτός της ατομικής κατανάλωσης κατά κεφαλήν, που μετρά το εισόδημα ανάλογα με την αγοραστική δύναμη ή την ευημερία μιας οικογένειας, τοποθετεί την Αλβανία στον πάτο, με σημαντική διαφορά από την περιοχή. Ο δείκτης αυτός είναι για την Αλβανία όσο το 40% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη η αναλογία είναι 42%. Το ρεκόρ κατέχει το Μαυροβούνιο με 64%, η Σερβία με 53%, η Βόρεια Μακεδονία με 51%.

Ευρώπη

Σύμφωνα με τη Eurostat, η Πραγματική Ατομική Κατανάλωση (AIC - Actual individual consumption per capita) αποτελείται από αγαθά και υπηρεσίες που καταναλώνονται επί του παρόντος από νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το αν αγοράζονται και πληρώνονται από τα νοικοκυριά απευθείας ή από την κυβέρνηση ή μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Το AIC κατά κεφαλήν μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών. Το 2022, η κατά κεφαλήν τιμή AIC εκφρασμένη σε Πρότυπα Αγοραστικής Δύναμης (PPS) κυμάνθηκε από 67% έως 138% του μέσου όρου της ΕΕ.

Το 2022, εννέα χώρες της ΕΕ κατέγραψαν κατά κεφαλήν AIC πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Τα υψηλότερα επίπεδα καταγράφηκαν στο Λουξεμβούργο (38% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), στη Γερμανία (19%) και στην Αυστρία (18%). 18 χώρες της ΕΕ σημείωσαν κατά κεφαλήν AIC κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τα χαμηλότερα επίπεδα να καταγράφονται στη Βουλγαρία (33% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ), την Ουγγαρία (28%) και τη Σλοβακία (27%). Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κυμαινόταν από 59% του μέσου όρου της ΕΕ στη Βουλγαρία έως 261% στο Λουξεμβούργο.

Το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) παρουσίασε επίσης ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ καταγράφηκε σε 11 χώρες. Το υψηλότερο ήταν στο Λουξεμβούργο (161% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), στην Ιρλανδία (133%) και στη Δανία (37%).

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου