Είναι ευρύτερα γνωστό ότι η Ήπειρος αποτέλεσε διαχρονικά τη μάνα του ευεργετισμού και ότι σε καμία άλλη πόλη της Ελλάδας ο ευεργετισμός δεν γνώρισε την έκταση, την ποιότητα, την αίγλη και το μέγεθος που γνώρισε στην Ήπειρο με την ευρύτερη γεωγραφική της έννοια. Έχω, μάλιστα, την αίσθηση ότι αν κάποιος δεν γνώριζε πραγματικά αυτό που κρύβεται πίσω από τον κάθε ευεργέτη και την κάθε πράξη ευεργεσίας, μπορεί και να υπολόγιζε ότι οι ευεργέτες ήταν κληρονόμοι αμύθητων περιουσιών και ότι ως τέτοιοι αποφάσισαν να βοηθήσουν και τη σκλαβωμένη και αγωνιζόμενη πατρίδα τους. Παρόλο που μία τέτοια προσέγγιση θα εμπεριείχε τη δική της αξία και σημασία, είναι, ωστόσο, γεγονός ότι θα αδικούσε κατάφωρα αυτό που εκφράζει ο ευεργετισμός στην Ήπειρο και την πατρίδα μας.
Από τη μία πλευρά η σκλαβιά και από την άλλη το ορεινό και δύσβατο του εδάφους οδηγούν ήδη από πολύ ενωρίς πολλούς Ηπειρώτες στην αποδημία, αναζητώντας μία νέα φιλόξενη δεύτερη πατρίδα, αλλά και έναν τόπο, στον οποίον θα μπορούσαν να αναπτύξουν ελεύθερα τα εμπορικά και επιχειρηματικά τους σχέδια. Ξενιτεύονται νέοι και μοναχικοί, αφήνοντας πίσω τη σκλαβωμένη γη της ιδιαίτερης και αγαπημένης πατρίδας τους. Ξενιτεύονται με τον καημό και το όραμα να αγωνιστούν, να αντιμετωπίσουν μπόρες και κακουχίες, αλλά και να προκόψουν.
Σε αυτό το άγνωστο, μακρινό, απρόβλεπτο ταξίδι της ζωής τους, τα εφόδια που τους συντρόφευαν ήταν το πείσμα, η αποφασιστικότητα, η εργατικότητα, η αυταπάρνηση, η δημιουργικότητα και το ανήσυχο πνεύμα, η επιχειρηματικότητα και το εμπορικό δαιμόνιο. Βενετία, Λιβόρνο, Ρωσία, Ρουμανία, Αίγυπτος, τα Βαλκάνια και ολόκληρη η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη αποτελούν το πεδίο εμπορικής δράσης ικανών, ανήσυχων και δημιουργικών νέων ανθρώπων. Ανθρώπων, όμως, που έχουν αρχές και αξίες και που κυρίως δεν λησμονούν. Δεν λησμονούν τη σκλαβωμένη ιδιαίτερη πατρίδα τους, τη μεγάλη αγωνιζόμενη πατρίδα τους, γνωρίζουν καλά ότι έχουν την ανάγκη τους, ότι προσβλέπουν σε αυτούς.
Έτσι, με κόπους και θυσίες, ο καθένας με τη δική του διαδρομή και πορεία, οι Ηπειρώτες απόδημοι αποκτούν πλούτη και ικανοποιούν τις οικονομικές φιλοδοξίες και επιδιώξεις τους. Παράλληλα έχουν διαρκώς το νου και την καρδιά τους στη σκλαβωμένη πατρίδα και στη δική τους γενέτειρα και από τα τέλη του 16ου αιώνα αρχίζουν να αποστέλλουν μεγάλα χρηματικά ποσά για την ανασυγκρότηση της πατρίδας. Μια ανασυγκρότηση που αφορά όλους τους τομείς της πνευματικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας τους και που χωρίς τη δική τους γενναιόδωρη ενίσχυση θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί. Μάλιστα, οι απόδημοι Ηπειρώτες ευεργέτες γνωρίζουν καλά ότι πρέπει να αρχίσουν με την ενίσχυση της παιδείας, με την αναγέννησή της, για να μπορέσουν οι σκλαβωμένοι αδερφοί τους να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Ενισχύεται, κατά συνέπεια, η εκπαίδευση με την ίδρυση σχολείων, με τον διορισμό δασκάλων, με τη χορήγηση υποτροφιών και με πολλές νέες εκδόσεις σχολικών και άλλων συγγραμμάτων.
Πρέπει, με κάθε τρόπο, να ενισχυθεί το φρόνημα των σκλαβωμένων αδερφών, πρέπει να ενισχυθεί το έργο που επιτελεί η εκκλησία σε αυτόν τον δίκαιο, αλλά και άνισο αγώνα των συμπατριωτών τους. Πρέπει ακόμη και αυτό κάνουν οι Ηπειρώτες ευεργέτες να στηριχθεί η ίδια η κοινωνία, για να αρχίσει να σηκώνει κεφάλι στον κατακτητή. Αυτό σημαίνει υποδομές και κοινωφελή έργα, σημαίνει στήριξη των αδυνάτων σε κοινωνικό και ηθικό επίπεδο. Παράλληλα, οι Ηπειρώτες ευεργέτες γνωρίζουν ότι πρέπει να υποστηριχθούν, κατά ανάλογο τρόπο, και οι ίδιες οι παροικίες των απόδημων Ελλήνων, που αποτελούν τον υποστηρικτή και τον τροφοδότη του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα. Πρέπει, επίσης, στις χώρες που βρίσκονται και με τις θέσεις που κατέχουν να διαμορφώσουν συνθήκες και προϋποθέσεις ώστε οι χώρες αυτές να σταθούν αλληλέγγυες στον αγώνα της πατρίδας για ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Οι ίδιοι οι Ηπειρώτες ευεργέτες παρά τα αμύθητα πλούτη που αποκτούν, παραμένουν ανθρώπινοι. Η αύξηση του πλούτου δεν αλλοιώνει τον ευγενή και καλοπροαίρετο χαρακτήρα τους, εξακολουθούν να διάγουν έναν λιτό βίο, θυσιάζοντας ακόμη και την προσωπική τους ζωή, μπροστά στην εκπλήρωση του εθνικού τους χρέους προς τη μητέρα πατρίδα, αλλά και προς τη δεύτερη μακρινή πατρίδα τους. Όλες αυτές οι πόλεις και τα κέντρα που αποτέλεσαν τον τόπο εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας των απόδημων Ηπειρωτών, όπως το Λιβόρνο και η Βενετία στην Ιταλία, η Βιέννη στην Αυστρία, η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, η Νίζνα στη σημερινή Ουκρανία, η Μόσχα και η Αγία Πετρούπολη στη Ρωσία, οι Παραδουνάβιες Ηγεμονίες στη σημερινή Ρουμανία και Μολδαβία κοσμούνται από πολυάριθμα και ανυπέρβλητα μνημεία που δηλώνουν ακόμη και σήμερα την παρουσία και την προσφορά των Ηπειρωτών ευεργετών.
Θα περιοριστώ εδώ στους σημαντικότερους από τους ευεργέτες, θέτοντας, ωστόσο, τον προβληματισμό αν εμείς σήμερα ως κοινωνία και αν ο καθένας από εμάς ατομικά έχουμε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της προσφοράς και της ευεργεσίας αυτών των ανθρώπων. Αν, στ' αλήθεια, έχουμε εκτιμήσει αυτήν την προσφορά και έχουμε αναλογιστεί ποια θα ήταν η πόλη μας και ποια θα ήταν η Αθήνα και η χώρα μας, χωρίς τα μεγαλόπνοα έργα και τα αριστουργήματα που αυτοί οι άνθρωποι προσέφεραν στον τόπο μας.
Έτσι, δεν μπορεί να μην επισημάνει κανείς ότι οι αδερφοί Ζωσιμάδες, εκτός από τα κοινωφελή Ιδρύματα, με τα οποία στόλισαν την ελληνική κοινότητα της Νίζνας, ταυτίστηκαν για το έργο και την προσφορά τους με την πόλη των Ιωαννίνων, ιδιαίτερα μάλιστα στον τομέα των γραμμάτων και του πνεύματος. Η ξακουστή και φημισμένη Ζωσιμαία Σχολή, οι χρηματοδοτήσεις για εκδόσεις πολλών συγγραμμάτων, που έγραψαν λόγιοι του νεοελληνικού διαφωτισμού, η «Ελληνική Βιβλιοθήκη» του Αδαμάντιου Κοραή, αλλά και τα υπέρογκα ποσά για την ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα της πατρίδας αποτελούν τρανή απόδειξη της προσφοράς των Ζωσιμάδων στον εθνικό αγώνα.
Ο Γεώργιος Χατζηκώστας συμπάσχει με τους Γιαννιώτες αδελφούς του για τις δυστυχίες που υφίστανται οι δεύτεροι από τον Αλή Πασά. Έτσι ενισχύει συνεχώς με πολλές δωρεές τους συμπατριώτες του και ανακουφίζει τον πόνο τους με την ίδρυση νοσοκομείου στα Ιωάννινα, όπως και στην Ιερή πόλη του Μεσολογγίου.
Ο Ζώης Καπλάνης, γνωστός σε όλους μας από τα Αναγνωστικά του Δημοτικού, ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα ο ίδιος, αφού όργωσε την Ελλάδα και την Ανατολική Ευρώπη, ιδρύει την περίφημη Καπλάνειο Σχολή στα Ιωάννινα, με πρώτον Διευθυντή τον σημαντικότερο εκπρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού Αθανάσιο Ψαλίδα. Επίσης, ως βασικός εκφραστής της Ελληνικής Παιδείας, ο Ζώης Καπλάνης ενισχύει την Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους και προσφέρει τη συνδρομή του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, καθώς και στην Πατμιάδα Σχολή. Δεν λησμονεί το χωριό του, το Γραμμένο Ιωαννίνων, και ιδρύει εκεί το ξακουστό Δημοτικό Σχολείο, για να υπάρχει συνέχεια στην πνευματική και πολιτιστική παράδοση του τόπου του.
Ο Γεώργιος Αβέρωφ ξεκινάει τις ευεργεσίες του από την πόλη που αγάπησε τη μακρινή Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, συνεχίζει με την ιδιαίτερη πατρίδα του το Μέτσοβο και ολοκληρώνει με την πρωτεύουσα της πρώτης πατρίδας του την Αθήνα. Ανδριάντας Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε', Θωρηκτό Αβέρωφ, αναμόρφωση Παναθηναϊκού Σταδίου, Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, αποπεράτωση Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Ένα μεγαλόπνοο έργο που είχε ξεκινήσει από έναν άλλον μεγάλο Μετσοβίτη, επίσης, Εθνικό ευεργέτη τον Νικόλαο Στουρνάρη. Την ίδια θερμή υποστήριξη για την ανέγερση ενός λαμπρού Πολυτεχνείου προσέφερε και ο Μιχαήλ Τοσίτσας, ενώ η σύζυγός του Ελένη φρόντισε να δημιουργηθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, το Παρθεναγωγείο Μετσόβου και το Αλληλοδιδακτικό Σχολείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Οι Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης από το Μονοδένδρι Ζαγορίου συγκινούνται περισσότερο από τον τόπο καταγωγής τους, όπου, εκτός από τη Ριζάρειο Χειροτεχνική Σχολή στο Μονοδένδρι, συστήνουν στην Αθήνα την περίφημη Ριζάρειο Σχολή, με προσφορά και αίγλη που φθάνει στο σήμερα.
Ο Ιωάννης Δομπόλης θα συνδέσει το όνομά του με τη φιλία που τον συνδέει με τον Ιωάννη Καποδίστρια, χρηματοδοτώντας το Πανεπιστήμιο που θα ιδρυθεί στην Αθήνα και το οποίο θα ονομάζεται Καποδιστριακόν. Δεν λησμονεί την ηπειρώτικη καταγωγή του και προσφέρει τριάντα έως πενήντα υποτροφίες για νέους που κατάγονται από την Ήπειρο.
Στα γράμματα και την παιδεία στράφηκε και ο Απόστολος Αρσάκης, παραχωρώντας στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Αθηνών την ίδρυση Αρσακείου Παρθεναγωγείου, διαμορφώνοντας, με αυτόν τον τρόπο, τις βάσεις για τη γυναικεία εκπαίδευση στη χώρα.
Από το Λάμποβο της Βορείου Ηπείρου, ένα χωριό συνώνυμο με την ευεργεσία, κατάγονταν ο Ευάγγελος και ο Κωνσταντίνος Ζάππας. Βασική έγνοια του πρώτου η αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων και η δημιουργία του Ζαππείου Μεγάρου που ανέλαβε να υλοποιήσει ο δεύτερος. Και οι δύο δεν λησμονούν τη μικρή, αλλά αγαπημένη ιδιαίτερη πατρίδα τους. Ιδρύουν σχολείο και Σχολή Υφαντουργίας και φροντίζουν όλους όσοι έχουν την ανάγκη τους.
Η Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου, αυτή τη φορά, είναι η ιδιαίτερη πατρίδα δύο μεγάλων και ξεχωριστών ευεργετών που είναι ο Γεώργιος και ο Σίμων Σίνας, δύο προσωπικότητες με ξεχωριστή παιδεία και πνευματική καλλιέργεια. Το Αστεροσκοπείο Αθηνών και η Σιναία Ακαδημία στην Αθήνα αποτελούν τα ανυπέρβλητα δημιουργήματα προσφοράς προς την πατρίδα τους.
Ενδεικτικά θα αναφέρω κάποιες ξεχωριστές δωρεές και ευεργεσίες προς το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, όπως είναι το Κληροδότημα Βιολέτας Βίμπλη από την Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου, το κληροδότημα Ιωάννη Τσανάκα από το Μέτσοβο, η Δωρεά Νικολάου Γιαννή από τη Βίτσα Ζαγορίου και το κληροδότημα Φερενίκης Καλούδη.
Σκέπτομαι, συχνά, ότι στη σημερινή δύσκολη συγκυρία, όχι ίσως δυσκολότερη από εκείνη την εποχή, ποια μπορεί να είναι, στ' αλήθεια, η έννοια της ευεργεσίας και πώς αυτή μπορεί να εκφραστεί καλύτερα σε μια δοκιμαζόμενη κοινωνία. Πιστεύω πως η αλληλεγγύη και η αλληλοκατανόηση φέρνουν τον καθένα από εμάς πιο κοντά στον άλλον και μας κάνουν όλους πιο δυνατούς και ανίκητους.
Πηγή: Γεώργιος Καψάλης / Πρωινός Λόγος
Σχόλια