Ο Σπύρο-Μίλιος και η γενεαλογία του μέσα από δημοσιογραφικά κείμενα

Ο Σπύρο-Μίλιος και η γενεαλογία του μέσα από δημοσιογραφικά κείμενα

(Αξιοσέβαστε αναγνώστη! Όταν διαβάσεις το εν συνεχεία ιστορικό κείμενο αναρωτήσου αν επί τη ευκαιρία των 200 χρόνων Ελληνικής Επανάστασης απεδόθησαν, μέχρι τώρα από την Επιτροπή «Ελλάδα 2021» τιμές ανδρείας και γενναιότητας στον εικονιζόμενο θρυλικό Χιμαραίο, στην οικογένεια και γενικότερα την γενέτειρα, την ηρωική Χιμάρα. Να γιατί πρέπει να γίνουμε πολλοί όχι μόνο να προβάλλουμε τέτοιες ιστορικές μορφές, να διεκδικήσουμε και την αναγνώριση των θυσιών και της ιστορίας τους).

Ο ΣΠΥΡΟ-ΜΙΛΙΟΣ ΚΑΙ Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Γίνεται λόγος για τον «Σπύρο-Μίλιο» της πολεμικής Ακαδημίας του Αλή πασά ο οποίος, μετά πολυετή μόρφωση στο εξωτερικό, εκπροσώπησε επαξίως τις απώτατες Ηπειρωτικές περιοχές της Χιμάρας στον Ελληνικό αγώνα και την δραματικωτέρα αυτού φάση, την τελευταία πολιορκία και έξοδο του Μεσολογγίου, με σώμα 200 Χιμαριωτών.

Ήταν απόγονος της Οικογενείας Μίλιου της Χιμάρας, η οποία είχε αποχτήσει (με το σπαθί της) οικόσημα ανδρείας και γενναιότητας, για τα οποία θα γίνει αναφορά στη συνέχεια.

Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1800, από γονείς και προγόνους που διακρίθηκαν και έδωσαν αδιάψευστα πιστοποιητικά Ελληνικών φρονημάτων, στην περιοχή όπου σώζονται και τάφοι αυτής της ιστορικής εποχής, τάφοι που δάκτυλο-δείχνονται από τους περιοίκους, ως τάφοι «Ελλήνων αγωνιστών».

Πολλοί εκ των προγόνων του, όντας τουρκοκρατούμενη η ιδιαίτερη πατρίδα τους, προς εύρεση καλύτερης τύχης είχαν μεταβεί στην Ιταλία, όπου κατά την διαμόρφωση των Ιταλικών Κρατών έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο, όπως και στο Βασίλειο της Νεάπολης. Ο προπάππους του, ονομαζόμενος και αυτός Σπύρος Μίλιος, είχε φθάσει μέχρι τον βαθμό του Στρατηγού. Ο δε υιός του προπάππου του, ο Γιάννης Μίλιος, όντας και αυτός με τον βαθμό του ταγματάρχη, είχε καταπνίξει στην Νεάπολη, σοβαρότατη στασίαση κατά του καθεστώτος. Γεγονός που οφείλεται και η εύνοια της βασιλικής οικογένειας, η οποία τον τίμησε με τίτλους παρά την Αυλή. Οπότε από τότε έδρασαν εκεί και τα Ηπειρωτικά τάγματα της Ιταλίας. Ο υιός του προπάππου του, ο Γιάννη Μίλιος, δηλαδή ο πατήρ του Στρατηγού Σπύρου Μίλιου, για τον οποίον αφιερώνεται η παρούσα πραγματεία, το 1770 κινήθηκε και στο απέναντι κίνημα του Ορλόφ, υπερασπίζοντας την ιδιαίτερη πατρίδα του (υπόψη την συμμετοχή στο κίνημα και των Χιμαριωτών, με επιδρομές στο Δέλβινο και την Αυλώνα, οι οποίοι όταν αποκρούστηκαν από ισχυρές δυνάμεις Τουρκαλβανών κατέφυγαν στα βουνά της περιοχής, ενώ στη συνέχεια πρόσφυγες πια, στην Κέρκυρα και την Απουλία).

Όταν ο Αλή πασάς είχε ορκιστεί να καταλάβει τη Χιμάρα, γεγονός που την καθυπέταξε και οχύρωσε το Παλέρμο, ο υιός του Γιάννη Μίλιου, ο πρωτότοκος Σπύρος, βρίσκονταν στην Ιταλία μαθητής στην στρατιωτική σχολή της Νεάπολης. Τα αδέρφια του όμως είχαν μεταφερθεί στα Ιωάννινα και κρατούνταν υπό τον Αλή πασά, ως όμηροι και εγγύηση για κάθε επαναστατική ενέργεια των Χιμαριωτών, αν και στη συνέχεια θα γίνει αναφορά για το πώς υπό την κατοχή του Αλή παρήλθε και ο άλλος γιος, ο πρωτότοκος Σπύρος.

Μετά την κατάληψη της Χιμάρας πολλοί Χιμαριώτες αναχώρησαν στην Ιταλία, όπου ήδη πέριξ της οικογενείας Μίλιου είχε συγκροτηθεί Ελληνική παροικία καπεταναίων αγωνιστών και εμπόρων αστών.

Ούτοι εις την αλληλογραφία των με τους εν τη πατρίδα εναπομείναντες συγγενείς εξέφραζαν την πικρία τους και το μίσος κατά του Αλή πασά. Και είναι φυσικό, καθώς πολλοί από τους συγγενείς πλήρωσαν φόρο αίματος στην πολυμήχανη λογοκρισία του Αλή, για την υποδούλωση της Χιμάρας. Αντιθέτως ο Γιάννης Μίλιος, γράφων προς τον εν Χιμάρα υιό του Μίλιο, εγκωμίαζε τον Βεζίρη των Ιωαννίνων και εκθείαζε τα προτερήματά του, γεγονός που είχε απροσδόκητες συνέπειες.

Ο Αλής θέλοντας να πεισθεί για την ειλικρίνεια των αισθημάτων του εν Ιταλία πάππου του Στρατηγού, γράφει προς αυτόν και του ζητεί τον εγγονό του Σπύρο, όπως τελειοποιηθεί εις την πολεμική Ακαδημία του, και ότι δεν αμφέβαλε καθόλου ότι η αμφιβολία του αυτή θα εκπληρωθεί, δοθέντος ότι οι διαθέσεις του ήσαν καθ' όλον ειλικρινείς ως είχε δεδομένο να πιστεύει. Τότε ο Γιάννης Μίλιος, συλλογισμένος για την τύχη του εν Χιμάρα υιού του Μίλιου και των είδη εις χείρας του Αλή των τριών εγγόνων του, Νικόλαο, Ζάχο και Ιωάννη, υπέκυψε στην αξίωση και με την πρώτη ευκαιρία έστειλε στα Ιωάννινα και τον Σπύρο.

Ξαφνικά μια μέρα παρουσιάσθηκαν στη Χιμάρα απεσταλμένοι της αυλής των Ιωαννίνων, οι οποίοι ζήτησαν τον αρχηγό των Χιμαριώτες, τον Μίλιο, οπότε όλοι αντελήφθησαν τι σήμαινε η τιμή της επισκέψεως των απεσταλμένων του Βεζίρη. Ο Μίλιος, όμως, προβλέποντας ότι δεν ήταν δυνατό να αποφύγει, μάλιστα καχύποπτος για την τύχη η οποία τον περίμενε, ετοιμάστηκε να μεταβεί στα Ιωάννινα. Οπότε αφού αντάλλαξε ασπασμό με τους οικείους και συναγωνιστές του, στο προσκυνητάρι αντίπερα του ανατολικού χειμάρρου της κωμοπόλεως, ακολούθησε τους απεσταλμένους. Ο Βεζίρης όμως τον υποδέχτηκε με απροσποίητη ευδιαθεσία και ευγένεια. Κάποια στιγμή ο Αλής έκρουσε τις παλάμες, η θύρα ανοίγει και παρουσιάζεται ο υιός του Αρχηγού, ο Σπύρος. Είναι απερίγραπτη η συγκίνηση του πατρός, ο οποίος νόμισε ότι επρόκειτο περί εξολόθρευσης της οικογενείας του. Ο Αλής του εξήγησε φιλοφρόνως ποία αισθήματα τρέφει δια τον πατέρα του στην Ιταλία και την επιθυμία του να νυμφεύσει αυτός τον Σπύρο.

Ο Σπύρος παρέμεινε για ολίγο στα Ιωάννινα και συνδέθηκε με όλους τους αγωνιστές, οι οποίοι ολίγα χρόνια αργότερα οδήγησαν και τα όπλα της αγωνιζόμενης Ελλάδας. Ιδιαιτέρα φιλία τον σύνδεσε με τον Καραϊσκάκη, με τον οποίο αργότερα συμπολέμησε σε όλες τις μάχες.

Μετά από λίγα χρόνια, όντας 25 ετών, το 1824, αφού ο πατέρας του είχε αφήσει τα εγκόσμια και η μητέρα του είχε χάσει το φως της, συγκινείται από την κλαγγή των ελληνικών όπλων, οπότε αφήνοντας την Ιταλία όπου εντωμεταξύ είχε μεταβεί, έρχεται επικεφαλής 200 Χιμαριώτες ως επίκουρος στον Αγώνα και έδρασε κυρίως στο Μεσολόγγι, όπου στις 10 Απριλίου 1826 έχασε και έναν εκ' των αδερφών του, τον Νικόλαο. Τότε ο έτερος αδερφός του, ο Ζάχος, οχυρωμένος στο πτώμα του Νικόλα, φόνευσε προς εκδίκηση 13 από τους εχθρούς του αδερφού. Επίσης δια της ανδρείας του και των άλλων προτερημάτων, επέσυρε την κοίμηση όλων των συναγωνιστών του, της φρουράς του Μεσολογγίου. Ο Μαυροκορδάτος έλεγε περί αυτού εις τον Βύρωνα, ότι με τέτοιους ανθρώπους σαν τον Σπύρο Μίλιο η Ελλάς θα γίνονταν μεγάλη.

Αξιόλογος ο χαρακτηρισμός, διότι ο Σπύρος Μίλιος, εκτός της προσωπικής του ανδρείας, τα χρόνια εκείνα και αργότερα ακόμα, είχε και σπάνια στρατιωτική μόρφωση. Τότε οι καταρτισμένοι σε σχολές Στρατιωτικές μετρούνταν στα δάκτυλα ενός χεριού, μεταξύ των οποίων ο Σπύρο Μίλιος, ο Σκαρλάτος Σούτσος και ο Ραγκαβής, οι τελευταίων εκπαιδευθέντες στην στρατιωτική σχολή του Μονάχου, δια πρόνοιας του φιλέλληνα βασιλιά Βαυαρίας Λουδοβίκου. Το 1826 διετέλεσε μέλος της επιτροπής της φρουράς Μεσολογγίου, η οποία μετέβη στο Ναύπλιο να εκθέσει στην εκεί εδρεύουσα προσωρινή Διοίκηση του Έθνους, την δυσχερή θέση του Μεσολογγίου. Η επιτροπή αύτη αποτελούνταν από τους στρατηγούς Λάμπρο Βέϊκο, Νικ. Ζέρβα, Αν. Ίσκο, Απόστ. Κουσουρό, Χρ. Αθανάση και Σπύρο Μίλιο. Αλλά και μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας ο Σπύρο Μίλιος υπηρέτησε πιστά ως στρατιώτης, ενώ κατά την ταραχώδη περίοδο έδρασε ως πολιτικός, μέχρι του 1880 που άφησε τα εγκόσμια.

Επί Καποδίστρια, όταν εκλήθησαν οι αγωνιστές να καταταχθούν στον ταχτικό στρατό, διορίσθηκε πρώτος πεντακοσίαρχος και μετά προήχθη σε χιλίαρχος. Επί Όθωνος βαθμολογήθηκε ως αντισυνταγματάρχης της Φάλαγγας, ενώ κατά το 1835 διορίστηκε στον ταχτικό στρατό ως διοικητής διλοχίας και αργότερα του 2ου Ελαφρού Τάγματος. Το 1840 προαχθείς εις συνταγματάρχη διορίσθηκε διοικητής της Σχολής των Ευελπίδων. Το 1843, έτος της μεταπολίτευσης και της ανακήρυξης του περίφημου συντάγματος, ο Σπύρο-Μίλιος ήταν ακόμα διοικητής της Σχολής των Ευελπίδων και από τους μετάσχοντες του επαναστατικού κινήματος. Το νέο Υπουργείο τον διόρισε αρχηγό της χωροφυλακής και συγχρόνως προσωπάρχη του υπουργείου των Στρατιωτικών. Αργότερα διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του υπουργείου των Στρατιωτικών, υπασπιστής του Βασιλιά Όθωνα κ.λ.π. έως ότου μπήκε στην πολιτική, διατελέσας πληρεξούσιος Θηβών. Το 1850, επί κυβερνήσεως Αντωνίου Κριεζή, ανέλαβε το Υπουργείο των Στρατιωτικών. Ταυτοχρόνως εξελέγη Γερουσιαστής, ενώ την 20η Μαΐου του 1853 προήχθη εις υποστράτηγος.

Ως Υπουργός των Στρατιωτικών δημιούργησε το Ταμείο Χηρών και Ορφανών των αξιωματικών, το οποίο ήταν το έμβρυο του κολοσσιαίου Μετοχικού Ταμείου Στρατού. Το 1859, επί κυβερνήσεως Αθαν. Μιαούλη, έγινε για δεύτερη φορά υπουργός των στρατιωτικών και για τρίτη φορά το 1862, στην κυβέρνηση του Γενναίου Κολοκοτρώνη. Ο Βασιλιάς Γεώργιος διόρισε τον Σπύρο Μίλιο επίτιμο υπασπιστή του και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου της Επικράτειας, το δε 1866 Στρατιωτικό Διοικητή της Επτανήσου. Την 20η Δεκεμβρίου 1867 για τέταρτη φορά έγινε υπουργός των Στρατιωτικών. Την 7η Σεπτεμβρίου 1868 προάγεται εις Αντιστράτηγος. Το 1872 εκλέγεται παμψηφεί Πρόεδρος της Βουλής και το 1876 αποστρατεύεται των τάξεων του Ελληνικού στρατού, για τον οποίο τόσο εργάσθηκε, με τον μεγάλο Σταυρό του Σωτήρος και με ιδιαίτερη σύνταξη που ψηφίστηκε από την Βουλή. Τέσσερα έτη αργότερα ο Στρατηγός, αφού έφθασε τα ύπατα αξιώματα της πολιτείας και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην πολιτική διαμόρφωση του νέου Ελληνικού Κράτους, άφησε τα εγκόσμια.

Αυτός είναι ο αγωνιστής Σπύρος Μίλιος, του οποίου οι υπηρεσίες δικαίως τιμήθηκαν, η μεγαλύτερη από τις οποίες είναι ό,τι σταμάτησε την μετάβαση Βορειοηπειρωτών στην Ιταλία, καθώς τους οδήγησε στην Ελλάδα. Την φήμη της οικογένειας στην Χιμάρα στερέωσε και ο εγγονός του Σπύρος Σπυρομίλιος, αρχηγός των τελευταίων αγώνων της Χιμάρας και συνεχιστής των παραδόσεων της. Οι Χειμαρριώτες, γενικότερα και οι Άνω Ηπειρώτες, πρόσφεραν στον Ελληνικό Αγώνα και υλικές θυσίες και θυσίες αίματος, όσο καμιά άλλη περιοχή της Ελλάδας. Ο ίδιος ο στρατηγός είχε πολλά τραύματα, καθώς 8 στενοί συγγενείς του και ο αδερφός του έπεσαν μαχόμενοι εναντίον των Τούρκων.

Ήταν προς τιμή του Δήμου του Μεσολογγίου, ο οποίος είχε αναλάβει να στήσει την προτομή του αγωνιστή. Οπότε έρανοι των απανταχού Βορειοηπειρωτών, είχαν έρθει ως αρωγοί για την κατασκευή του βάθρου, ενώ το Μετοχικό Ταμείο Στρατού, του οποίου υπήρξε ο ιδρυτής, εκτιμώντας τις υπηρεσίες του, είχε δωρίσει στον Δήμο την προτομή του Στρατηγού.

Στις 13 Ιουνίου εκείνης της χρονιάς, όταν είχαν γίνει τα αποκαλυπτήρια της προτομής του, παρουσία του Προέδρου της Κυβέρνησης και πλήθους κόσμου, μεταξύ των καταθεσάντων στεφάνων, είχε καταθέσει εκ μέρους του Βορειοηπειρωτικού Συλλόγου και ο Μιλτιάδης Σπυρομίλιος, εγγονός του Στρατηγού Σπύρου Μίλιου.

Τηλέμαχος Λαχανας

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου