Η Κορυτσά «Το Παρίσι των Βαλκανίων» - Ιστορικοί σταθμοί

Η Κορυτσά «Το Παρίσι των Βαλκανίων» - Ιστορικοί σταθμοί

Η Κορυτσά «Το Παρίσι των Βαλκανίων», όπως προσφυώς ονομάστηκε, και η ύπαιθρος χώρα που την περιβάλλει, για αιώνες παραμένει σιωπηλή στην ανελέητη ροή των χρόνων.

Οι Κορυτσαίοι και ολόκληρη η «Εθνική Ελληνική Μειονότητα» έχουν σαφή συναίσθηση της ύπαρξής τους και εκπεφρασμένη αντίληψη της διαφοράς από το υπόλοιπο αλβανικό στρώμα. Η ελληνική εθνική συνείδηση είναι εκείνη που τους διαφοροποιεί. Το αποκλειστικό τεκμήριο της ελληνικότητας δεν αποτελεί μόνο η γλώσσα, αλλά το εθνικό φρόνημα, η εθνική συνείδηση. Η συσκότιση αυτής της αλήθειας δημιούργησε παραπλανήσεις και αλλοιωμένες εντυπώσεις.

Ο 19ος αιώνας βρίσκει την Κορυτσά με καθαρή ελληνική συνείδηση η οποία προσδιοριζόταν από την εκπαίδευση, τη γλώσσα, την ορθοδοξία, και τις διαχρονικές ελληνικές ρίζες. Η εκπαίδευση παρουσιάζει αυξημένη δυναμική και τα σχολεία της Κορυτσάς γίνονται φυτώρια της ελληνικής παιδείας, σε αντίθεση με τα αλβανικά σχολεία, τα οποία ποτέ δεν μπόρεσαν να αναπτυχθούν από έλλειψη μαθητών και δασκάλων. Και όταν κατόρθωσαν να λειτουργήσουν σχολεία, λειτούργησαν χάρη στη συμπαράσταση του ξένου παράγοντα. Η πόλη έφτασε στο απόγειο της ακμής της χάρη στους Έλληνες καθ' όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Η Κορυτσά αποτελούσε το κέντρο της ελληνικής κίνησης και ζωής.

Η φιλοπατρία των Κορυτσαίων και η φλογερή τους επιθυμία για την ίδρυση και λειτουργία ελληνικών σχολείων τους οδήγησε στη σύσταση του περίφημου «Λάσου», δηλαδή του ειδικού κοινοτικού ταμείου που είχε ως κύριο σκοπό τη συντήρηση των σχολείων και τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας τους. Αυτή η φιλοπατρία μεταγγίζεται στις ψυχές των απόδημων Κορυτσαίων, οι οποίοι με τις προσφορές και ενισχύσεις τους, προσέβλεπαν σε ευτυχή διέξοδο από τα δεινά τους.

Στο σύντομο αυτό άρθρο δεν θα αναφερθούμε στην ίδρυση και την ακμή της πόλης, στη διοίκηση, τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, στην προσφορά της εκκλησίας, στην εκπαίδευση, στους ευεργέτες, στη συμμετοχή των Κορυτσαίων στην Επανάσταση του 1821, ούτε και στους νεότερους αγώνες για την ελευθερία τους. Θα περιοριστούμε σε δύο σημαντικούς σταθμούς, σε δυο χρονολογίες που σημάδεψαν την πορεία της πόλης. Η πρώτη χρονολογία αναφέρεται στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων και η δεύτερη κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Α) 7 Δεκεμβρίου 1912. Η Κορυτσά απελευθερώθηκε από την οθωμανική δουλεία πριν από την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21 Φεβρουαρίου 1913). Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε καταστεί ετοιμόρροπη και πλησίαζε το τέλος της. Κληρονόμοι της οι παλιοί «ραγιάδες», τα Βαλκανικά κράτη. Έπειτα από αμφίρροπους και σκληρούς αγώνες απελευθερώνονται οι σκλάβοι και αποκτούν την ελευθερία τους. Το χρονικό της απελευθέρωσης της Κορυτσάς έχει ως εξής: Τα τουρκικά στρατεύματα υπό τον Τζαβήτ Πασά, μετά την απελευθέρωση της Καστοριάς, οπισθοχώρησαν στην Κορυτσά. Ο ελληνικός στρατός με τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Δαμανιό, έπειτα από σκληρές μάχες έκαμψαν την αντίσταση των Τούρκων.

Το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου 1912 το 12ο Σύνταγμα της 3ης Μεραρχίας έμπαινε θριαμβευτικά στην πόλη. Τα υπολείμματα του στρατού του Τζαβήτ Πασά αποσύρονταν προς την Ερσέκα και Μπορύβα. Οι κάτοικοι της Κορυτσάς υποδέχτηκαν με θερμές εκδηλώσεις τους ελευθερωτές. Ο Μητροπολίτης Γερμανός, οι πρόκριτοι της πόλης και όλοι οι κάτοικοι βγήκαν να προϋπαντήσουν τους Έλληνες στρατιώτες. Μετά από αιώνες σκλαβιάς και ανείπωτης ταπείνωσης πανηγύριζαν την Ανάστασή τους. Στα τέλη του Ιανουαρίου 1913 διορίστηκε ο πρώτος Έλληνας διοικητής στην Κορυτσά, ο Πέτρος Καψαμπέλης.

Νέο κύμα χαράς και ενθουσιασμού σκέπασε την Κορυτσά όταν στις 3 Μαρτίου 1913 επισκέφτηκε την πόλη ο τότε Διάδοχος Γεώργιος.

Δυστυχώς, όμως, παρόλους τους αγώνες των Κορυτσαίων, το μοιραίο δεν αποτράπηκε. Πυκνά μαύρα σύννεφα παρουσιάστηκαν στον ορίζοντα. Οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν παρά πάσα έννοια δικαίου, η Κορυτσά και άλλες ηπειρωτικές ελληνικές περιοχές, να περιέλθουν στην κυριαρχία νεοσύστατου αλβανικού κράτους.

Β) 22 Νοεμβρίου 1940 Η ιστορία επαναλήφθηκε μετά από 25 χρόνια, όταν ο ελληνικός στρατός απωθούσε τα ιταλικά στρατεύματα του Ρωμαίου ψευδοκαίσαρα από το Ηπειρωτικό έδαφος και απελευθέρωνε τη μια μετά την άλλη τις βορειοηπειρωτικές πόλεις.

Στις 22 Νοεμβρίου 1940 τμήματα του ελληνικού στρατού εισέρχονται απελευθερωτές της Κορυτσάς. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους και ζητωκραύγαζε: «Πήραμε την Κορυτσά - πήραμε την Κορυτσά». Η απελευθέρωση της Κορυτσάς ήταν η τελευταία μεγάλη επιτυχία του ελληνικού στρατού στο Βορειοηπειρωτικό μέτωπο.

Στην πόλη της Κορυτσάς βρίσκονταν και την υποστήριζαν ισχυρές ιταλικές δυνάμεις (Μεραρχία Τριέστι - Πιεμόντε - Βενέτσια – Αρέστα με δύο τάγματα μελανοχιτώνων – Το τάγμα των Βερσαλιών και ένα τάγμα Αλβανών). Ο αγώνας για την κατάληψη της πόλης κράτησε οχτώ μέρες και ήταν πολυαίμακτος. Πρώτος που εισήλθε στην πόλη ήταν ο αξιωματικός Ιωάννης Μεργέτης. Σύμφωνα με έκθεσή του η επίθεση του Ελληνικού στρατού άρχισε στις 14 Νοεμβρίου αιφνιδιαστικά. Στην πρώτη επίθεση συνελήφθησαν και οι πρώτοι 40 Ιταλοί. Μέχρι την 21η Νοεμβρίου εξακολουθούσε η επίθεση. Αιχμαλωτίζεται ένα ιταλικό τάγμα, ένα ορεινό χειρουργείο και άλλο πολεμικό υλικό.

Στις 7.45' της 22ης Νοεμβρίου το τάγμα του Αθανασίου Παλαιοδημόπουλου μπαίνει στην Κορυτσά και λίγα λεπτά αργότερα ο Συνταγματάρχης Ιωάννης Μεργέτης, ο οποίος ανακοίνωσε με ένα λιτό σήμα στην 9η Μεραρχία την κατάληψη της Κορυτσάς. «Ώρα 7.45' ημέτερον απόσπασμα κατέλαβε Κορυτσά Ι. Μεργέτης Συνταγματάρχης».

Το σήμα έφτασε σύντομα στην κυβέρνηση, η οποία ανακοίνωσε στον ελληνικό λαό την απελευθέρωση της Κορυτσάς. Ο λαός της Αθήνας και ολόκληρος ο ελληνισμός πανηγύρισε με ενθουσιασμό την απελευθέρωση της πόλης. Η Κυανόλευκη κυμάτιζε στο Διοικητήριο της Κορυτσάς και σκόρπιζε συγκίνηση. Οι θυσίες και το αίμα που χύθηκε άφθονο, προς στιγμή λησμονήθηκαν και άκρατος ενθουσιασμός κατέλαβε τον λαό.

Με διθυραμβικούς τίτλους οι εφημερίδες των Αθηνών ανήγγειλαν την προέλαση του ελληνικού στρατού και την απελευθέρωση της Κορυτσάς. Ο Π. Παλαιολόγος, απεσταλμένος του «Ελεύθερου Βήματος» στο μέτωπο απέστειλε στην εφημερίδα την παρακάτω ενθουσιώδη ανταπόκριση:

«ΜΕΤΩΠΟΝ ΗΠΕΙΡΟΥ», 22 Νοεμβρίου (του απεσταλμένου μας). Η Ήπειρος ολόκληρος εις μίαν ψυχήν πανηγυρίζει ενθουσιωδώς την κατάληψη της Κορυτσάς. Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων, εθναπόστολος, περιερχόμενος το μέτωπον, με ησπάσθη ψιθυρίζων: «Ωμίλησεν ο θεός. Ούτοι εν άρμασιν, ούτοι εν ίπποις, ημείς εν' ονόματι θεού». Οι στρατιώται αγκαλιάζουν αλλήλους. Με ψυχήν πλημμυρισμένην με υπερηφάνειαν, συγκεντρώνω από τραυματίας αξιωματικούς στοιχεία από τας προχθεσινάς και χθεσινάς μάχας εις το μέτωπον της Ηπείρου.

Χρειάζεται νέος Όμηρος δια την περιγραφήν της σημερινής εποποιΐας. Ζώμεν εις μίαν ατμόσφαιραν μέθης και παραληρήματος».

Αυτά για να θυμούμαστε και να μην ξεχνούμε. Μπορεί το όνειρα να ναυάγησαν, οι ελπίδες όμως και οι προσδοκίες των Κορυτσαίων παραμένουν.

Νίκος Υφαντής

Σχετικά άρθρα


Σχόλια