Ο Χιμαραίος αγωνιστής Χρήστος Βάρφης που πολέμησε για την απελευθέρωση της Ελλάδας

Ο Χιμαραίος αγωνιστής Χρήστος Βάρφης που πολέμησε για την απελευθέρωση της Ελλάδας

Οι Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος και Δημήτριος Θέμελης, μέλη της επιτροπής για την διεύθυνση των πολεμικών και πολιτικών πραγμάτων της Δυτικής Ελλάδος, συνιστούν στην Διοίκηση στις 23 Νοεμβρίου 1825 να γίνει δεκτό το αίτημά του, αναφέροντας χαρακτηριστικά:

«Η ευγένειά του ελθών εδώ από την πατρίδα του με τινας των συμπατριωτών του έδειξε ζήλον και προθυμίαν εις την δούλευσιν της πατρίδος· είναι άνθρωπος με φρόνησιν και πλήρης ενθουσιασμού υπέρ του κοινού καλού.»

Στις 12 Ιανουαρίου 1826 ζητά να παρουσιασθή στην Διοίκηση:

«ζητώντας την ανταμοιβή των εκδουλεύσεων μου, όπου με τους δέκα συμπατριώτες μου στρατιώτας Χειμαρρέους εκτέλεσα και εκτελώ τα χρέη μου»

Στις 8 Φεβρουαρίου 1826 οι Ανδρέας Ίσκος, Αποστόλης Κουσουρής και Σπύρος Μήλιος βεβαιώνουν για τον Χρήστο Βάρφη και τους άνδρες του:

«συναγωνίσθησαν μετά αυτού εκτελώντας τα στρατιωτικά των χρέη ανδρείως κατά του εχθρού, υποφέροντας όλα τα δεινά»

Στις 18 Φεβρουαρίου 1826 η Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος τον προάγει σε Αντιστράτηγο.

Στις 22 Φεβρουαρίου 1826 αναγνωρίζονται οι στρατιωτικές εκδουλεύσεις του και μισθοδοτούνται οι δέκα στρατιώτες του.

Στις 13 Μαρτίου 1826 του δίδεται η εντολή να στρατολογήσει έως 70 άνδρες «και μετά αυτών διατελής μαχόμενος εναντίον του πολιορκούντος το Μεσολόγγι εχθρού.»

Τελικώς στρατολογεί άλλους 17 άνδρες και με 27 συνολικώς παίρνει μέρος στην Έξοδο του Μεσολογγίου.

Τον Οκτώβριο του 1826 συμμετέχει στην εκστρατεία του Καραισκάκη στην Ανατολική Στερεά Έλλάδα, όπου και αριστεύει στην Αράχωβα. Μετέχει στο αποτελούμενο από 120 άνδρες Σώμα των Σπύρου και Ζάχου Μήλιου. Τον Απρίλιο του 1828 ονομάζεται Έκατόνταρχος.

Στις 10 Μαίου 1828 συγκροτεί Ανεξάρτητη Εκατονταρχία πολεμώντας με την Χιλιαρχία του Κίτσου Τζαβέλα και την Φρουρά του Στρατάρχη Δημητρίου Υψηλάντη κατά την εκστρατεία στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα.

Στις 24 Οκτωβρίου 1828 καταγράφεται στο Στρατόπεδο στην Ελευσίνα, υπό τον Στρατάρχη, ως Εκατόνταρχος επικεφαλής 78 στρατιωτών.

Κατά την προέλαση του ανωτέρω σώματος στην Βοιωτία ήταν αρχηγός της οπισθοφυλακής. Συμμετείχε σε εκκαθαρίσεις και μάχες εναντίον των Τούρκων και διεκρίθη ιδιαιτέρως στην μάχη στο Στεβενίκο (29/10/1828) όπου «επέδειξε την απαιτούμενη ευπείθεια και ανδρεία».

Στις 7 Ιανουαρίου 1829 βρίσκεται στο Ζεμενό Αράχωβας. Ελέγχει τις κινήσεις των εκδιωχθέντων, από τα νότια τμήματα της Φωκίδος και Βοιωτίας, Τούρκων που κατέφυγαν στην Δαύλεια.

Στην κατάσταση του κατά την Ανατολική Ελλάδα Στρατού (29/1/1829, Σκάλωμα Σαλώνων) καταγράφεται ως Εκατόνταρχος, Διοικητής της Ανεξαρτήτου Εκατονταρχίας δυνάμεως 70 ανδρών.

Στις 22 Φεβρουαρίου 1829 γίνεται αναφορά εις βάρος του προς τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή στην Στερεά Έλλάδα κόμη Αυγουστίνο Καποδίστρια. Εξήντα αξιωματικοί και στρατιώτες του τον κατηγορούν για τύραννο. Αναφέρουν χαρακτηριστικά:

«Δεν ηθέλησε πώποτε να μας ειδή με αγαλλιαστικόν όμμα, αλλά όταν ήθελε πάγη τις να του αναφέρη ή να παραπονεθή ως αδικημένος, ο τιούτος αντί να δώση κάποιαν καλήν παρηγορίαν, αντί να τον καλοακούση καν ως αρχή, ελάμβανε αντί αυτών ξυλιάς και ήκουε μυρίους υβριστικούς λόγους»

Συνέρχεται το Πολεμικό Κριτήριο του Στρατοπέδου, αποτελούμενο από τους Χρήστο Περραιβό, Κούστα Μάκο και Μήτρο Τριανταφύλλου, για να εξετάση την υπόθεση. Αντιπρόσωπός του ήταν ο Σπύρος Μήλιος. Το Κριτήριο έκρινε ότι «τα παράπονα δεν είναι μεγάλα, μήτε ικανά να διαλύσουν μία Εκατονταρχία, προήλθαν δε από ελλείψεις των παραπονουμένων». Θεώρησε την όλη κίνηση ως συνομωσία και στις 26 Φεβρουαρίου 1829 βγάζει απόφαση. Παύει τρεις από τους παραπονούμενους Αξιωματικούς του βαθμού των, διατάζει όσοι εκ των υπολοίπων αποχωρήσουν να θεωρηθούν λιποτάκτες , αθωώνη τον Χρήστο Βάρφη ο οποίος «χρεωστή να φέρεται προς τους υπό την οδηγίαν του με ήμερον και συνετόν τρόπον τον αρμόζοντα εις τον χαρακτήρα του βαθμού του»

Στις 26 Φεβρουαρίου 1829 καταγράφεται στην Φρουρά Σαλώνων (Αμφίσσης). Από τον Μάρτιο του 1829 υπηρετεί ως Εκατόνταρχος στην Φρουρά του Στρατάρχου Δ. Υψηλαντου, με αρχηγό τον Σπυρο Μήλιο, παίρνοντας μέρος και στην τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα Βοιωτίας στις 12 Σεπτεμβρίου 1829. Στις 18-30 Ιανουαρίου 1830 συνυπογράφει στην Σαλαμίνα δήλωση πίστης και αφοσίωσης στον Ιωάννη Καποδίστρια.

Υπηρετώντας ως Λοχαγός κρίνεται άξιος να λάβη το Αργυρό Αριστείο στις 3 Μαρτίου 1836.

Κατετάγη στο 2ο Ελαφρό Πεζικό Τάγμα Μεσολογγίου στις 25 Απριλίου 1836. Τέθηκε υπό σύνταξη στις 27 Ιουνίου 1838 από το 2ο Τάγμα Ελαφρού Πεζικού στο Μεσολόγγι.

Προήχθη σε Ταγματάρχη στις 18 Σεπτεμβρίου 1839. Τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Τάγματος του Σωτήρος στις 18 Σεπτεμβρίου 1844 Ήταν νυμφευμένος με δύο τέκνα. Απεβίωσε το 1850 και η σύζυγός του έλαβε μηνιαία σύνταξη 162 δρχ.

Θεοδωρος Κων. Δράκος

ΦΕΚ 5,10/2/1861, ΦΕΚ 26,10/6/1836,ΦΕΚ 19, 5/10/1839, ΦΕΚ 30, 26/9/1844
Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, Τόμος Η, σελίς 421Μ. Αγων. ΑΑ 19, Φ 1783Γενικά Αρχεία Κράτους/Αρχείο περιόδου κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια / Γραμματεία των Στρατιωτικών και των Ναυτικών/ Φάκελλος 16/ Έγγραφο 242,243ΓΑΚ/Αριστεία/Φ2/Τ97ΓΑΚ/Συλλογή Βλαχογιάννη/Σ1/Υ5/Φ245/Ε237-240 & Φ246/Ε316ΓΑΚ/ Αρχείο Μινιστέριου /Γραμματείας/Υπουργείου του Πολέμου/Φ144/Τ50 & Φ169/Τ144-6 & Φ174/Τ100-2 & Φ177/Τ85 & Φ181/Τ178 & Φ 182/Τ35,139 & Φ 192/Τ123,135ΓΑΚ/Γενικόν Φροντιστήριον/Φ11/Τ1100 & Φ 22/Τ126 & Φ 22/Τ792-4 & Φ 29/Τ643 & Φ 31/Τ605 & Φ 34/Τ499 & Φ 37/Τ681,742ΓΑΚ/ Αρχείο Εκτάκτων Επιτρόπων και Προσωρινών Διοικητών/Φ95/Τ829

ΓΑΚ/ Αρχείο Πληρεξούσιου Τοποτηρητή/Φ3/Τ347-8,439-441 & Φ15/Τ363

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου