Σαν σήμερα η Σμύρνη παραδίδεται στις φλόγες και ξεριζώνεται ο Μικρασιάτικος Ελληνισμός

Σαν σήμερα η Σμύρνη παραδίδεται στις φλόγες και ξεριζώνεται ο Μικρασιάτικος Ελληνισμός

«Η Σμύρνη μάνα καίγεται καίγεται και το βιος μας...»

Σαν σήμερα στις 13 Σεπτεμβρίου του 1922 (1 Σεπτεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο), τα τελευταία ελληνικά στρατεύματα εγκαταλείπουν την Μικρά Ασία και οι πρώτοι οπλισμένοι Τούρκοι εισέρχονται στην Σμύρνη και με πρόφαση την απελευθέρωση του τόπου, αρχίζουν την κατακρεούργηση χιλιάδων Ελλήνων Μικρασιατών.

Τόσο οι ελληνικές, όσο και οι αρμένικες συνοικίες, γίνονται παρανάλωμα του πυρός και ο ντόπιος ελληνικός πληθυσμός μέσα στην απόγνωσή του, προσπαθεί να βρει τρόπο διαφυγής από την τουρκική κόλαση που έχει στηθεί στην παλιά ειρηνική Σμύρνη.

Τότε οι χριστιανοί καταφεύγουν σε εκκλησίες πιστεύοντας ότι µπορεί ο εχθρός να τους σεβαστεί, αλλά εκείνοι τις περιλούζουν µε εύφλεκτα υλικά και τις καίνε µαζί µε αυτούς. Επίσης, σφάζουν ασθενείς µέσα σε νοσοκοµεία και καίνε παιδιά µέσα σε σχολικές τάξεις.

Οι σφαγές θα κάνουν τον Αµερικανό πρόξενο στη Σµύρνη, George Horton, να γράψει πως «ένα από τα δυνατότερα συναισθήµατα που πήρα µαζί µου από τη Σµύρνη ήταν το συναίσθηµα της ντροπής, διότι ανήκα στο ανθρώπινο γένος».

Αν και οι Σμυρνιοί που φθάνουν στην προκυμαία, ικετεύουν να ανέβουν στα πλοία των συμμάχων, εκείνοι τηρώντας μια υποτιθέμενη ουδετερότητα, τους εγκαταλείπουν στις άγριες ορέξεις τω Τούρκων, οι οποίοι τους καίνε, τους, σφάζουν, τους βιάζουν και τους εξανδραποδίζουν με κάθε δυνατό τρόπο.

Συγκλονιστική είναι η µαρτυρία της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρµπασι, που αναφέρει τα εξής: «Τη νύχτα οι τσέτες έκαναν επίθεση να αρπάξουν, να σφάξουν, να ατιµάσουν. ''Βοήθεια! Βοήθεια!'' φώναζε ο κόσµος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Εριχναν τους προβολείς. Σταµατούσαν για λίγο. Τη νύχτα θέλαµε να πάµε προς νερού µας. Πήγαµε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαµε σε µια χαβούζα. Γύρω γύρω, στα χείλια της χαβούζας, σπαρταρούσαν κορµιά και µέσα ήταν γεµάτη κεφάλια. Επαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν µέσα. Τα κορµιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω γύρω. Ήταν φοβερό».

Η καταστροφή της Σμύρνης, όπως και η γενοκτονία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων από τους Τούρκους (με την υποστήριξη Δυτικών συμμάχων) θα κλείσει μια για πάντα τις σελίδες ενός ονειρικού «βιβλίου» που αφορούσε την συνέχιση της ζωής στην νέα «Μέγαλη Ελλάδα» του Ελευθέριου Βενιζέλου.

Ο Ελληνικός λαός με την πάροδο των ετών και με την πίκρα να συνεχίζει να μαραζώνει τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, συνέθεσε στίχους και μελωδίες ως ανάμνηση μιας ακόμη αλησμόνητης ελληνικής πατρίδας, ενώ ο μεγάλος Έλληνας στιχουργός Πυθαγόρας Σταματίου, θα συνθέσει τους παρακάτω στίχους:

«Η Σμύρνη μάνα καίγεται καίγεται και το βιος μας
ο πόνος μας δε λέγεται δε γράφεται ο καημός μας
Ρωμιοσύνη ρωμιοσύνη δε θα ησυχάσεις πια
ένα χρόνο ζεις ειρήνη και τριάντα στη φωτιά
Η Σμύρνη μάνα χάνεται τα όνειρά μας πάνε
στα πλοία όποιος πιάνεται κι οι φίλοι τον χτυπάνε
Ρωμιοσύνη ρωμιοσύνη δε θα ησυχάσεις πια
ένα χρόνο ζεις ειρήνη και τριάντα στη φωτιά»

Ο Χρονογράφος

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου