Μια αποκαλυπτική αλήθεια για τους Αλβανοτσάμηδες

Μια αποκαλυπτική αλήθεια για τους Αλβανοτσάμηδες

Ενώ ακόμη ο εμφύλιος σπαραγμός κατέτρωγε τα σωθικά της πατρίδας και ο ανταρτοπόλεμος «καλά κρατούσε», σε μια κρίσιμη περίοδο που οι κάτοικοι της υπαίθρου, για να αποφύγουν επικίνδυνες περιπέτειες εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και το βιο τους και συγκεντρώνονταν στις παράγκες και τα λυόμενα (στα Γιάννενα έμεινε το τοπωνύμιο «στα λυόμενα»), προσπαθώντας να επιβιώσουν με τα κρατικά συσσίτια, ακόμη και τότε οι Αλβανοτσάμηδες της Θεσπρωτίας μηχανεύονταν τρόπους να εισβάλουν στη Θεσπρωτία, την οποία είχαν λεηλατήσει και απογυμνώσει ως πειθήνια όργανα των Ιταλών και Γερμανών.

Με τη λήξη του πολέμου οι Αλβανοτσάμηδες, οικειοθελώς εγκατέλειψαν τη Θεσπρωτία και εγκαταστάθηκαν στις γειτονικές περιοχές γύρω από τους Αγίους Σαράντα. Ως δωσίλογοι και εγκληματίες πολέμου χαρακτηρίστηκαν από τα δικαστήρια. Προτίμησαν να φύγουν παρά να μείνουν και να υποστούν τις συνέπειες των εγκληματικών τους πράξεων.

Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια του ανταρτοπολέμου, στο πλευρό τους είχαν ξενοκίνητους Έλληνες, οι οποίοι στην εσφαλμένη πορεία που είχαν ακολουθήσει, βρήκαν στήριγμα στους στυγερούς εγκληματίες, στους Αλβανοτσάμηδες, για την επιτυχία των καταχθονίων σχεδίων τους.

Ο Λέανδρος Βρανούσης (υπογράφει Λ. Παπαβρανούσης) σε ένα άρθρο του στο «Ηπειρωτικό Μέλλον» (13 Μαΐου 1949) με τίτλο: «Από το δράμα της Ηπείρου – Οι Αλβανοτσάμηδες» διεκτραγωδεί την κατάσταση που επικρατούσε στην Ήπειρο κατά τη διάρκεια των εμφυλιοπολεμικών συγκρούσεων. Αποκαλύπτει τα σχέδια των Αλβανοτσάμηδων, οι οποίοι προσκαλεσμένοι από ελληνικά ανθελληνικά στοιχεία, προετοιμάζονταν για εισβολή στη Θεσπρωτία.

Γράφει σχετικά: «Ενώ ακόμη βράζει εις τα στήθη όλων των Ελλήνων η ιερά αγανάκτησις δια τα προκλητικώς εξαγγελθέντα εσχάτως σχέδια διαμελισμού και αυτονομήσεως της Μακεδονίας μας, νέον έγκλημα κατά της πατρίδος αναγγέλλεται. Ο ξενοκίνητος αγών που απέβαλε όλα τα προσχήματα πλέον, όσα είχε κατά καιρούς χρησιμοποιήσει, εις τον αντεθνικόν του κατήφορον ανεκάλυψε νέας ενισχύσεις δια το έργον της καταστροφής και της ερημώσεως της πατρίδος, τους Τσάμηδες. Ειδήσεις εξ Αλβανίας μας πληροφορούν λεπτομερώς περί της στρατολογίας των εκεί ευρισκομένων Τσάμηδων και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χθεσινοί συνεργάτες των Ιταλών και των Γερμανών Τουρκαλβανοί της Τσαμουριάς θα επανδρώσουν κάποια «ταξιαρχίαν» δια να εμπέσουν κατά της δυστυχισμένης Ηπείρου μας…».

Συνεχίζοντας, γράφει ότι μια τέτοια εισβολή από εκείνους οι οποίοι κατατυράννησαν την Ήπειρον και προέβησαν σε ανήκουστες θηριωδίες και μετά την ήττα των Γερμανών βρήκαν άσυλο στη λαοκρατία του Εμβέρ Χότζα, θα αποτύχει, δεν θα το επιτρέψει ο εθνικός στρατός, ο οποίος γνωρίζει ότι «το Φιλιάτι και η Παραμυθιά, η Ηγουμενίτσα και το Φανάρι, ολόκληρος η Θεσπρωτία και ολόκληρος σχεδόν η Ήπειρος διατηρεί ανατριχιαστικάς αναμνήσεις από την πρόσφατον αιματηράν δράσιν των Τουρκαλβανών της Τσαμουριάς».

Και βέβαια ο φόβος δεν ήταν μόνο η κατάληψη της Θεσπρωτίας από τους Αλβανοτσάμηδες, αλλά ο ευρύτερος αντίκτυπος. «Ο εθνικός στρατός, γράφει, αγρυπνά και θα δώσει την πρέπουσαν απάντησιν… Ούτοι (οι Αλβανοτσάμηδες) και με την συμβολικήν έστω συμμετοχήν των εις τας τάξεις «του Δημοκρατικού στρατού» δημιουργούν διά μίαν ακόμη φοράν και θέτουν μειονοτικόν ζήτημα Τσαμουριάς».

Η εισβολή των Τσάμηδων την ταραγμένη εκείνη εποχή δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά όσα στη συνέχεια γράφει ο Λ. Βρανούσης για τους εχθρούς της Ελλάδος και για την ανακίνηση μειονοτικών θεμάτων είναι πράγματι προφητικά. Γράφει συγκεκριμένα: «Οι εχθροί της Ελλάδος τον πόλεμόν των με όλα τα μέσα… και δεν θα παύσουν ν' ανακινούν δι' άλλης οδού ζητήματα και να επιδιώκουν τον διαμελισμό της χώρας μας. Θα μας ξαφνίσει ίσως αύριο κάποια πολύ «νομιμόφρων» αίτησις περί επαναπατρισμού των εκδιωχθέντων – αθώων δημοκρατικών πολιτών της Τσαμουριάς…».

Οι Τσάμηδες ποτέ δεν έπαψαν να ανακινούν το θέμα και να διεκδικούν τον επαναπατρισμό τους. Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Αλβανία, δημιούργησαν θέμα και απαιτούν την επάνοδό τους στη Θεσπρωτία ως μωαμεθανοί με ελληνική ιθαγένεια.

Για μισόν αιώνα εγκλωβισμένοι, όπως όλοι οι Αλβανοί, στην απέραντη φυλακή της Αλβανίας, αποκλεισμένοι από τον εξωτερικό κόσμο με τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα και τις βαριές ποινές εναντίον εκείνων που θα τολμούσαν να δραπετεύσουν από τον «σοσιαλιστικό παράδεισο», σιωπούσαν. Φροντίδα τους, όπως όλων των Αλβανών, να επιβιώσουν σε ένα σκληρό, βάρβαρο και απάνθρωπο καθεστώς. Με την κατάρρευση του Χοτζικού καθεστώτος στην Αλβανία, τα όσα προφητικά έγραψε ο Λ. Βρανούσης επαληθεύονται. Οι «άσπονδοι» φίλοι μας που προθυμοποιούνται να ακούν και να συζητούν σοβαρά τέτοιο ανύπαρκτο ζήτημα, ξεσηκώνουν θόρυβο γύρω από το Τσάμικο.

Οι Τσάμηδες, υποβοηθούμενοι και από το επίσημο αλβανικό κράτος, ίδρυσαν συλλόγους, εκλέγουν βουλευτές στο αλβανικό Κοινοβούλιο, προσφεύγουν σε διεθνή φόρα, δημιούργησαν «Στρατό της Τσαμουριάς» και, γενικά, μετέρχονται τρόπους να κρατούν στην επικαιρότητα το θέμα. Με κάθε τρόπο επιδιώκουν τον επαναπατρισμό τους στη Θεσπρωτία.

Λησμονούν τις αποτρόπαιες πράξεις τους, τις λεηλασίες, τις πυρπολήσεις σπιτιών, τους βιασμούς, τους φόνους, με αποκορύφωμα την εκτέλεση των 49 Προκρίτων της Παραμυθιάς, τον Σεπτέμβριο του 1943.

Ας έχουμε υπόψη ότι η στρατολόγηση των Τσάμηδων και σήμερα στην Αλβανία, αποτελεί έμμεση επιβουλή κατά της Ηπείρου. Το όνειρο της «Μεγάλης Αλβανίας» εκτρέφει τον μεγαλοϊδεατισμό των Αλβανών. Οι Αλβανοί έχοντας ως αιχμή τους Τσάμηδες δεν θα πάψουν να διεκδικούν.

Ο Λέανδρος Βρανούσης από το 1949 έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου γράφοντας: «Εν τω μέτρω του δυνατού, περισσότερον παρά ποτέ προσοχή εις την Ήπειρον».

Πηγή: proinoslogos.gr

Σχετικά άρθρα


Σχόλια