Ο Ελληνισμός της «Μεγάλης Ελλάδας» - Κοιτίδα αρχαίας και βυζαντινής παράδοσης

Ο Ελληνισμός της «Μεγάλης Ελλάδας» - Κοιτίδα αρχαίας και βυζαντινής παράδοσης

Εκτός από τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, οι οποίοι και έχουν στενότατη χερσαία γεωγραφική επαφή με την σημερινή Ελλάδα, εκτός από τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Κύπρου, τους εξισλαμισμένους Έλληνες του Πόντου και την απανταχού της ελληνικής ομογένειας, μια από τις πιο σημαντικές κοιτίδες, αποτελεί και η περιοχή της «Μεγάλης Ελλάδας» (Magna Grecia) που τα τελευταία χρόνια έχει κάνει αισθητή την παρουσία της στον χώρο του Ελληνισμού.

Εκείνο που θα πρέπει να γίνει ευρύτερα γνωστό, είναι η γεωγραφική επαφή, καθώς και οι συγκυρίες που συντέλεσαν στην άνθιση, αλλά και στην μέχρι των ημέρων μας, ύπαρξη των Ελλήνων της «Μεγάλης Ελλάδας».

Γεωγραφικά, η χερσόνησος στα νότια της Ιταλίας, οι ακτές της Καλαβρίας, της Απουλίας, της Καμπανίας, της Λουκανίας και της Σικελίας, αποτελούν κατά την αρχαιότητα, περιοχές που αποικήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες κατά τν 8ο π. Χ. αιώνα.

Οι οικισμοί που ίδρυσαν οι Έλληνες αποτέλεσαν τους πιο πυκνούς πληθυσμιακά, κάνοντας τους Ρωμαίους που ήρθαν σε επαφή μαζί τους, να τους ονομάσουν "Magna Grecia", δηλαδή «Μεγάλη Ελλάδα». Η περίοδος της μετοίκησης των Ελλήνων στα κάτω – ιταλικά παράλια, αρχίζουν, όπως προαναφέραμε από τον 8ο π. Χ. αιώνα και συνεχίζουν μέχρι τον 15ο μ. Χ., λίγο πριν την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και κατά την οθωμανική περίοδο.


Επί των ημέρων μας υφίσταται η εθνική ελληνική μειονότητα που τα μέλη της γνωρίζονται και με την ονομασία «Γραικάνοι», με τον υπολογισμό τους γύρω τις 80 χιλ. άτομα, που έχουν έντονη την αίσθηση της ελληνικής τους καταγωγής και προσπαθούν να διατηρούν επαφή με την μητροπολιτική Ελλάδα, ούτως ώστε να μην ξεχάσουν της γλώσσα τους, η οποία και αποτελεί ένα δυνατό στοιχείο της καταγωγής τους.

Η αναγνώριση της Ελληνικής Εθνικής και Γλωσσικής Μειονότητας του Σαλέντου και της Καλαβρίας, αναγνωρίστηκε επίσημα από την κυβέρνηση της Ιταλίας το 1999, ενισχύοντας έτσι τον αγώνα για την διατήρηση κυρίως της ελληνικής διαλέκτου που αποτελεί μια από τις πιο σπουδαίες σε όλο το φάσμα της ελληνικής

Η γλώσσα των Γραικάνων, χρήζει ιδιαίτερης σημασίας καθώς μέσα της εμπεριέχει όλες τις ιστορικές περιόδου του Ελληνισμού. Συνδυάζοντας τα αρχαία δωρικά, τα ελληνικά του Βυζαντίου, πράγμα που κάνει τους γλωσσολόγους να πιστεύουν πως προέρχεται από τους αποίκους του 9ου μ. Χ. αιώνα, ή από την εξέλιξη των αρχαίων ελληνικών των Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν εκεί κατά την αρχαιότητα.

Η περιοχή της Καλαβρίας υπήρξε ένας τόπος με έντονο βυζαντινό μοναστικό βίο. Υπήρχαν πάνω από 1.500 βυζαντινά μοναστήρια, ενώ μέχρι σήμερα στον τόπο συνεχίζει να υφίσταται το λειτουργικό βυζαντινό ορθόδοξο τυπικό.

Ωστόσο και αυτή η μειονότητα δεν συνάντησε ρόδινα χρόνια στο διάβα της τοπικής της ιστορίας. Οι Ιταλοί κατά την περίοδο των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, προσπάθησαν έντονα να αφομοιώσουν τους Γραικάνους και να εξαλείψουν την γλώσσα τους.

Σήμερα οι Έλληνες της «Μεγάλης Ελλάδας» παρατηρείται να κάνουν πιο αισθητή της παρουσία τους στα κοινά του Ελληνισμού, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά πως το «ελληνικό πνεύμα» δεν μπορεί να υποδουλωθεί και να εξαλειφθεί εύκολα.

Παρακάτω αξίζει να παρακολουθήσετε ένα υπέροχο απόσπασμα που έφτιαξαν οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, για την προστασία μας από την πανδημία. Η αγάπη τους για την μητρική τους γλώσσα είναι έντονη και αυτό αποδεικνύεται ακόμη και με αυτόν τον τρόπο.

Ο Χρονογράφος

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου