Στην έκτακτη συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής της Αλβανίας, την Μεγάλη Πέμπτη, δύο ήταν οι νομοθετικές πράξεις με ιδιαίτερη σημασία. Η μία αφορούσε τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα της χώρας ώστε να υπάρξει ταύτιση με μέτρα που δια Κυβερνητικής Απόφασης επιβάλλονται στους πολίτες ενόψει της έκτακτης κατάστασης της Πανδημίας. Η δεύτερη με ειδικό ενδιαφέρον για την ΕΕΜ σχετίζονταν με την απόρριψη του Προεδρικού Διατάγματος προ ημερών δια του οποίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αρνήθηκε να επικυρώσει κατά τις αρμοδιότητες του το Νόμο της Κυβέρνησης περί ολοκλήρωσης των διαδικασιών εγγραφής ακινήτου περιουσίας. Πρόκειται για νομοθετική πράξη που αγγίζει άμεσα το ζήτημα διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας στην περιοχή της Χιμάρας και γενικότερα της παραλιακής ζώνης αλλά και της ενδοχώρας όπου ζει η ΕΕΜ και οι οργανωμένες κοινότητες της.

Το Προεδρικό Διάταγμα επίσης περιείχε γνωμοδοτική λεπτομερή έκθεση για την αντισυνταγματικότητα σε πολλά σημεία του συγκεκριμένου Νόμου, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις ανισότητες που μέλει να δημιουργήσει στην εφαρμογή του για τους πολίτες.

Εξ άλλου αυτοί οι φόβοι είχαν εκφραστεί και από διεθνείς οργανισμούς ειδικά δε την Επιτροπή της Βενετίας που είναι εξειδικευμένη σε τέτοιες πρακτικές. Η ΕΕ επίσης στην έκθεση της έχει συμπεριλάβει την ανησυχία της για το συγκεκριμένο θέμα ειδικά σε ότι αφορά στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα.

Από την άποψη αυτή η συνεδρίαση της Μ. Πέμπτης της Βουλής της Αλβανίας είχε διπλό μήνυμα: ένα να αποδείξει ότι το Κοινοβούλιο μετά τα μπαλώματα που έχει κάνει η κυβερνητική πλειοψηφία μετά την απομάκρυνση της αντιπολίτευσης, έχει πλήρως υποταθεί στις βουλές του Πρωθυπουργού. Απ' την άλλη απέδειξε την ακαμψία του σε ότι αφορά χειρισμούς στο ζήτημα αυτό.

Υπό συνθήκες επικράτησης της λογικής το Προεδρικό Διάταγμα θα μπορούσε να εκληφθεί ως αφορμή ή πρόσχημα έστω για επανεξέταση της υπόθεσης κατά τις υποδείξεις και των διεθνών οργανισμών, ειδικά της ΕΕ έναντι της οποίας η Αλβανία έχει πλέον συμβατικές υποχρεώσεις.

Έτσι γίνεται ακόμη πιο εξόφθαλμη η σκοπιμότητα που υποκρύπτει η βιασύνη της Κυβέρνησης και επιβεβαιώνεται η βασιμότητα των φόβων φορέων της ΕΕΜ, της ΟΜΟΝΟΙΑΣ – ΚΕΑΔ πρωτίστως και της κοινότητας στη Χιμάρα και όχι μόνο.

Η πλειοψηφία υπέρ των βουλών της Κυβέρνησης ξεπέρασε τις δυνατότητες της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Σοσιαλιστικού Κόμματος: πρόκειται για 89 βουλευτές που ψήφισαν υπέρ της απόρριψης του Προεδρικού Διατάγματος. Αυτό είναι το ένα στοιχείο. Το άλλο που θέλει υπογράμμιση ώστε να μην διαφεύγει της ιστορικής τεκμηρίωσης αφορά τη στάση ομογενών Ελλήνων βουλευτών που για άλλη μια φορά δεν μπόρεσαν να διαφοροποιήσουν τη στάση τους. Στους 89 «υπέρ» είναι και ο Μάρτος, η Μάλιου, η Χύσι και ίσως και άλλων.

Το άλλο αφορά πλέον στην συνείδηση των ντόπιων κατοίκων της Χιμάρας και την αντίσταση που θα επιδείξουν στον πειρασμό πώλησης των γαιών του. Δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι μια άμεση συνέπεια της εφαρμογής του συγκεκριμένου Νόμου είναι πλέον η και με όλη τη νομιμότητα δυνατότητα αγοραπωλησίας γαιών. Και μέχρι σήμερα – για να μην εξαπατόμαστε θεληματικά και- πολλοί συμπατριώτες διέθεσαν την περιουσία τους, υπό το δέλεαρ του χρήματος ή υπό πιέσεις, σε επίδοξους επενδυτές. Ενείχαν όμως οι πράξεις αυτές κάποιες νομικές ατέλειες. Τώρα η πρόκληση είναι ακόμη πιο έντονη.

tachydromos.org