Στις δύσκολες μέρες που όλοι ζούμε, είναι συχνά τα φαινόμενα όπου βλέπουμε τον καθένα από εμάς να προσπαθεί να κερδίσει λίγα παραπάνω χρήματα, ακόμα και με τρόπους παράνομους. Το κατά πόσο τέτοιοι τρόποι είναι αξιοκατάκριτοι στο πλαίσιο των σκληρών σχέσεων κράτους-πολίτη, είναι υπό συζήτηση, όμως υπάρχουν περιπτώσεις όπου η προσπάθεια για κέρδος καταντάει το λιγότερο εξευτελιστική.
Πριν από λίγες μέρες πέθανε ένας Χειμαρριώτης στην Αθήνα και η οικογένειά του επικοινώνησε με το γραφείο του Λάντη Νάσου για να γίνει η κηδεία στο χωριό. Η νεκροφόρα τους βρήκε στον δρόμο και, όπως αναφέρουν, ο οδηγός της είχε αναμμένα τα έντονα πίσω φώτα και βρισκόταν καθόλη τη διαδρομή πολύ μπροστά τους, ενώ ακόμα και στις συχνές στάσεις τους αυτός πάρκαρε σε διαφορετικό σημείο. Αυτή η ύποπτη συμπεριφορά όμως δεν μπορούσε με τίποτα να τους προϊδεάσει για την έκπληξη που τους περίμενε στον σταθμό Μαυροματίου: ο τελωνιακός υπάλληλος δεν τους επέτρεψε να περάσουν γιατί η νεκροφόρα ήταν παράνομη, χωρίς καμία άδεια και κανένα απαραίτητο έγγραφο. Στην ουσία, μόλις μπόρεσαν να δουν το όχημα από κοντά και στο φως της μέρας, οι συγγενείς του εκλιπόντος διαπίστωσαν πως δεν ήταν καν νεκροφόρα, αλλά ένα sports wagon με ριγμένες τις πίσω πόρτες: το φέρετρο (με φανερά σημάδια κακομεταχείρισης, αφού είχαν ξεκολλήσει κομματάκια από το ξύλο)είχε τοποθετηθεί διαγώνια για να μην μετακινείται, και δίπλα του διπλωμένες μεταλλικές καρέκλες παραλίας και μια πορτοκαλί τσάντα, πιθανότατα ψυγείο.
Ο υπάλληλος επικοινώνησε άμεσα με τον εισαγγελέα και ετοίμασε δικογραφία και, όπως είναι προφανές, οι σκηνές που διαδραματίσθηκαν στον σταθμό ήταν τραγικές: το να κάνεις τόσα χιλιόμετρα για να θάψεις τον άνθρωπό σου στο χωριό του, πλάι στους γονείς του, και να αναγκάζεσαι να περιμένεις δυο ώρες στο τελωνείο με τον νεκρό όπως όπως στοιβαγμένο σε ένα Ι.Χ. δίπλα σε καρέκλες παραλίας, είναι το τελευταίο που θα ήθελε κάθε οικογένεια, κάθε γιος, κάθε γυναίκα.
Ο οδηγός παραδέχτηκε ότι γνώριζε τα πάντα, και ζήτησε δειλά συγγνώμη, μουρμουρίζοντας πως είχαν δίκιο ό,τι και να έλεγαν. Όπως αναφέρουν οι συγγενείς, ο Λάντη Νάσος δεν εξέφρασε καμία μεταμέλεια, δεν φάνηκε καμία στιγμή και πουθενά, ούτε καν προσπάθησε να δικαιολογηθεί και να δώσει μια εξήγηση για το πρωτοφανές αυτό δράμα και την ψυχική οδύνη, για αυτήν την ανήθικη προσβολή σε έναν νεκρό συγχωριανό του. Το μόνο που έκανε ήταν να στείλει έναν οδηγό του με κανονική αυτή τη φορά νεκροφόρα, για να μην χάσει τα χρήματα, αφού πρώτα η οικογένεια είχε βρει άλλον από τους Αγ. Σαράντα. Ο οδηγός αυτός είπε χαρακτηριστικά: «Θα πάρετε αυτόν κι όχι εμένα που είμαι Χειμαρραίος;». Μάλλον το να είσαι Χειμαρραίος είναι μια ιδιότητα που τη θυμάται κανείς μόνο όταν τον συμφέρει...
Αυτό που πιθανώς συνέβη είναι ότι ο Νάσος είχε απασχολημένες όλες του τις νεκροφόρες εκείνο το βράδυ και δεν ήθελε να χάσει τα χρήματα της δουλειάς, που καθόλου λίγα δεν είναι. Τώρα, το πώς περίμενε να περάσει από τα σύνορα χωρίς χαρτιά και με αυτό το όχημα, είναι κάτι που από μόνο του γεννά κι άλλα ερωτηματικά, και τα οποία θα απασχολήσουν το δικαστήριο, καθώς η υπόθεση έχει πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης.
Δεν είναι λίγοι οι Χειμαρριώτες που επιβεβαιώνουν κι άλλα περιστατικά παρόμοιων συμπεριφορών από τον συγκεκριμένο. Παρ΄όλα αυτά, συνεχίζει να τα κονομάει, κατά το κοινώς λεγόμενον, στις πλάτες των νεκρών συμπατριωτών του – φυσικά, πολύ συχνά είναι απολύτως εντάξει στη δουλειά του, αλλά η ανηθικότητα και ο τυχοδιωκτισμός είναι στοιχεία που δεν μπορούν να αγνοηθούν σε καμία περίπτωση. Είναι δύσκολοι καιροί. Αν δεν μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει όπως θέλει, τουλάχιστον ας του επιτρέψουμε να πεθάνει με αξιοπρέπεια.
Σχόλια