Στην Αλβανία, το 2024 καταγράφηκε μια ελαφρά μείωση στις αναφορές ύποπτων δραστηριοτήτων που σχετίζονται με το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Αλβανικής Υπηρεσίας Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, οι αναφορές τέτοιων δραστηριοτήτων ανήλθαν στις 1.632, σημειώνοντας πτώση 5,5% σε σύγκριση με το 2023.
Οι τράπεζες εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια πηγή τέτοιων αναφορών, ακολουθούμενες από συμβολαιογράφους και εταιρείες μεταφοράς χρημάτων. Ωστόσο, καταγράφηκε σημαντική αύξηση στις αναφορές από συγκεκριμένους τομείς: οι εταιρείες μεταφοράς χρημάτων παρουσίασαν αύξηση 13%, ενώ οι εταιρείες εμπορίας οχημάτων και οι πάροχοι ηλεκτρονικών πληρωμών διπλασίασαν τις αναφορές τους σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Αντίθετα, μειώσεις παρατηρήθηκαν από τελωνειακές και φορολογικές αρχές, αλλά και από τράπεζες, συμβολαιογράφους και γραφεία συναλλάγματος.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρότι οι αναφορές μειώθηκαν, η αξία των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ. Το 2024 εκδόθηκαν 11 προσωρινές εντολές δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών, συνολικής αξίας περίπου 10,7 εκατ. ευρώ, με το 97% αυτών να έχει επιβληθεί από την Εισαγγελία ή τα Δικαστήρια.
Οι ύποπτες δραστηριότητες στην Αλβανία εντοπίζονται κυρίως σε καταθέσεις με μεγάλα ποσά αγνώστου προέλευσης, ύποπτες εισερχόμενες ή εξερχόμενες μεταφορές χωρίς επαρκή δικαιολογητικά, τεμαχισμένες συναλλαγές για αποφυγή των ορίων αναφοράς, μεγάλες αναλήψεις χωρίς πειστική αιτιολόγηση και περιπτώσεις φοροδιαφυγής ή απόκρυψης εισοδήματος.
Η κύρια πηγή των «μαύρων» χρημάτων που επιχειρούν να «καθαριστούν» μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος παραμένει η εγκληματικότητα, κυρίως από εμπόριο ναρκωτικών, απάτες, διαφθορά και πρόσωπα με ποινικό παρελθόν.
Τέλος, λόγω ανεπαρκούς συμμόρφωσης με το θεσμικό πλαίσιο για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, επιβλήθηκαν πρόστιμα ύψους 4,6 εκατ. λεκ (περίπου 44.000 ευρώ) σε 12 επιχειρήσεις, κυρίως σε συμβολαιογράφους.
Σχόλια