Η πολιτική σκηνή της Αλβανίας βρίσκεται σε ταραχή από τις εξελίξεις που αφορούν τον δήμαρχο Τιράνων, Εριόν Βελίαϊ, και τη δικαστική έρευνα εις βάρος του. Ο Έντι Ράμα, σε μια έντονη αντίδραση, εξαπέλυσε σφοδρές επιθέσεις κατά της δικαιοσύνης και συγκεκριμένων δικαστών και εισαγγελέων, προκαλώντας νέες εντάσεις στη χώρα.
Ο Ράμα εμφανίστηκε ιδιαίτερα ανήσυχος για τις τελευταίες εξελίξεις, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνησή του παραμένει αμετακίνητη στη στήριξη της δικαιοσύνης στον αγώνα κατά της διαφθοράς. Ωστόσο, τόνισε ότι οι δικαστικές αρχές πρέπει να διατηρούν υψηλά επαγγελματικά πρότυπα, προκειμένου να αποφευχθεί μια «δικτατορία των ανακριτών».
Ο ίδιος επιτέθηκε στον δικαστή Εριόν Μπάνι, ο οποίος ενέκρινε τη σύλληψη του Βελίαϊ, κατηγορώντας τον ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Δημοκρατικού Κόμματος. Υποστήριξε ότι δύο συγκεκριμένοι δικαστές στην Ειδική Δικαστική Δομή κατά της Διαφθοράς και του Οργανωμένου Εγκλήματος (GJKKO) λειτουργούν ως «καμικάζι» της αντιπολίτευσης και κάλεσε τον επικεφαλής της Ειδικής Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς (SPAK), Αλτίν Ντουμάνι, να διερευνήσει το θέμα.
Ο Ράμα ισχυρίστηκε ότι ο Μπάνι, εκτός από την υπόθεση Βελίαϊ, είχε εμπλοκή και στην υπόθεση «Toyota Yaris», όπου, σύμφωνα με τον ίδιο, είχε αποκρύψει στοιχεία που αφορούσαν δικαστικούς και εισαγγελείς. Παράλληλα, τόνισε ότι κανένας άλλος δικαστής δεν δέχτηκε να προχωρήσει στη σύλληψη του Βελίαϊ, εκτός από τον Μπάνι.
Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός επιτέθηκε στον Γενικό Επιθεωρητή Δικαιοσύνης, Αρτούρ Μετάνι, καλώντας τον να ελέγξει τη δράση του Μπάνι. Αμφισβήτησε την αμεροληψία του συστήματος δικαιοσύνης, υπονοώντας ότι υπάρχουν ισχυρές πολιτικές παρεμβάσεις. Χρησιμοποίησε σαρκαστική γλώσσα, αναρωτώμενος αν ο Μετάνι «έχει ξυπνήσει» για να ακούσει τις δηλώσεις του.
Ο Ράμα δεν δίστασε να προειδοποιήσει ευθέως το SPAK, λέγοντας ότι δεν πρέπει να τολμήσει να του κατασχέσει το κινητό τηλέφωνο. Υποστήριξε ότι οι αρχές έχουν ήδη συγκεντρώσει τεράστιο όγκο δεδομένων και πρέπει να επικεντρωθούν στην εξέταση των πραγματικών στοιχείων.
Στην ομιλία του, έθεσε υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητα των ερευνών, ισχυριζόμενος ότι η δικαιοσύνη δεν πρέπει να λειτουργεί υπό το βάρος των μέσων ενημέρωσης ή να χρησιμοποιείται ως εργαλείο πολιτικών παιχνιδιών. Δήλωσε ότι η δίωξη του Βελίαϊ είναι αποτέλεσμα μιας ευρύτερης πολιτικής στρατηγικής που στοχεύει στην εξισορρόπηση των διώξεων εναντίον διαφορετικών πολιτικών παρατάξεων.