Ο αναπληρώτης ΥΠΕΞ Γιώργος Κατρούγκαλος απάντησε στον Νικήτα Κακλαμάνη για το αν έχουν ληφθεί μέτρα προστασίας για τις περιουσίες των ομογενών της Βορείου Ηπείρου.

Ο Νικήτας Κακλαμάνης, με αφορμή την απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της Αλβανίας με την οποία φέρεται να παραχώρησε αυθαιρέτως προς αξιοποίηση στο Υπουργείο Τουρισμού, τεμάχια γης που συμπεριλαμβάνουν ιδιωτικές περιουσίες Ελλήνων ομογενών στη Χιμάρα, παραβιάζοντας τα ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα είχε κάνει αρχές Δεκεμβρίου σχετική ερώτηση.

«Η τήρηση, από πλευράς Αλβανίας, της διεθνούς και ευρωπαϊκής υποχρέωσής της να σέβεται, στην πράξη, τα δικαιώματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας σε όλη την επικράτειά της, αποτελεί αδιαπραγμάτευτο όρο, όχι μόνο για την προώθηση των διμερών μας σχέσεων, αλλά και για την ευόδωση των ευρωπαϊκών προσδοκιών των Τιράνων».

Αυτό τονίζει μεταξύ άλλων ο αναπληρωτής Υπουργός εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος στην απαντητική του επιστολή προς τον αντιπρόεδρο της Βουλής και βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Νικήτα Κακλαμάνη σχετικά με την πρόκληση της αλβανικής κυβέρνησης να παραχωρήσει στο αλβανικό υπουργείο τουρισμού προς τουριστική αξιοποίηση τεμάχια γης που συμπεριλαμβάνουν και ιδιωτικές περιουσίες Ελλήνων ομογενών, στην παραλιακή γραμμή Αυλώνα Αγίων Σαράντα. Οι περιουσίες αυτές οπως τονίζει στην ερώτηση ο κ. Κακλαμανης ανήκουν σε Βορειοηπειρώτες κατοίκους του Δήμου Χιμάρας.

Αναλυτικά η απαντητική επιστολή του κυρίου Κατρούγκαλου έχει ως εξής:

«Το Υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των ομογενών μας στην Αλβανία. Αντιδράσαμε εγκαίρως και με αποφασιστικότητα έναντι των προσφάτων κινήσεων της αλβανικής κυβέρνησης και συγκεκριμένα κατά της υιοθετηθείσας απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, δια της οποίας παραχωρούνται αυθαιρέτως στο Υπουργείο Τουρισμού, προς αξιοποίηση, τεμάχια γης, που περιλαμβάνουν ιδιωτικές περιουσίες Ελλήνων ομογενών, καθώς και το προωθούμενο, προς ταχεία ψήφιση, στο αλβανικό Κοινοβούλιο νομοσχέδιο, το οποίο εκπονήθηκε χωρίς διαβούλευση με ιδιοκτήτες και διεθνείς εταίρους της Αλβανίας. Πέραν της ανακοινώσεως του ΥΠΕΞ, προχωρήσαμε σε ενημέρωση εκπροσώπων της Διεθνούς Κοινότητας (ενδιαφερομένων κρατών και αρμοδίων διεθνών οργανισμών). Αποδώσαμε, βεβαίως, ιδιαίτερη έμφαση στην ευαισθητοποίηση της Ευρωπαίκής Ενωσης, καθώς μάλιστα το περιουσιακό, αλλά και η εν γένει προστασία των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των 5 καίριων προϋποθέσεων για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία.

Σε αυτό το πλαίσιο, και περαν των άλλων ενεργειών, απέστειλα επιστολές προς την Αντιπρόεδρο της Ε. Επιτροπής κ.Μογκερίνι, και τον Επίτροπο για τη Διεύρυνση και την Ευρωπαίκή Πολιτική Γειτονίας, K. Χαν, δια των οποίων τους επεσήμανα τη σοβαρότητα και κρισιμότητα της κατάστασης καθώς και την ανάγκη η αλβανική πλευρά να αποσύρει τις εν λόγω νομοθετικές πρωτοβουλίες.

Διαμηνύσαμε προς κάθε πλευρά, συμπεριλαμβανομένης, ασφαλώς, της αλβανικής, με την οποία έχουν γίνει επαφές προκειμένου να ζητηθούν όλες οι απαιτούμενες διευκρινίσεις για τις τελευταίες αυτές εξελίξεις, ότι η τήρηση, από πλευράς Αλβανίας, της διεθνούς και ευρωπαϊκής υποχρέωσής της να σέβεται, στην πράξη, τα δικαιώματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας σε όλη την επικράτειά της, αποτελεί αδιαπραγμάτευτο όρο, όχι μόνο για την προώθηση των διμερών μας σχέσεων, αλλά και για την ευόδωση των ευρωπαϊκών προσδοκιών των Τιράνων. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, η Ελλάδα ως ηγέτιδα δύναμη στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και παλαιότερο κράτος μέλος ΕΕ και ΝΑΤΟ, επιδεικνύει αυτοσυγκράτηση και δρα με σύνεση και αποφασιστικότητα, μη παρασυρόμενη σε άσκοπες διελκυστίνδες δημοσίων αντεγκλήσεων, όπως, ενδεχομένως, πολλές φορές θα επεδίωκαν οι συνομιλητές μας, μεταξύ άλλων για εσωτερικού πολιτικούς λόγους στις χώρες τους. Ως προς την Αλβανία, υπενθυμίζω οι καλές γειτονικές σχέσεις και η προώθηση της διμερούς συνεργασίας σε όλα τα πεδία δύναται να προάγει και τις συνθήκες διαβίωσης των ομογενών μας στην Αλβανία, ενώ δύναται, επίσης, να λειτουργήσει απολύτως επωφελώς για την ασφάλεια, την σταθερότητα και την ευημερία στις δύο χώρες και την ευρύτερη περιοχή.

Όμως, η προώθηση των διμερών σχέσεων, απαιτεί αμοιβαία βούληση. Από πλευράς μας παρακολουθούμε στενά την απόλυτη τήρηση της αρχής της καλής γειτονίας από την Αλβανία, αρχή που άλλωστε συγκαταλέγεται στις προϋποθέσεις για την ένταξη και της χώρας αυτής στην ΕΕ».