Αν και ο Έντι Ράμα και το Σοσιαλιστικό Κόμμα βρίσκονται στην εξουσία στην Αλβανία από το 2013, η κυβέρνηση Μπάιντεν και οι σύμμαχοί της επιδιώκουν εδώ και χρόνια την πολιτική εξόντωση του ηγέτη της συντηρητικής αντιπολίτευσης, Σαλί Μπερίσα. Ο στόχος δεν ήταν μόνο η απομάκρυνσή του από την πολιτική σκηνή, αλλά και η ποινική του δίωξη και φυλάκιση. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δεν εξελίχθηκε όπως αναμενόταν.
Όταν το Κογκρέσο των ΗΠΑ ζήτησε εξηγήσεις, ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν δεν είχε σαφή απάντηση. Σε ακρόαση το 2021, ο βουλευτής Λι Ζέλντιν ρώτησε τον Μπλίνκεν για τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον πρώην πρόεδρο της Αλβανίας, ζητώντας στοιχεία που να δικαιολογούν αυτήν την απόφαση. Ο Μπλίνκεν απάντησε γενικά, αναφερόμενος σε μια τυπική νομική διαδικασία, χωρίς να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία.
Η υπόθεση αυτή εγείρει ερωτήματα για τον ρόλο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και την επιρροή που φέρεται να ασκεί το δίκτυο του Τζορτζ Σόρος στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Ο δημοσιογράφος Τομ Ρόγκαν σχολίασε πως η πολιτική της Ουάσινγκτον απέναντι στην Αλβανία φαίνεται να εξυπηρετεί συμφέροντα που συνδέονται με τον Σόρος, με τη διακυβέρνηση Ράμα να απολαμβάνει την ανοχή των ΗΠΑ, παρά τη διαφθορά και τη σύνδεσή της με το οργανωμένο έγκλημα.
Η Αλβανία, αν και υπέφερε σχεδόν μισό αιώνα από απομονωτική κομμουνιστική δικτατορία, ήταν από τις τελευταίες χώρες που απελευθερώθηκαν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο Μπερίσα και οι σύμμαχοί του, ως πρωταγωνιστές της δημοκρατικής μετάβασης, βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας διαδικασίας που, σύμφωνα με επικριτές, είχε στόχο την αποδυνάμωση της αντιπολίτευσης.
Παρά την επιστροφή των Σοσιαλιστών στην εξουσία για πάνω από μια δεκαετία, η Αλβανία παραμένει το φτωχότερο μέλος του ΝΑΤΟ και έχει εξελιχθεί σε κέντρο διακίνησης ναρκωτικών στην Ευρώπη. Ο Ρόγκαν κατηγορεί την κυβέρνηση Μπάιντεν για σκόπιμη ανοχή απέναντι στον Ράμα, χαρακτηρίζοντας την Αλβανία «ναρκο-κράτος» υπό την προστασία της Ουάσινγκτον.
Η δικαστική μεταρρύθμιση που προωθήθηκε το 2015, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και τη χρηματοδότηση από φορείς συνδεδεμένους με τον Σόρος, οδήγησε στη δημιουργία του ειδικού δικαστικού σώματος κατά της διαφθοράς, SPAK. Από το 2019, η κυβέρνηση Ράμα φέρεται να αξιοποιεί το SPAK για να εξουδετερώσει πολιτικούς αντιπάλους, με βασικό στόχο τον Μπερίσα.
Παρότι δεν υπήρξε σαφής ποινική κατηγορία εις βάρος του, το 2021 το Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον κήρυξε «persona non grata» και το 2023 τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό για 333 ημέρες. Η υπόθεση αυτή εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο οι ΗΠΑ στηρίζουν τη δημοκρατία ή αν εργαλειοποιούν τη δικαιοσύνη για πολιτικούς σκοπούς.
Ο πρώην αναλυτής των αμερικανικών υπηρεσιών ασφαλείας, Τζον Σίντλερ, αναρωτιέται για τη στενή σχέση μεταξύ Ράμα και του Άλεξ Σόρος, που επισκέπτεται συχνά την Αλβανία. Θεωρεί πως το δίκτυο Σόρος έχει σημαντική επιρροή στη χώρα και ότι η αμερικανική πολιτική έχει συμβάλει στην ενίσχυση ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Το Washington Examiner ταξίδεψε στην Αλβανία για να μιλήσει με τον ίδιο τον Μπερίσα, τον άνθρωπο που, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η αμερικανική κυβέρνηση επιχείρησε, αλλά απέτυχε, να φιμώσει.
Σχόλια