Η αλβανική κυβέρνηση έχει ξοδέψει περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ για την κατασκευή μονάδας επεξεργασίας λυμάτων που, ωστόσο, σήμερα δεν υφίσταται. Τα αστικά λύματα των Τιράνων, μιας πόλης με περίπου 912.000 κατοίκους, σύμφωνα με την INSTAT, εξακολουθούν να εκβάλλονται απευθείας σε ποτάμια χωρίς καμία επεξεργασία, μετατρέποντας τον Ποταμό των Τιράνων και τη Λάνια στις πιο μολυσμένες περιοχές της χώρας, όπως αναφέρουν κρατικές εκθέσεις.
Η κατασκευή της μονάδας στην περιοχή Κασάρ ξεκίνησε πριν από 10 χρόνια, αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Μάλιστα, το ήδη επενδυμένο ποσό των 79 εκατομμυρίων ευρώ κινδυνεύει να καταστραφεί λόγω εγκατάλειψης. Οι διαφωνίες μεταξύ της κυβέρνησης και της εταιρείας κατασκευής, που είχε αναλάβει το έργο το 2014, οδήγησαν στη μονομερή λύση της σύμβασης το 2018. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παύση των εργασιών και την κατάθεση αγωγής από την εταιρεία στο Διεθνές Δικαστήριο Διαιτησίας, διεκδικώντας αποζημίωση 90 εκατομμυρίων ευρώ. Τελικά, το δικαστήριο καταδίκασε την Αλβανία να καταβάλει 13,5 εκατομμύρια ευρώ ως αποζημίωση.
Η μονάδα, παρόλο που είχε ολοκληρωθεί κατά 70%, δεν προστατεύτηκε επαρκώς μετά τη λύση της σύμβασης, με αποτέλεσμα ημιτελείς δομές να εκτίθενται στις καιρικές συνθήκες, όπως υπογραμμίζεται σε έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Επιπλέον, οι παραλείψεις στη συντήρηση, όπως ο καθαρισμός καναλιών και η προστασία των υπαρχουσών κατασκευών, αυξάνουν τον κίνδυνο πλήρους καταστροφής των έργων που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί.
Οι προσπάθειες αναβίωσης του έργου παραμένουν ανύπαρκτες, ενώ οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι ανησυχητικές. Σύμφωνα με μελέτη της Εθνικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, οι ποταμοί των Τιράνων και της Λάνιας παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα μόλυνσης, με συγκεντρώσεις επικίνδυνων ουσιών. Οι ανεπεξέργαστες απορρίψεις λυμάτων προκαλούν σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Όπως τονίζουν ειδικοί, η μόλυνση αυτή συνδέεται με ασθένειες όπως η χολέρα, ο τύφος και άλλες βακτηριακές λοιμώξεις.
Παρά την επένδυση 112 εκατομμυρίων ευρώ σε έργα επεξεργασίας λυμάτων, μόνο το 10% του πληθυσμού απολαμβάνει τέτοιες υπηρεσίες. Τα υπόλοιπα αστικά και βιομηχανικά λύματα εξακολουθούν να ρυπαίνουν τα ποτάμια και τις θάλασσες, επιδεινώνοντας την περιβαλλοντική κρίση και θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία της κοινότητας.
Σχόλια