Ο τομέας της απασχόλησης για νταντάδες και φροντιστές ηλικιωμένων στην Αλβανία σημειώνει σημαντική άνθηση, με μισθούς που φτάνουν μέχρι και τα 1.000 ευρώ τον μήνα. Σύμφωνα με γραφεία διαμεσολάβησης, το 70% των αιτημάτων αφορούν φροντίδα ηλικιωμένων, ενώ καταγράφεται αύξηση στον αριθμό γυναικών που μεταναστεύουν στην Ευρώπη για εργασία στον τομέα αυτό. Ωστόσο, ανησυχία προκαλεί η εκτεταμένη παραοικονομία που χαρακτηρίζει αυτόν τον κλάδο.
Πολλές γυναίκες, μετά τη συνταξιοδότηση, εργάζονται ως νταντάδες, συνδυάζοντας την εμπειρία τους με τη φροντίδα παιδιών. Μια τυπική εργασία περιλαμβάνει φροντίδα για 6 ώρες την ημέρα, με αμοιβή που φτάνει τα 50.000 λεκ το μήνα.
Η ζήτηση για νταντάδες και φροντιστές είναι υψηλή σε όλη τη χώρα, αλλά η προσφορά είναι περιορισμένη, καθώς πολλές γυναίκες προτιμούν να εργάζονται στο εξωτερικό λόγω των καλύτερων μισθών. Οι αμοιβές στις χώρες της Ε.Ε. κυμαίνονται από 800 έως 1.100 ευρώ το μήνα, προσφέροντας σαφώς καλύτερες συνθήκες σε σύγκριση με την Αλβανία.
Σύμφωνα με στοιχεία για το 2024, οι αγγελίες για θέσεις νταντάδων αυξήθηκαν κατά 22% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, η ζήτηση για φροντιστές ηλικιωμένων αυξήθηκε κατά 43%, με το 70% των αιτημάτων να προέρχονται από τον τομέα αυτό. Η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού και η αύξηση της μοναξιάς στους ηλικιωμένους έχουν ενισχύσει την ανάγκη για φροντίδα.
Ωστόσο, η εργασία σε αυτούς τους κλάδους παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεπίσημη. Οι περισσότερες θέσεις είναι χωρίς συμβόλαια, ασφάλιση ή κοινωνικές παροχές, ενώ οι εργαζόμενοι συχνά πληρώνονται «μαύρα». Οι οργανωμένες δομές διαμεσολάβησης παρέχουν περιορισμένη μόνο στήριξη, καθώς η νομοθεσία δεν επιτρέπει την επίσημη καταγραφή εργαζομένων στον κλάδο αυτό από οικογένειες.
Τέλος, οι χαμηλές αμοιβές στην Αλβανία αποτελούν σημαντικό αντικίνητρο για την παραμονή των εργαζομένων, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι η αύξηση των μισθών και η τυποποίηση του κλάδου θα μπορούσαν να μειώσουν τη μετανάστευση και να ενισχύσουν την προσφορά στην εγχώρια αγορά.
Σχόλια