Τα υψηλόβαθμα στελέχη στην Αλβανία καταφέρνουν να διαφεύγουν από τις έρευνες και τις διώξεις της Ειδικής Δομής κατά της Διαφθοράς και του Οργανωμένου Εγκλήματος (SPAK), καθώς και του Ειδικού Δικαστηρίου. Μια πρόσφατη έκθεση για την απόδοση αυτών των θεσμών δείχνει ότι το ποσοστό των κατηγορουμένων για διαφθορά που προέρχονται από υψηλές θέσεις είναι εξαιρετικά μικρό.
Σύμφωνα με τα δεδομένα, μόλις το 5% των κατηγορουμένων σε υποθέσεις διαφθοράς την περασμένη χρονιά ήταν υψηλόβαθμα στελέχη. Από τους 586 κατηγορούμενους, μόνο 32 ανήκουν σε ανώτερες θέσεις, ενώ από τις 479 καταδίκες, μόλις 20 αφορούσαν άτομα σε ανώτατες θέσεις, δηλαδή ποσοστό μόλις 4,17%. Αυτό καταδεικνύει την δυσκολία να οδηγηθούν ισχυροί αξιωματούχοι στη δικαιοσύνη.
Η έκθεση επισημαίνει ότι, παρά την προσπάθεια για την αντιμετώπιση της διαφθοράς σε υψηλά επίπεδα, τα αποτελέσματα παραμένουν πενιχρά. Από το 2020 έως το 2023, μεταξύ των καταδικασθέντων περιλαμβάνονται μόνο μερικοί ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως πρώην δικαστές, δήμαρχοι και βουλευτές. Παρά την πίεση για μεταρρυθμίσεις, το σύστημα δεν φαίνεται να έχει καταφέρει να προσαγάγει στη δικαιοσύνη τα λεγόμενα «μεγάλα ψάρια».
Επίσης, σημειώνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις, όταν πολιτικά πρόσωπα εμπλέκονται στις έρευνες, η διαδικασία φαίνεται να σταματά ή να ανατρέπεται, όπως συνέβη σε υποθέσεις μεγάλου ενδιαφέροντος, όπως τα αποτεφρωτήρια και οι υποκλοπές. Αντιθέτως, οι έρευνες που αφορούν την αντιπολίτευση δεν παρουσιάζουν τέτοιες δυσκολίες, με αρκετούς πρώην υψηλόβαθμους αξιωματούχους να βρίσκονται υπό διερεύνηση.
Σχόλια