​Οι μνήμες της φλεγόμενης Σμύρνης φοβίζουν τον Ερντογάν

​Οι μνήμες της φλεγόμενης Σμύρνης φοβίζουν τον Ερντογάν

Η πυρπόληση της Σμύρνης στις 13/14 Σεπτεμβρίου του 1922 και η διαιώνιση της επιθετικότητας και αρπακτικότητας των Τούρκων (με συνοδό φαινόμενο την πολεμική ρητορική τους) είχαν ανέκαθεν - πέρα από εθνοτικό - και θρησκευτικό χαρακτήρα.

Αυτό το επιβεβαίωσε, άλλωστε, ιστορικά ο εκτουρκισμός και εξισλαμισμός διαφορετικών θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων της Ανατολίας, ενώ στα τρέχοντα χρόνια η μετατροπή σε τζαμί της Αγίας Σοφίας και αργότερα της Μονής της Χώρας από τον Ταγίπ Ερντογάν (2020 & 2024, αντίστοιχα).

Αμφότερες πράξεις βαρβαρότητας πανομοιότυπης με εκείνην που είχαν επιδείξει οι Οθωμανοί του Μωάμεθ κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 (βεβήλωση Αγίας Σοφίας) και διαποτίζουν ως σήμερα το πνεύμα πολιτιστικής ισοπέδωσης στην τουρκική παιδεία, όπως πιστοποιεί η εισαγωγή της διδασκαλίας της «Γαλάζιας Πατρίδας» στα βιβλία των Τούρκων μαθητών την νέα σχολική χρονιά.

Μέχρι «χθες» (20ος αιώνας), «Γκιαβούρ (γκιαούρ) Ιζμίρ» ονόμαζαν τη Σμύρνη οι Οθωμανοί, ενώ οι σύγχρονοι Τούρκοι (οι φανατικοί ισλαμιστές, τουλάχιστον) «γκιαβούρ» (άπιστη) την αποκαλούν στα τουρκικά ΜΜΕ και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) υπερβαίνοντας κάθε έννοια της... «ελληνοτουρκικής φιλίας».

Οι μνήμες της Ιστορίας είναι αποσιωπημένες, αλλά υπαρκτές, όπως το άρωμα της Ελλάδας που φέρνουν στο φως οι τουρκικές ανασκαφές και αποδεικνύουν τις βαθιές, πανάρχαιες ρίζες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

Ρίζες που προκαλούν φόβο στους Τούρκους και τώρα. Γι' αυτό δείχνουν δυσανεξία στα απομεινάρια των «ελληνόσπορων», των απογόνων δηλαδή εκείνων τους οποίους καυχώνται ότι «πέταξαν στη θάλασσα του Αιγαίου»...

Οι εναπομείναντες βέβαια Έλληνες μειονοτικοί απ' τις «Χαμένες Πατρίδες» του Ελληνισμού τείνουν να εξαφανιστούν σήμερα, ειδικά στη Σμύρνη. Το γκρέμισμα της Αγίας Φωτεινής και άλλων εκκλησιών της πόλης, όπως και η μετατροπή ελληνικών εκπαιδευτηρίων σε τουρκικά, ήταν το έναυσμα που σηματοδότησε το 1922 την είσοδο του Μικρασιατικού Ελληνισμού σε εποχές βαρβαρότητας.

Εποχές βαρβαρότητας για το «μαργαριτάρι της Ανατολής», το «Μικρό Παρίσι» (όπως αποκαλούσαν Έλληνες και ξένοι την παλιά Σμύρνη) εξυμνώντας παράλληλα και άλλες κοιτίδες του Ελληνισμού στην Μικρά Ασία, με επίκεντρο την Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμειναν αποδεκατισμένες οι γενιές των Ελλήνων κρατώντας άσβηστη την ιστορική μνήμη.

Μνήμη που «αεί θάλλει» στις καρδιές τους και τις καρδιές των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής και των απογόνων τους όπου γης... Κι αυτό δημιουργεί φόβο στους Τούρκους εθνικιστές και ισλαμιστές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν (σε σαφώς μικρότερο αριθμό) και οι μετριοπαθείς Τούρκοι που δεν έχουν τον φόβο των Ελλήνων.

Ενίοτε μάλιστα, αν και μουσουλμάνοι, λειτουργούν ως... «κρυπτοχριστιανοί» που νοσταλγούν τη συμβίωση με τους Έλληνες και γι' αυτό αρνούνται να ενδώσουν (υπό την δαμόκλειο σπάθη του ερντογανικού καθεστώτος) στη διαιώνιση της ανθελληνικής προπαγάνδας σε μια πολιτικά και πολιτιστικά διχασμένη βαθιά Τουρκία.

Αυτό πάει κόντρα βέβαια στο γενικότερο κλίμα εχθροπάθειας που καλλιεργείται διαχρονικά στην γείτονα χώρα κατά των Ορθοδόξων Ελλήνων τόσο απ' τους Κεμαλιστές Τούρκους ηγέτες (Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, CHP), όσο κι από τους εθνικιστές «Γκρίζους Λύκους» του Ντεβλέτ Μπαχτσελί («Εθνικιστική Δράση», MHP), ενώ δεν πάνε πίσω και οι φανατικοί ισλαμιστές του AKP, του κόμματος του Ταγίπ Ερντογάν που κυβερνά την Τουρκία πάνω από εικοσαετία.

Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο Τούρκος Πρόεδρος είχε αυτοπροσδιοριστεί το 2018 πρώτα ως μουσουλμάνος και μετά ως Τούρκος («Έχουμε μόνο μια έγνοια, Ισλάμ, Ισλάμ, Ισλάμ»), πράγμα που επιβεβαίωσε και προ μηνών (Φεβ 2024) με αποδέκτες τους διαφοροποιημένους θρησκευτικά Τούρκους μουσουλμάνους (Σουνίτες και Σιίτες): «Όποιος έχει εθρότητα προς τη Σαρία, έχει εχθρότητα προς το Ισλάμ» .

Λόγος κρυμμένης αγωνίας ενός σαλαφιστή (υπερσυντηρητικού μουσουλμάνου) ο οποίος ανησυχεί στον ίδιο βαθμό για τη «διάλυση» του ισλαμικού κόσμου, όσο και για την ευόδωση των σχεδίων που κυοφορεί το αναθεωρητικό και αλυτρωτικό δόγμα της τουρκικής γεωπολιτικής (Mavi Vatan), γνωστό ως «Γαλάζια Πατρίδα».

Έτσι ο Ταγίπ Ερντογάν εκδηλώνει περιοδικά (στα 21 χρόνια πρωθυπουργίας και προεδρίας του) - πότε συγκαλυμμένα και πότε απροκάλυπτα - το μένος του για τον Ελληνισμό, σε κάθε αφορμή πολιτικού, ιστορικού, πολιτιστικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα, καθώς ο »αλά Τούρκα» νέο-ισλαμισμός επεμβαίνει πλέον παντού.

Επεμβαίνει παντού προκαλώντας την ιστορική μνήμη των Ελλήνων (οικειοποίηση βυζαντινού δικέφαλου αετού τον Οκτώβριο του 2021 μετά την οικειοποίηση μνημείων-συμβόλων του Βυζαντίου και της Ορθοδοξίας με τη δικαιολογία ότι έγιναν κτήμα της Τουρκικής Δημοκρατίας απ' τη στιγμή της Άλωσης και της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1453).

Με δεδομένα τα ιστορικά τραύματα στις σχέσεις Ελλήνων μειονοτικών-Τούρκων (στα οποία προστέθηκε η τραυματική εμπειρία του τουρκικού πογκρόμ των Σεπτεμβριανών κατά της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας της Πόλης και τα ανθελληνικά μέτρα του 1964-1965 με συνέπεια τη δραματική μείωση των ομογενών μας εκεί από 80.000 σε 30.000), το φυσικό επακόλουθο που θα περίμενε κανείς είναι η αίσθηση παντοδυναμίας των γειτόνων μας έναντι της συρρικνωμένης στο ελάχιστο ελληνορθόδοξης μειονότητας.

Θα περίμενε να την νιώθουν, αλλά δεν την νιώθουν αυτήν την παντοδυναμία, κατά τόπους κυρίως. Κι αυτό γιατί η καχυποψία (με επίκεντρο τη Σμύρνη) τους κάνει να αισθάνονται ανασφαλείς σε θρησκευτικό αρχικά επίπεδο.

Ανασφαλείς για όσα ανησυχητικά παρατηρούνται στην «Γκιαούρ Ιζμίρ», παρά το γεγονός ότι η Τουρκία - αν και πολυεθνικό, πολυθρησκευτικό και πολυπολιτισμικό κράτος - εξακολουθεί να έχει ταυτότητα ισλαμική.

Ισλαμική με σταδιακά αποχρωματισμένη και μειωμένη όμως στη Σμύρνη την πίστη των Τούρκων στο Ισλάμ. Κάτι που είχε αναστατώσει από δεκαετίας και βάλε τους θρησκευτικούς ηγέτες της Τουρκίας και ειδικά τον Τούρκο Θεολόγο Mehmet Görmez (17ο Πρόεδρο των Θρησκευτικών Υποθέσεων και του Ινστιτούτου Ισλαμικής Σκέψης της Τουρκίας στην επταετία 2010-'17), όπως έδειξαν τα λόγια του στη συνέντευξή του στον τουρκικό Τύπο το '13 από το ξενοδοχείο Termal Otel της Σμύρνης.

Ας σημειωθεί, ενημερωτικά, ότι το θέμα της ολιγοπιστίας στο Ισλάμ των κατοίκων της Σμύρνης ήρθε προς συζήτηση απ' τις θρησκευτικές αρχές της Τουρκίας το 2000, επί κυβέρνησης Μπουλέντ Ετσεβίτ (πρωθυπουργού-εισβολέα στην Κύπρο το 1974).

Τότε, μάλιστα, παράγοντες του ισλαμικού κόμματος «Φαζιλέτ» («Κόμμα της Αρετής»- Fazilet Partisi, τουρκιστί, FP) είχαν χαρακτηρίσει την Σμύρνη «Gavur İzmir», λόγω ακριβώς της έντονης απροθυμίας, απιστίας και αποστροφή των κατοίκων της να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ισλαμικής παιδείας.

Δεκατρία χρόνια αργότερα, επί πρωθυπουργίας και προεδρίας Ταγίπ Ερντογάν, το θέμα δεν είχε λυθεί ακόμα αναγκάζοντας τον Mehmet Görmez να λάβει μέτρα ειδικά για την πόλη αυτή. Έτσι αποφασίστηκε τότε ο διορισμός νέου μουφτή και αναβάπτιση των ισλαμιστών στα ανακαινισμένα απ' το κράτος τζαμιά της πόλης, ενώ προγραμματίστηκε πύκνωση των μαθητών στα θρησκευτικά κατηχητικά σχολεία με στόχο τον προσανατολισμό τους στις βασικές αρχές και τον μυστικισμό του Ισλάμ.

Ωστόσο και πάλι ήταν απογοητευτικά τα αποτελέσματα, καθώς το θέμα της άρνησης των Τούρκων κατοίκων της Σμύρνης να αποδεχτούν το Ισλάμ για θρησκεία τους δεν έλεγε να κλείσει μετατρέποντας τις ανησυχίες των θρησκευτικών ηγετών της Τουρκίας και του ίδιου του Ερντογάν σε... μεταφυσικές..

Ανησυχίες οι οποίες μετατράπηκαν συν τω χρόνω σε διαμορφωμένη αντίληψη ότι οι Τούρκοι της Σμύρνης διακατέχονται από ισλαμοφοβία, σε βαθμό να δίνουν την εντύπωση ότι έχουν εμποτιστεί απ' τον ίδιο φόβο που είχαν περάσει στους διωκόμενους Έλληνες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή οι πρόγονοί τους, διώκτες των Ρωμιών της πόλης και πυρπολητές των σπιτιών τους...

Ναι, πυρπολητές της Σμύρνης το '22 ήταν οι Τούρκοι, κι ας λέει ο Ερντογάν προπαγανδιστικά ότι «οι Έλληνες την έκαψαν» για να ξορκίσει τον ενδόμυχο φόβο του για αποϊσλαμοποίησή της σαν ανταποδοτικό δώρο του Θεού των χριστιανών προς τους Έλληνες.

Την πυρπόληση της Σμύρνης από τους Τούρκους το 1922 την επιβεβαίωσε, σημειωτέον - στο βιβλίο του »Çankaya», α' εκδ. 1961 - ο Φαλίχ Ρίφκι Ατάι (1894-1971), Τούρκος δημοσιογράφος και διανοούμενος, στέλεχος του κεμαλικού εθνικιστικού κινήματος, ο οποίος περιγράφει - ως μάρτυρας γεγονότων - την καταστροφή της Σμύρνης ονοματίζοντας ως κύριο ένοχο τον Νουρεντίν Πασά.

Τον διοικητή της Α' Στρατιάς του Κεμάλ, δηλαδή, που έτρεφε απύθμενο μένος κατά της «Σμύρνης των απίστων» [Gavur İzmir], «τις χριστιανικές γειτονιές της οποίας τις άφησε να καούν ολοσχερώς, γιατί κάθε τι που έμοιαζε με Ευρώπη ήταν μοιραίο να παραμείνει χριστιανικό. Γι' αυτό κι εμείς έπρεπε να το αποβάλουμε...», όπως ομολογεί ο Ατάι στο εν λόγω έργο του.

Τα δεδομένα αυτά (τα οποία διαιωνίζονται από στόμα σε στόμα μέχρι σήμερα) συνεχίζουν να περιβάλλουν με ατμόσφαιρα μυστηρίου στη Σμύρνη. Την »Γκιαούρ Ιζμίρ», όπως την λένε πολλοί Τούρκοι υποψιάρικα, όταν φέρνουν στο νου τους τις ουρανομήκεις ζητωκραυγές με τις οποίες είχαν υποδεχτεί τους Έλληνες «εισβολείς» οι κάτοικοί της κατά την απόβαση του Ελληνικού Στρατού με επικεφαλής το Τάγμα Ευζώνων.

Την «Άπιστη Σμύρνη», όπως την λένε οι Έλληνες με νόημα σκεπτόμενοι ότι από τον Μάιο του 1919 μέχρι το Καλοκαίρι του 1922 η «Γκιαούρ Ιζμίρ» ήταν η Σμύρνη των Ελλήνων και των ελληνορθόδοξων Ρωμιών. Πόλη-διαμάντι στο στέμμα της ελληνικής Ιωνίας!..

Κρινιώ Καλογερίδου

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου