Οι δυο σημασίες της Συνόδου ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη

Οι δυο σημασίες της Συνόδου ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη

Η πρόσφατη Σύνοδος της ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη μετά από 19 χρόνια από το 2003 είχε δυο σημασίες σε ένα εντελώς διαφορετικό διεθνές περιβάλλον. Πρώτη, την προσπάθεια επιδίωξης της Γερμανίας κυρίως, στο να ασκήσει πίεση στη Βουλγαρία να άρει το βέτο στα Σκόπια όπως και στη Σερβία ώστε να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Δεύτερη, την «αναβάθμιση» της θέσης της Ελλάδας για την οποία το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του ομονοεί στον δευτερεύοντα ρόλο της της μεταφοράς των προθέσεων της Κομισιόν στις χώρες που δεν ανήκουν στο «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι». Και οι δυο σημασίες αποδίδονται σε ένα περιβάλλον όπου στο «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» ήδη διατυπώνονταν διαφορετικές γραμμές για τα ζητήματα της οικονομικής κρίσης, για το μεταναστευτικό ζήτημα, για τη διαχείριση της πανδημίας και σήμερα για τις κυρώσεις προς τη Ρωσία οι οποίες δεν έχουν το προβλεπόμενο επιτυχές αποτέλεσμα.

Η πρώτη σημασία για τα Βαλκάνια

Σήμερα όπου τα ενεργειακά, τα οικονομικά, τα γεωπολιτικά και τα εθνικά ζητήματα έχουν τεθεί σε ένα ενιαίο πλαίσιο και το «υπόλοιπο Βαλκανίων», που ονομάζουν εύσχημα «Δυτικά Βαλκάνια», είναι σε θέση πρώτης γραμμής για τις εφαρμογές του. Είναι ο ζωτικός χώρος για την «περικύκλωση» ή «άμυνα» κατά της Ρωσίας, για την ουδετεροφιλία με την απρόβλεπτη Τουρκία που έχει καταστεί περιφερειακή δύναμη όπως και για τη μείωση της κινεζικής οικονομικής παντοδυναμίας. Αυτές οι τρεις δυνάμεις είναι οι ακατονόμαστοι «Τρίτοι παράγοντες» που ξεκίνησαν να αμφισβητούν, για μια 20ετία περίπου, την άνεση με την οποία οι Ευρωπαίοι εταίροι επιδίωκαν να μετατρέψουν τα Βαλκάνια σε οικονομική αποικία και οι αμερικάνοι φίλοι σε δικά τους στρατόπεδα ή του ΝΑΤΟ. Η ένταξη των Δ. Βαλκανίων είναι προϋπόθεση ισχυροποίησης των ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως αυτών που ξεκίνησαν τη «Συμφωνία Χάλυβα» (Γερμανία-Γαλλία) που θα ικανοποιήσουν τους στόχους της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χαρίζοντας και δωμάτια για το υπηρετικό προσωπικό. Τουτέστιν, ένας φιλικός χώρος εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού, των φυσικών πόρων και επέκτασης των αγορών.

Προϋποθέσεις ένταξης έγιναν η αναδιοργάνωση των θεσμών και της οικονομίας σύμφωνα με το παράδειγμα των «ειρηνευτικών» συνομιλιών Ραμπουγέ του 1999 που προέβλεπε την απόλυτη χρήση των εδαφών της τότε Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας από το ΝΑΤΟ, την καθιέρωση της ελεύθερης αγοράς και την ιδιωτικοποίηση της κρατικής περιουσίας. Η άρνηση σε μια τέτοια καταφανώς παραβίαση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων επέφερε και τους βομβαρδισμούς στη Σερβία όπως και τον περεταίρω ακρωτηριασμό της με την μονομερή ανεξαρτησία του Κοσόβου, παρά το 1244 ψήφισμα του ΣΑ του ΟΗΕ του 1999 που το κατακύρωνε στη Σερβική επικράτεια. Η επίλυση δε, των εθνικών ζητημάτων που απέτυχαν παταγωδώς να τακτοποιήσουν οι εφαρμογές της «ταξικής πάλης» και του «διεθνισμού» εκ μέρους των «Λαϊκών Δημοκρατιών», τέθηκε στην αποτυχημένη φαρέτρα διαφόρων πρότζεκτ με βάση το ρητό ότι «το χρήμα θεραπεύει τα πάντα».Δηλαδή ανταποδοτικά οφέλη για τις ελίτ που θα μπορούσαν να εδραιώνονται και να καλλιεργούν νέες συνειδήσεις στις πρώην «Σοσιαλιστικές» χώρες. Συνεπώς η μετάβαση στην οικονομία της Αγοράς που ταυτίστηκε με το έλλειμμα προθέσεων εκσυγχρονισμού από πλευράς των διάδοχων ελίτ (από τις τάξεις των κομμουνιστικών κομμάτων) επιδείνωσαν τις πολιτικές και οικονομικές κρίσεις εδώ και 30 χρόνια, με χαρακτηριστικά την εκποίηση κάθε παραγωγικής διαδικασίας και των φυσικών πόρων που οδήγησε στη μαζική φτώχεια, την πρωτοφανή μετανάστευση και την πολιτισμική παρακμή.

Όλα αυτά βεβαίως θα διορθώνονταν με το «μαγικό» χέρι της Αγοράς, δηλαδή με τις χρηματοδοτήσεις στις νέες ολιγαρχίες, με τα προγράμματα «διεθνικής» συνύπαρξης και με την ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών θεσμών αν οι ΗΠΑ δεν αποσύρονταν το 2008 από διεθνείς ρόλους κι αν η Ευρώπη δεν ταραζόταν από την οικονομική κρίση. Σε μια δεκαετία δυτικών αποδρομών, η ανασύσταση της αυτοκρατορικής Ρωσίας με το φυσικό αέριο, οι νέοι δρόμοι μεταξιού της Κίνας στα κενά χρηματοδοτήσεων, όπως και η νέα Οθωμανική πολιτική της Τουρκίας ξεκίνησαν να εμπλέκονται. Η αποτυχία της Βοσνίας, το ζήτημα του Κοσόβου, η φιλορωσική πολιτική της Σερβίας, η διαμάχη μεταξύ Βουλγαρίας και Σκοπίων για την «κοινή Ιστορία» και τα διχασμένα πολιτικά συστήματα στα Βαλκάνια κατέδειξαν μια νέα «ζώνη»-το υπόλοιπο Βαλκανίων με υψηλούς κινδύνους για την «επέκταση» ή «συνοχή» της Δύσης. Έτσι, ενώ η προώθηση του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου και οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί που προωθούν οι ΗΠΑ και μέσω του ΝΑΤΟ αποκρυσταλλώνουν τη δορυφοριοποίηση της Ευρώπης (ωστόσο με αρκετές ευρωαντιφάσεις) τα «Δυτικά Βαλκάνια» συνεχίζουν να μην προσπερνούν άνετα τις σχέσεις που διαμόρφωσαν με τις δυνάμεις της ανταγωνιστικής Ανατολής.

Η δεύτερη σημασία

Η Ελλάδα, μετά το 1990, ως χώρα-μέλος του «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού» με εμπειρία στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην ελεύθερη οικονομία έγινε διαμεσολαβητικό εργαλείο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ για την ένταξη των Βαλκανίων στους διεθνείς και απόλυτα κυρίαρχους, τότε, οργανισμούς. Ανάμεσα σε φραστικά σχήματα μαζικής παραπλάνησης όπως «ισχυρή Ελλάδα», «ανάπτυξη», «εκσυγχρονισμός», το ελλαδικό πολιτικό σύστημα ανέπτυξε μια διακριτή οικονομικοπολιτική ελίτ (από εμπορικούς οίκους με έμφαση στην τεχνολογία, εργολάβους από νέα «τζάκια» και Τράπεζες) που διείσδυσε στα Βαλκάνια. Αποδομώντας τις όποιες παραγωγικές της ικανότητες στο εσωτερικό και αποθαρρύνοντας τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας-βιοτεχνίας-βιομηχανίας έβαλε την υπογραφή για την ιδρυτική πράξη μιας κρατικο-ευρωδίαιτης ομάδας που κερδοσκοπούσε χωρίς τις καταβολές οφελών προς την ίδια τη χώρα. Όλα αυτά όμως σε μια δεκαετία αποδείχθηκαν χάρτινοι πύργοι αφού η Κίνα και η Τουρκία (κι άλλοι) καταπόντισαν την «ισχυρή Ελλάδα» στα Βαλκάνια. Και παρ' όλο που η συμμετοχή της κάθε φορά στους πολέμους της Νέας Τάξης κρινόταν ότι την έθετε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας η δομική πολιτική κατευνασμού προς την σύμμαχο Τουρκία την κατρακύλησε στον ρόλο της απειλούμενης αποικίας χρέους. Το Αιγαίο της Γαλάζιας Πατρίδας και η κατεχόμενη Κύπρος-το υπόλοιπο μισό της «εκλιπούσας» Κυπριακής Δημοκρατίας όπως την κατονομάζουν στην επίσημη γλώσσα τους οι Τούρκοι διπλωμάτες, υπενθυμίζουν την πραγματικότητα. Για να μην αναφερθούν οι απώλειες που υφίσταται η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία από τις πιέσεις που ασκεί η εταίρα –επίσης- σύμμαχος χώρα.

Έτσι, πρόσφατα στα πλαίσια αυτής της επανα-κατάκτησης του δευτερεύοντος ρόλου, η Ελλάδα έγινε ο βασικός ενδιάμεσος που μοίραζε περισσευούμενα «εγκεκριμένα» εμβόλια στα Δυτικά Βαλκάνια όταν οι συμπράξεις των Τρίτων παραγόντων κυριαρχούσαν στα Βαλκάνια με το sputnik και το sinovak. Δημιούργησε γκρίζες ζώνες στρατοπέδων με δυστυχισμένους μετανάστες υπακούοντας σε προθέσεις ανισοκατανομής τους από τους Ευρωπαίους εταίρους και έγινε το πειραματόζωο για τις μνημονιακές επεκτάσεις βαθαίνοντας περεταίρω την κρίση της. Σήμερα η δολοφονική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία, την καθιστά σε κόμβο της ενέργειας, σε πρότυπο εμπλοκής σε αυτόν τον πόλεμο έχοντας και το προηγούμενο της υπογραφής της συμφωνίας στις Πρέσπες ως πρότυπο υπαγωγής στη Δύση και για τα Δ. Βαλκάνια για την ειρήνευση και την οικονομική ανάπτυξη και ασφάλεια. Ποιος είναι λοιπόν ο νέος της ρόλος για την ικανοποίηση των συμφερόντων της Δύσης που ισχυροποιεί με «εθνικό» πρόσημο την ελλαδική ελίτ στην προσπάθεια ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων; Πρωτοπόρος κυρώσεων, κόμβος για το πανάκριβο Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο, μεσολαβητής-υπεργολάβος για την πράσινη ανάπτυξη και τις ψηφιακές μεταρρυθμίσεις από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, πρότυπο απομάκρυνσης από τους τρίτους παράγοντες. Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η αναβάθμιση της Ελλάδας για τον «φιλόδοξο στόχο του 2033» της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέσω της ένταξης των Δ. Βαλκανίων και από ποιες εξελίξεις εξαρτάται όταν μάλιστα οι παραχωρήσεις δεν προχωρούν σε εγγυήσεις εν μέσω θηριωδών δηλώσεων και πρακτικών εκ μέρους του κ. Ερντογάν;

Θα πεισθεί ο κ. Κούρτι που συγκρούεται με την Ευρωαμερικανική πολιτική στο ζήτημα της Ένωσης του Κοσόβου με την Αλβανία, να αποδεχθεί τις συμφωνίες των Βρυξελλών και της Νέας Υόρκης που αποβλέπουν σε μια οριστική λύση ανταλλαγής εδαφών ή τουλάχιστον στην αποδοχή της Ένωσης Σερβικών Δήμων; Θα σταματήσει η Σερβική και η Κροατική οντότητα να αμφισβητούν τη συμφωνία του Ντέιτον; Θα πείσουν τη Βουλγαρία να άρει το βέτο προς τα Σκόπια όταν αποτελεί το κεντρικό και διακριτό στοιχείο της βαλκανικής της πολιτικής; Θα πείσουν τη Σερβία να σταματήσει να δέχεται φυσικό αέριο από τη Ρωσία σε τιμές παραπάνω από 10 φορές φθηνότερο, όπως δηλώνει η ηγεσία της; Θα υπάρξει ενιαία πολιτική που θα ξεπεράσει την πραγματικότητα των «μερικών κυρώσεων» όταν ακόμα και οι φιλικές χώρες αναφωνούν πως «δεν αντέχουμε»; Μήπως αυτά τα ερωτήματα που παραπέμπουν σε σοβαρές κι ανυπέρβλητες αντιφάσεις δεν αναγνωρίζει η εγχώρια ελίτ που παίρνει τις αποφάσεις; Ή απλά παίρνει περιθώρια χρόνου, αυτό που ξέρει να πράττει ως μαθητευόμενος μπάτλερ στο καθόλου «κοινό ευρωπαϊκό σαλόνι»;

Σχετικά άρθρα


Σχόλια

Προσθήκη σχολίου